Σάββατο, Οκτωβρίου 4

μόνον εγώ αντέχω τόσο, όσο εσύ

    Αντέχω, η πιο όμορφη βαλίτσα μου να είναι στη σοφίτα. Αντέχω. 
    Άντεξα σαν μου πάτησες κουμπιά, τις εντολές σου : πότε να σ' αγαπώ, πότε να σε ξεχνώ, πότε να σε αρπάζω & να σε λιώνω και μετά ξανά σκληρά να μη σε νοιάζομαι, πότε να σε αποθεώνω, πότε να σε μισώ. Υπακούω... άρα αντέχω. 
   Αντέχω χίλιες λέξεις έτοιμες να ειπωθούν γλυκά να καταπίνω, γιατί από το ίδιο μέρος πρέπει να περάσει το πιοτό, και το νερό, το σάλιο κι ένα χάπι. Καταπίνω . Αντέχω.
   Αντέχω, ό,τι είναι της στιγμής μου το ιερό, το πιό σημαντικό, σε ένα χοντρό & μωβ χαλί να χώνω, κι από πάνω του εκατό να περπατούν, οι βιαστικοί της εβδομάδας. Αντέχω.
   Αντέχω να ξυπνώ και να βαδίζω ανάμεσά τους, ανάμεσα σε φθυσικούς του έρωτα, σε δήμιους και σε εισαγγελείς, τελάληδες ανύπαρκτων ψυχών, δειλούς κανάκες και μαλάκες, κι όταν μιλάω τελικά μέσα απ' τα σωθικά μου να με λές και φαφλατά ! Αντέχω.
   Αντέχω χωρίς έρωτα ολονυχτίες εκατό και δυό, με τις οσμές σου εκεί, τεράστιες, ανυπέρβλητες, ιερές και δόλιες, ότι πιο ύπουλο έχω βρει ο τυχερός, έτσι με λες, ο τυχερός που έχω μύτη. Αντέχω.
   Αντέχω δολοφόνος σου να ζω, ξέροντας μόνο εγώ το έγκλημα, που διέπραξα, που μόνο εγώ το κίνητρο γνωρίζω, τα ελαφρυντικά και την κατάπτωσή του, τη δειλία και το θάρρος που έβαλα, τις πτώσεις στο κενό, τις πτήσεις στο όνειρο, την ζούγκλα που διασχίσαμε να ξέρω. Μόνο εγώ. Αντέχω.
   Αντέχω να θυμάμαι τους ψιθύρους μας, τα ορατόρια και τις παύσεις μας, εκείνες τις σιωπές που βγάζουν οι ψυχές , οι ευχαριστημένες, καθώς προσεύχονται δοξάζουν και υπόσχονται να μην ξεχάσουν, κι ύστερα ευθύς αμέσως για άλλα αναχωρούν ! Πουτάνες που το κάνουν μοναχά από συνήθεια, χωρίς αντιμισθία, οι ψυχές μας, οι αφόρητες.
   Αντέχω. Είμαι τελικά θεός. Μυρμήγκι αλλά θεός. Αξιοθαύμαστος, αξιοθρήνητος . 
   Αντέχω να μη σ' έχω. Εσένα που δε μ' έχεις. Εμένα που αντέχω, εσένα που αντέχεις . Τόσο ηλίθιοι είμαστε !

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;