Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 15

Μεγαλώνοντας κύκνους στο βάλτο...

Τα βλέπω να δοκιμάζουν τα φτερά τους, μέσα σ' αυτή τη θύελλα και να σηκώνουν τη δική τους χρωματιστή σκόνη. Μετά βλέπω τη σκόνη τους να μπερδεύεται με τη δική μου, ώσπου τελικά  εξουδετερώνεται κάθε της ομορφιά. Είμαι τόσο ανήσυχος...

Μεγαλώνω δυό κατάλευκα κυκνάκια. Τα μάτια τους με κοιτάζουν με προσμονή. Πεινούν όλη μέρα για ελπίδα. Εγω ; Ανασύρω ψίχουλα και φτιάχνω καρβέλια. Τα αφήνω να εθιστούν με αυτή τη συνήθως αποτελεσματική για το σύστημα διαδικασία, να σου αρκούν τα ψίχουλα εννοώ...
Μετά, κάθομαι εκεί και τα κοιτάζω να παίζουν. Λερώνονται τόσο πολύ και πάλι... είναι τόσο καθαρά. Μακάρι να θυμόμουν πως το κάνεις. Να διαλέγεις αθώες βρωμιές...

Όταν κουραστούν από το παιχνίδι, τους δείχνω με υπομονή πως να συμμετέχουν στο μικρό μας σπιτικό, με υπευθυνότητα. Να μην συνερίζονται τα ξαδελφάκια τους όταν διεκδικούν όλο το χώρο. Να μην δίνουν προτεραιότητα στην ενόχληση αλλά, στην αλληλεπίδραση να μένουν. Και από αυτή να αντλούν την γλύκα της παρέας.

Καμιά φορά με κουράζει η επιμονή τους να μου κάνουν σταράτες ερωτήσεις. Πιό πολύ με πειράζει όταν αναρωτιούνται γιατί δεν είμαι και γω τόσο χαρούμενος. "Ανησυχώ..." έτσι τους λέω. Ανησυχώ και δεν μου μένει καιρός να είμαι χαρούμενος. Κατά βάθος όμως ξέρουν ότι δεν ανησυχώ απλώς. Και ξαναρωτάνε, κάθε μέρα. Τι να τους πω ; ε ;

Να τους πω ότι θέλω να τα μαζέψω από την αυλή και το παιχνίδι και να τα μάθω να πολεμάνε οχτρούς ; Να τα μάθω να παρακάμπτουν κανόνες ; Να τα μάθω να μην εκχωρούν ελευθερίες έως ότου ακούσουν ένα εύλογο τίμημα ; Να τα μάθω να συμμετέχουν σε συμπαιγνίες εναντίον όσων δεν πρόλαβαν να ορθώσουν άμυνες ; Να τα μάθω να στείνουν περιφράξεις και να εγείρουν προσκόματα στην επικοινωνία τους ; Να τα μάθω να μην ερωτεύονται εντελλώς ; Να τα μάθω να σιωπαίνουν όταν οι συσχετισμοί είναι αρνητικοί ; Να τα μάθω να οχυρώνονται σε μικρόκοσμους ; Γιατί ; Για να μην πληγώνονται ; Για να μην ανησυχούν ; Για να μην εξελίσσονται ; Για να μην ζούν ; Να τα μάθω ;

Όχι. Δεν τους μαθαίνω τίποτε ακόμη. Το αναβάλλω διαρκώς από ένα ένστικτο ότι το παιχνίδι είναι αυτό που προηγείται. Η σκόνη τους καλύπτει την συνενοχή μου μαζί με το χαμηλωμένο βλέμμα μου. Τους παραδίδω ένα μέλλον υποθηκευμένο και ένα σύστημα αξιών ξοφλημένο. Αν δεν το συνηθίσουν ίσως το γκρεμίσουν ανέμελα.

Το βράδυ, όταν κατακάθεται ο κουρνιαχτός, καμιά φορά τα παίρνω κάτω από τα φτερά μου και τους διηγούμαι παραμύθια από την αχαλίνωτη πλέον φαντασία μου. Ιστορίες αξιοκρατικής μεταχείρησης, ιστορίες ανθρωποκεντρικών δομών εξουσίας, ιστορίες με ονειροπόλους, ιστορίες με ακέραιους, ιστορίες με είδωλα και πρότυπα ελπιδοφόρα, ιστορίες με παλιούς φάρους και φωτισμένες διαδρομές...Τα ερωτήματά τους τα παίρνει ο αέρας και φεύγουν. Με πιέζουν να ξεχωρίσουν την ιστορία από το παραμύθι. Και γω δε τους λέω. Αφήνω το μυστήριο να κείτεται για εκπαιδευτικούς λόγους... όλα κι όλα..

Ευτυχώς αυτά κουράζονται με τέτοιο τρόπο που ο ύπνος τα παίρνει αμέσως. Μακάρι να θυμόμουν.. Πότε κι εγώ κουραζόμουν με τέτοιο τρόπο που ο ύπνος να με παίρνει αμέσως. Δεν κοιμάμαι. Κάθομαι και τα βλέπω αποκαμωμένα από την ευτυχία και κερδίζω ψυχή. Δεν το χορταίνω το θέαμα του αποκαμωμένου νεοσού. Πλησιάζω και ξαπλώνω κοντά. Να ακούω πόσο ρυθμική είναι η ανάσα τους. Και τα ενοχλώ, με το βαρύ σφυγμό των κροτάφων μου, που ακούγεται τελευταία όλο και πιό απειλητικός. Οι κρόταφοι είναι τα κορυφαία μου αισθητήρια εμένα... Όταν τυμπανίζουν κάτι κακό πλησιάζει. Και παίρνω, όταν έχω απόθεμα, τα μέτρα μου. Κι αν δεν έχω απόθεμα, τότε απλώς,  απλώνω τις φτερούγες μου και τα καλύπτω τελείως. Κι όσο κρατήσουμε...