Τρίτη, Φεβρουαρίου 28

κάνε ένα δώρο στη Eurobank


Eκρηκτικά δέλεαρ από τις Ελληνικές Τράπεζες ...

Θα ήμουν καλύτερα ψυχολογικά αν άκουγα ότι μετά το Κυπριακό bail in τα ταμεία για την ασφάλιση των Νορβηγών αύξησαν κατά 15% τα αποθεματικά τους εκμεταλλευόμενα τις ευκαιρίες και την ρευστότητα που είχαν. Που θα σήμαινε ότι ένας λαός με συνετή οικ. διαχείρηση πέτυχε αναβάθμιση αποδοχών για τους απλούς πολίτες στη σύνταξη. 
Δυστυχώς, τα κέρδη από τις επιθέσεις στα ταμπλώ δεν διανέμονται στους αποταμιευτές αλλά εξανεμίζονται μέχρι να χορτάσουν με τα ποσοστά τους οι διαχειριστές και οι λύκοι...
Φέρτε μας τα λεφτά σας : Λέει η Eurobank... Σας χαρίζουμε 6 μετρητά στα 1.000 €.
Αυτή είναι η επιβράβευση της αποταμίευσης στο σύγχρονο τραπεζικό σύστημα. Σας τα φυλάμε μη σας τα κλέψουνε και πολύ σας είναι !!!  Δε νομίζουμε να θέλετε και τόκους ; 
Το χρήμα έπειτα διοχετεύεται από τις τράπεζες που είναι εγκεκριμένες από τα αφεντικά σε τζόγο. 
Στα ταμπλώ κερδίζονται κάθε εφτά ημέρες ποσά μεγαλύτερα από το ετήσιο ΑΕΠ των ΗΠΑ.
Στα ίδια ταμπλώ εξαϋλώνονται σε λίγες ώρες τα αποθεματικά γεννεών για τις συντάξεις των πολιτών ολάκερων συντεταγμένων κρατών. Που μάλιστα είναι δυτικές αστικές οικονομίες...
Βλέπεις αρκεί μια επίθεση ολίγων εβδομάδων, των οίκων αξιολόγησης σε μια χώρα με άριστες προοπτικές ανάπτυξης σα την Τουρκία, για να την υποχρεώσει σε πτώχευση και  bail in. Εμείς ξέρουμε... Η Τουρκία όπου να 'ναι θα μάθει...  
Την ίδια στιγμή προωθούνται για τον κόσμο ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές απολαβές στα όρια της εξαθλίωσης και σε ηλικίες 67+. Οι μισοί δε θα ζήσουν ούτε δέκα χρόνια με τη σύνταξη.
Τέλος για τους μάχιμες ηλικίες το σύστημα με το όνομα "εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ" προωθεί την εξομοίωση των εργαζομένων προς τα κάτω αντί την επιβράβευση του παραγωγικού και εργατικού. Όσο για τις συνθήκες σταθερότητας/ασφάλi Να βγάλουμε τη χρονιά και βλέπουμε !!!
Και γίνεται επίκαιρο ολοένα και περισσότερο το παρακάτω απόσπασμα του στοχαστή μας Κορνήλιου Καστοριάδη : Γιατί να ανατροφοδοτήσουν οι μάζες ένα τέτοιο καθεστώς ;   
          απόσπασμα :
Αγγίζουμε έτσι εδώ έναν θεμελιώδη παράγοντα, γνωστό στους μεγάλους πολιτικούς στοχαστές του παρελθόντος και παντελώς άγνωστο στους σημερινούς δήθεν πολιτικούς φιλοσόφους, κακούς κοινωνιολόγους και άθλιους θεωρητικούς: τη στενή συνάφεια ανάμεσα σ’ ένα κοινωνικό καθεστώς και στον ανθρωπολογικό τύπο (ή το φάσμα τέτοιων τύπων) που είναι αναγκαίος για να λειτουργήσει αυτό το καθεστώς. Τους περισσότερους απ’ αυτούς τους ανθρωπολογικούς τύπους ο καπιταλισμός τους κληρονόμησε από τις προγενέστερους ιστορικές περιόδους: τον αδιάφθορο δικαστή, τον βεμπεριανό δημόσιο υπάλληλο, τον αφοσιωμένο στο καθήκον του εκπαιδευτικό, τον εργάτη για τον οποίον η δουλειά του ήταν, παρ’ όλες τις συνθήκες, πηγή περηφάνιας. Τέτοιου είδους πρόσωπα γίνονται αδιανόητα στη σύγχρονη εποχή: αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο θα αναπαράγονταν, ποιος θα τα αναπαρήγε, στο όνομα τίνος πράγματος θα λειτουργούσαν. Ακόμη και ο ανθρωπολογικός τύπος που αποτελεί δημιούργημα του ίδιου του καπιταλισμού, ο σουμπετερικός επιχειρηματίας –που συνδυάζει την τεχνική επινοητικότητα, την ικανότητα να συγκεντρώνει κεφάλαια, να οργανώνει μια επιχείρηση, να διερευνά, να διεισδύει, να δημιουργεί αγορές -, είναι υπό εξαφάνιση. Αντικαθίσταται από διευθυντικές γραφειοκρατίες και από κερδοσκόπους.
Κι εδώ πάλι, όλοι οι παράγοντες συγκλίνουν σε αυτό το αποτέλεσμα. Γιατί να πασχίζει κανείς να παραγάγει και να πουλήσει, τη στιγμή που μια σωστή κίνηση με τα επιτόκια στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ή αλλού μπορεί να αποφέρει μέσα σε μερικά λεπτά 500 εκατομμύρια δολάρια; Τα ποσά που διακυβεύονται στην κερδοσκοπία κάθε εβδομάδα είναι της τάξης του ετήσιου ΑΕΠ των ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα είναι η διοχέτευση των πιο «επιχειρηματικών» στοιχείων προς αυτού του τύπου τις δραστηριότητες, οι οποίες είναι εντελώς παρασιτικές, από τη σκοπιά του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.
Αν αθροίσουμε όλους αυτούς τους παράγοντες και λάβουμε επιπλέον υπόψη την ανεπανόρθωτη καταστροφή του γήινου περιβάλλοντος που επιφέρει αναγκαστικά η καπιταλιστική «μεγέθυνση» (αναγκαίος όρος, η ίδια, της «κοινωνικής ειρήνης»), μπορούμε και οφείλουμε να αναρωτηθούμε για πόσον καιρό ακόμα θα μπορεί να λειτουργεί το σύστημα». (σελ. 123-124)Κ. Καστοριάδης, Η άνοδος της ασημαντότητας, μτφ Κ.Κουρεμένος, Υψιλον, 2000

να αντιτίθεσαι χωρίς να μισείς

 the not a big deal territory... a manipulation's tool

        Αυτό που μας μαθαίνουν οι γυναίκες, με την διαφορετική τους ιδιοσυγκρασία, όταν, κι αν ποτέ βρεθούμε διαθέσιμοι, να μάθουμε κάτι, είναι η τεχνική να αντιτίθεσαι χωρίς να μισείς.
       Ειπώθηκε χθες στην τελετή απονομής των oscars εγείροντάς μου μια μικρή ενόχληση, μια σειρά από σκέψεις και τελικά τη συγκατάθεση.
Έτσι είναι. Το ζούμε καθημερινά .
       Οι άντρες στεκόμαστε στις λογομαχίες με ένα τεράστιο ΕΓΩ κρυμένο μες στο στήθος. Το φύλο μας δεν είναι δεχτικό στην αμφισβήτηση. Ακόμα κι όταν βάζουμε μια άποψη σε αληθινή διαβούλευση, τα χέρια μας είναι σταυρωμένα. Στη γλώσσα του σώματος αυτό θα πει, άμυνα. Θα πει... ορίστε να σε ακούσω, για να μη λες ότι δε σ' άκουσα. Κι αν οι απόψεις της γυναίκας είναι αχτύπητες, εμπεριστατωμένες με εκείνη την απλοϊκή λογική της τετράγωνης σκέψης, αποστομωτικές και πλήρεις, πάλι θα χρειαστούμε ένα διάστημμα ηρεμίας, από το τσαλάκωμα, ένα χρόνο προστασίας του προσωπικού μας χώρου, που δέχτηκε αφύσικη εισβολή, για να χωνέψουμε την ήττα. Ενώ με μια συγκρότηση εξ αρχής, αυτό θα ήτανε ένα αποτέλεσμα κοινής επαγωγικής, πρέπει να γίνει είδηση, να γίνει τεράστιο ζήτημα, για να καλύψει με το θόρυβό του τα ερείπια που σωριάζονται εσωτερικά, σα το παραδεχτούμε ότι "εκείνη" είχε δίκιο.
      Αφύσικη εισβολή είναι του θηλυκού η αμφισβήτηση. Και πως συμβαίνει να περνάει το δικό τους ; Γιατί αντιτίθενται, με τρόπο φυσικό, χωρίς νταούλια του πολέμου, σθεναρά αλλά ψιθυριστά, σε μήκος χρόνου, χωρίς παλλινωδίες, σε ό,τι είναι κεφαλαιώδες για εκείνες. Και εμείς, οι άντρες, έχοντας μια ιδιοσυγκρασία αρπαχτικού, θηρίου που σημαδεύει επικράτειες με τα ούρα του, κάνουμε λιγότερους μα Ομηρικούς καυγάδες, χωρίς να έχουμε το σθένος και την όρεξη να αναμετρηθούμε στα μικρά. Θέλω να πω, ό,τι δεν φέρνει μία μάχη με στεφάνωμα του νικητή, δεν είναι θέμα αντιδικίας. Κι έτσι περνάει του θηλυκού η λογική. Περνάει του θηλυκού ο καμβάς, στήνεται το τελάρο και ο φόντος, με μικρές αναίμακτες αναμετρήσεις, προς όφελος εκείνης που ασχολείται με τη λεπτομέρεια, προς όφελος εκείνης της διεξοδικής, για να έρθουμε εμείς να βάλουμε δυό μεγαλειώδεις πινελιές και την υπογραφή, νομίζοντας ότι το έργο όλο ήταν δικό μας.
      Και η κορυφαία τεχνική, η σοφία της γυναίκας, είναι που στέκεται μπροστά με ένα μειλίχιο χαμόγελο και στο αυτί μας μουρμουρίζει... ωραία ζωγραφίζεις.
    
         

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 27

θάλασσα, αρμύρα και ζεστό κουλούρι, μέρος ΙΙ



  Πιάνω από Δελφών. Εκεί στη γωνία με τα πλισέ βρακιά. Να θυμάμαι ποια ήμουνα. Κιλότες των 65 ευρώ. Που είναι σα να μη τις φοράς. Που χαϊδεύουν την επιδερμίδα και κολάζουν αγίους. Θα προτιμούσα να μην έχω κάνει διατριβή στο μετάξι. Τώρα οι φθηνές με σφίγγουνε σα μέγγενες. Πόσο δύσκολα κατεβαίνεις τα σκαλιά, διάολε.
    -Γειά σου Μαριάννα. 
- Γειά σου Λιζάκι.
    -Καλά ; Πότε γύρισες ; Σου πέρασε ;  
- Δε θα με αφήσει, είναι όλη η δεξιά πλευρά αλλά τη παλεύω. Μέχρι πού σήμερα ;
    -Μπότσαρη και Συνδίκα. Όλη τη βδομάδα. Εσύ ; 
- Ανοιξιάτικη Μαρτίου, το παλιό σου. Ρομάντζα.. Πάω και σα γόνδολα, με βλέπεις ;
    -Ντάξει είσαι ….Άντε, να προσέχεις .
- Μη με πατήσουνε ; Μπορεί και να με στρώσουν ! Τη ζημιά που θα τους κάνω σκέφτομαι, φτερό μασπιέ κολλάρο.
    -Άμα δεις τη Νατάσσα, έχω νέα να της πεις. Για τον έτσι. Ντάξει… να ‘χαμε να λέγαμε.
- Ποια είναι η Νατάσσα ; Η πριγκηπέσα με τα άσπρα ; Σιγά μη πιάσω κουβέντα.
    -Άντε, τράβα. 

     Περπατώ τη Δελφών για να βρεθώ από το σπίτι στο “γιαπί” μου. Είμαι στη σάρωση πεζόδρομων του Δήμου Θεσσαλονίκης. Πριν ήμουν ξεκρέμαστη. Ακόμα πιο πριν ήμουν στο γραφείο μου. Με το frame να παίζει φωτο από τριήμερα. Με το mouse στο κανελλί και τις κούπες μου I love NY, με χρωματιστούς συνδετήρες, με το κολατσό να μου το φέρνει ο Αγησίλαος με υπόκλιση. Οργάνωση εκθέσεων εξωτερικού και επιχειρηματικών αποστολών. Μαριάννα Οικονόμου. Το νύχι γαλλικό.
     - Καλημέρα σας κι εσάς.
     Συνεχίζουν και με χαιρετάνε, που σημαίνει, με διακρίνουν, που σημαίνει πως μόνο για το Θεό υπήρξα αόρατη, που σημαίνει ότι μπορώ να τραβήξω πάλι την προσοχή Tου, που σημαίνει κι απόψε αφού τρίψω με μανία το κορμί στο ντουζ, μη ξεχάσω να αναπέμψω την επίκληση και τη σπονδή. Τελειώνει η βότκα. Γίνεται σπονδή με νερό ; Να το γκουγκλάρω.
    - Καλημέρα.
      Νομίζω επίτηδες με χαιρετάνε. Βλέπουνε που δε θέλω πολλά πολλά και με χαιρετάνε για να με εκνευρίσουνε.
    - Καλημέρα σας. 
      Άντε και γαμή… είναι κι αυτές οι βιτρίνες, αυτή την ώρα, που δείχνουν το είδωλο μιας παρακατιανής σε όλο της το μεγαλείο, αδύνατον να αποφύγεις να κοιταχτείς. Να βλέπεις τον εαυτό σου, τον καινούργιο, να εντυπώνεται βαθειά μέσα σου, στις κόγχες σου και στη ψυχή σου, τόσο σχολαστικά, με τις ανταύγειες του κίτρινου τζάκετ και τη μαυρίλα των γαντιών κοντράστ, να μη μπορέσεις ποτές να το αφαιρέσεις, μια δεύτερη επιδερμίδα κάτω απ’ την επιδερμίδα, η Μαριάννα καθαρίστρια, μια αποτύπωση σε οθόνη που δε μπήκε ένα screen saver και δείχνει όλα τα frame της εκκίνησης ακόμη και σβηστή.
    - Προϊόντα πληροφορικής “infopack”.
     Screen savers για το μυαλό μου δεν υπάρχει; Τη βουή στο κεφάλι μου; Το ασταμάτητο όργωμα, τα σκουλήκια και τα μυρμήγκια μέσα στο κρανίο μου; Θέλω να τα διώχνω, ξαφνικά, να φεύγουν σε τρία, σε δύο σε ένα δεύτερο, να μη ξανάρχονται στην επιφάνεια αν δε κουνήσω το ποντίκι. Ίσως να μη χρειαζότανε η βότκα, σε μια τέτοια εξέλιξη πραγμάτων, ένα screen saver θα ήταν αρκετό.
    - Μπες, ηλίθιο πράμα, μπες… αυτές τις νάϋλον για τους κάδους επίτηδες τις δίνουν κολλημένες, να μας θυμίζουν ότι ήμασταν ανίκανες και έτσι θα πορευτούμε.
    - Καλημέρα, παραμιλάω, με συγχωρείτε … Έτσι λένε, αλλά ακόμα ψιχαλίζει…
      Τι εμμονή ο λαός με τον καιρό ; Αν όλα σου λυμένα τα ‘χεις, σε ενοχλεί η μουντίλα, για μερικούς ο ήλιος είναι πιο ζωογόνος από άλλους μερικούς. Για μένα ο ήλιος είναι υπενθύμιση, ας μην αρχίσω… screen saver Μαριάννα, τρία, δύο, ένα…
      - Κομμώσεις Άντα, κούρεμα χτένισμα 30. Θα το ρίξεις κι άλλοοοοοο…
      Θα τα κόψω. Θα τα κόψω αντρικό. Αφού μυρίζουν σκουπιδίλα,  όσο λιγότερα, τόσο καθαρότερα. Μ’ αρέσει που η Λίζα φτιάχνει και κοτσίδες. Θα τα κόψω και θα τα ζητήσω σε αλουμινόχαρτο…να τα βάλω στο wall of fame. Μαζί με το πτυχίο της Βιομηχανικής. Μαζί με τα Lower και τα κορνιζαρισμένα ενδεικτικά Γυμνασίου της μάνας μου. Ένα wall of fame που τελειώνει με ένα ζεύγος γάντια. Όχι γάμου, όχι του σκι, όχι του barbeque αλλά του Δήμου. Του Μπουτάρη. Intelligent wall of fame. Περάστε να θαυμάστε τη κυρά με τα προικιά της δυτικής κοινωνίας.
      -Τι θόρυβος, θεέ μου κι αυτές. Πρέπει να πάρω ωτοασπίδες.
      Μερικές φορές κατανοώ τους κυνηγούς. Οι κουρούνες δηλαδή, πέστε μου ένα λόγο καθαρό για να υπάρχουν. Άγαρμπα, φωνακλάδικα θηρία του ουρανού, με μια φωνή τραχτέρ που κλάνει, κι όλη τη μαυρίλα του ντουνιά στα μούτρα τους… Θα προτιμούσα να πετάνε πάνω μαύρες γάτες, δηλαδή, τι άλλο θα μας τύχει ;
     - Κυρ Απόστολε, τρέχα, άργησες….
      Στήσου καημένε στη σειρά, να δεις πόσα σου κόψανε, να δεις μια χώρα σε ουρές ηλικιωμένων σαν τις ουρές στη μεθαδόνη, σα τις ουρές στην Ειδομένη, σα τις ουρές για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση, σα τις ουρές που πέταξαν οι σαύρες για να τρέξουν πιο μακριά, όταν κατάλαβαν τι αντικρύζουν. Στήσου στην ουρά και κάνε το σταυρό σου να δοξάσεις. Αφού σου είπε ο Μπάμπης χθες… Και πολλά μας δίνουνε. Το κεφάλι κάτω. Απόψε στις εννιά, να τον ακούσεις.
     - Ε… όχι ! 
      Όχι αυτή η μυρωδιά, ξανά, κάθε πρωί, κουλούρια αχνιστά. Διάολε, δε μπορώ να μη γυρίσω πίσω. Δηλαδή, ακόμα και οι κουρούνες σκούζουνε καλύτερα όταν μυρίζει κουλούρι Θεσσαλονίκης. Είναι και η αύρα, πότε έφτασα στη θάλασσα ; Η αύρα δε με εκνευρίζει… υπάρχει ένας συνδυασμός που δεν τα καταφέρνει  να εκνευρίσει τη Μαριάννα κυρίες και κύριοι, θάλασσα, αρμύρα και ζεστό κουλούρι.
    - 90 λεπτά, κρατήστε το ευρώ, μια χαρτοπετσέτα, ευχαριστώ.
     Μαριάννα screen saver. Τρία δύο, ένα, δαγκωνιά, κουλούρι ζεστό θερμαντικό στο στέρνο κι ακόμα παραμέσα. Αχ καλή μου θάλασσα, ρώτα με τις ρότες μου και θα σου πω… Αν αντέξω, ξέρω που θα βγω, απέναντι, που είναι ωραία, αν αντέξω.
    - Καλημέρα σου κυρά Τασία. Θέλεις δαγκωνιά ;  Κουράγιο. Θάλασσα αρμύρα και ζεστή καρδιά κυρά Τασία. Όλα θα γίνουν.
    Όλα θα γίνουν.  

Κυριακή, Φεβρουαρίου 26

θάλασσα αρμύρα και ζεστό κουλούρι, μέρος Ι

   Πιάνω από Δελφών. Εκεί στη γωνία με τα πλισέ βρακιά. Ποιές έχουνε 65 ευρώ για κιλότα ; Τέλος πάντων... Να 'χαμε και το ... κοκό εξασφαλισμένο, να πω. Α να , κατά φωνή το παρθενόπον... Θου κύριε... 


    -Γειά σου Μαριάννα. 
-...
    -Καλά ;  Πότε γύρισες ; Σου πέρασε ;  
-...
    -Μπότσαρη  και Συνδίκα. Όλη τη βδομάδα. Εσύ ; 
-...
    -Ντάξει είσαι ….Άντε, να προσέχεις .
-...
    -Άμα δεις τη Νατάσσα, έχω νέα να της πεις. Για τον έτσι. Ντάξει… να ‘χαμε να λέγαμε.
-...
    -Άντε, τράβα. 

    Κατηφορίζω. Μου αρέσει να πιάνω από πάνω και να τελειώνω στη θάλασσα. Γενικά αν δεν υπήρχε αυτό το απίθανο πράγμα, να τελειώνω τις πλευρές μου και να με αγκαλιάζει αυτή η ερωτιάρα, όλη η δουλειά θα ήτανε μαρτύριο σκέτο. Παρακατιανή που τη λένε... Αλλά είναι τούτη η γλύκα. Ακόμα δυο τετράγωνα, ακόμα τέσσερα τετράγωνα, ακόμα λίγα μέτρα, καλωσόρισμα πάλι ! Ο Θερμαϊκός για μένα δεν είναι καρτ ποστάλ. Είναι το πρωϊνό μου φιλαράκι. Γκομενάκι.  Ας πιάσω την κυρα Όλγα.Οι βασίλισσες μας μάραναν...
      Τι μεγάλα καθαρά τζάμια. Για μένα τα καθάρισαν ;  Ίσια το κορμί, λέμε ! Φτού σου !
Έλα ρε Λίζα, δείχνεις υπέροχα στο κίτρινο. Να το βάλεις και στο γάμο του Μπουτάρη.
        Δεν αντιστέκομαι στις βιτρίνες, εγώ. Οι βιτρίνες της πόλης, αυτή την ώρα, εφτά το πρωί, είναι όλες καθρέφτες. Μπορεί να μην έχω πολλές πολυτέλειες, αλλά έχω χορτάσει να κοιτιέμαι. Κατά κάποιο τρόπο, προετοιμάζομαι για τούτη τη πασαρέλα, επίτηδες, κάθε πρωί. Πλέκω την κοτσίδα μου με άλλο κέφι.Αφού θα με βλέπω, όλη μέρα.
     Παλιά το μαζεμένο μαλλί, δε μου άρεζε. Τώρα, ένεκα της δουλειάς που μου έδωσε ο Δήμαρχος, σαρώνω πεζοδρόμια, παρεμπιπτόντως,  το μαλλί το κάνω μια μακριά πλεξούδα που πηγαινοέρχεται  παίζοντας με το «ΔΗΜΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ» που γράφω στην πλάτη, σαν υαλοκαθαριστήρας ένα πράγμα. Φοράω και το πλεχτό σκούφο της θείας της Ελπινίκης, εκείνο το χαρούμενο πορτοκαλί με καφέ λαχούρια. Μούρλια. Τι να πω, μου αρέσω.  Όταν περάσει κανά γκομενάκι, ρίχνω τη πλεξούδα ομπρός. Τσιμπάνε !
    - Γειά κυρ Μένιο ! καλά ; Καλάμια θα με πεις... Έτσι που 'γινες. Το i-phone σε μάρανε...
     Με κοιτάζουνε... όχι, πιάνει η μπουγιά μου. Κι είναι κι αυτό το λαμπερό, ε ;
     Μου φτιάχνει το κέφι. Το καινούργιο κίτρινο τζάκετ του Δήμου, δε το πήρανε όλες. Μερικές με κοιτάν με λίγη μοχθηρία, αλλά δε θα κάτσω να σκάσω. Μου φτάνει που εγώ αισθάνομαι καλά. Για να πω το κρίμα μου, πάντα μου άρεσε να με ζηλεύουνε λίγο. Κάθε φορά που καταφέρνω να ξεχωρίσω, ψάχνω αυτά τα βλέμματα. Και με τα αγόρια και με τα κορίτσια. Ιδιαιτέρως όμως με τα κορίτσια που το βλέμμα τους γίνεται εχθρικό. Μου αρέσει να μην περνάω απαρατήρητη. Μερικοί λένε πως τους οδοκαθαριστές δε τους κοιτάζει κανείς, ότι είναι χαρακτηρισμένοι αόρατοι, σα τους ρακοσυλλέκτες. Εγώ αόρατη δεν είμαι, όχι εγώ πάντως. Σήμερα η Ναυσικά μου έριξε και δεύτερη, και τρίτη ματιά, η γεροπουτάνα.
     -Πρέπει να πάρω ένα ζευγάρι καινούργια γάντια. Ενάμιση ευρώ, τα ψιλά ΟΚ.
     Αχ, βαθειές αναπνοές, μούρλια. Δόξα τω θεώ. Η υγρασία μπαίνει από τα ρουθούνια μου σαν τη νικοτίνη εμένα, η πρωινή υγρασία είναι χάδι στα σωθικά μου. Γούστα είναι αυτά. Έχει κάτι από τη θάλασσα της πόλης, που έρχεται κατευθείαν με το πρωινό αέρι χωρίς παρεμβάσεις. Δε μυρίζει τσίκνα αυτή την ώρα , δε μυρίζει καμμένα λάστιχα, δε μυρίζει φθηνές κολώνιες η πόλη, μυρίζει μοναχά θάλασσα. Αρμύρα και κουλούρια.  Κανένας δεν μυρίζει την πόλη τόσο φρέσκια όσο εγώ. Αλλού χάνεις, αλλού κερδάς.  
     -Λες να μπήκανε του Γενάρη ; Που είναι η κωλόκαρτα ;  Αααα.. Οκ. Το μεσημέρι.
     Έλα ρε αρχόντισσα Δούκισσα ! ώπα...τα ακουστικά μου είναι λίγο του κώλου αλλά  δε θα τα σκάσω τώρα και για ακουστικά. Και πολύ μου πέφτουνε. Αρκεί που έχω μουσική. Η μυρωδιά και η μουσική είναι το υπόλοιπο παρεάκι μου. Δε χρειάζεται να κοιτάξω κανένανε στα μάτια, δε ψάχνω επικρότηση για τη δουλειά μου, μονάχα με το συνάφι μου νταραβερίζομαι και αυτό, αν κι όταν έχω κέφια. Όπως σήμερα. Σήμερα είμαστε καλά. Αύριο ότι γίνει. Μαγκανοπήγαδο, ρεεεεε. Μαζί μας θα τα πάρουμε ;
     Τι κάνανε πάλι τα σκατόπαιδα… Δε ξέρουνε να πιούνε, τους πίνει… Τι σίχαμα !
     Να 'τη πάλι η θάλασσα. Αυτή η στροφή απ' το μουσείο με τρελαίνει.. εδώ δες ομορφιά !!!
     Τα μαύρα πουλιά, είναι πάλι εδώ. Θέλω να πω, δεν είναι και τα ομορφότερα πλάσματα οι κουρούνες, είναι όμως ένα υπερθέαμα το πρωί πάνω από το πάρκο. Πετάνε άναρχα σε ένα κοπάδι πουλάει τζάμπα καλημέρες στην πόλη, σα τους τελάληδες με το σαλέπι. Πρέπει να τους τη δίνει η ανατολή. Ούτε στο δημοτικό, ζωντόβολλα πριν την προσευχή δεν είχαμε τέτοια ζωώδη ενέργεια, σαν αυτή που έχουν οι κουρούνες στην πόλη, μόλις η αύρα τις ξεσηκώσει από το λήθαργο.  Τραγουδήστε λίγο ρε, τι παράφωνες που είστε γαμώτι μου.. Σα ξαδέρφες του Καρβέλλα. 
     -Ξεχάστηκες Λίζα.
     Έχει καιρός να με πιάσει επόπτης στο στόμα του. Τελευταία φορά ήμουνα άτυχη, να μην αφήσω να με ξαναπιάσουνε να χαζεύω. Αφού εγώ είμαι πρωινός τύπος. Τι θα γίνω αν χάσω αυτή την πανδαισία ; Πρέπει να έχω το νου μου. Εμπρός, σκούπιζε. Να βγεί η δόση...
    - Άμα με ρωτήσεις αν πήραμε τη δόση, ως χώρα λέω, μιλάμε άγνοια...στη κοσμάρα μου.  
    Αυτό το καδράκι με τη μπαλαρίνα τώρα, ποιος χαζός το κατέβασε για πέταμα ;  Αχ δε θα τέλειωνα ποτές αν έπιανα να κουβαλήσω ό,τι γουστάρω εδώ κι εκεί. Αλλά , ωραία είναι η καριόλα. Και το μάτι βαμμένο μαύρη σκιά, τις κορδέλες στις ποδάρες, έκφραση κάτσε καλά Χαράλαμπε. Θα το πάρω η μουρλή. Θα το κρύψω εδώ πίσω και θα το πάρω στο σχόλασμα. Τι ποδάρες όμως.... οι δικιές μου κι άλλες τόσες !
     Να , τώρα, αυτά τα μικρά πράγματα μου κάνουνε τη γιορτή. Δεν έχω και μετοχές θα με πεις, ότι δεν έχω, δεν έχω. Αλλά κι αυτός που έχει, καλύτερα την έχει ; Άσε καημένε ! Άσε μας απ΄ εκεί πέρα.
    -Μαστρο Μήτσο, με γειά το ποδήλατο. Κουφαλίτσα !
     Αυτός εδώ πρέπει να έχει πολλά φράγκα. Άσε τώρα σε τα μας. Την έχει την άλλη σώκλειστη κορόϊδο και όλη μέρα στη γύρα. Ποιος τον ταϊζει ; Θα μας βγεί με καμιά πολυκατοικία ολάκερη ενοίκια…. 
     Τέλος πάντων, τη σκούπα σου εσύ. Καμιά μέρα θα την καβαλήσω μα την αλήθεια και θα κάνω μια ουουουουουπ και θα πετάξω μακριά. Μακριά. Αφού στο τέλος όλοι θα πετάξουμε μακριά, γιατί νομίζουμε ότι δε μπορούμε σα τα πουλιά... Τα πουλιά... Τα πουλιά. Αδιόρθωτη είσαι ρε καπουΛίνα... Να κι ο Αντωνάκης.... Ο Αντώναρος δηλαδής...
      - Γειά σου μανάρι μου. Δώσε ένα στριφτό. Τι θέλει η ψυχή να ταξιδέψει. Δυό μάτια αντρίκια κι ένα φούμαρο, ε ; Φουουουου.  Ά να , γειά σου.