Τρίτη, Φεβρουαρίου 14

στη δεκατέσσερις του μηνού δε μετράει η εμμηνούπαυσις

- Που είσαι , Ιλαρίων ;
    - Απέναντι στο Προποτζίδικο. 2ο ημίχρονο. Έρχομαι. Τι έχει ;
- Φασολάκια. Λίγα. Φέρε τσιγάρα.
   - Κλείσε.

    Τα λεπτά κυλούν χωρίς να προδίδουν αυτό που πλησιάζει. Παναρκαδικός ΄Ήφαιστος 0-0 τελικό.

   Η εξώπορτα της πολυκατοικίας κλείνει με γδούπο κάνοντας την συρταρωτή να σκούξει ελαφριά. Ακούγονται βαριά βήματα στις σκάλες. Το κλειδί της ξύλινης ( κοντραπλακέ ) πόρτας που γράφει Ιλαρίων και Βαρβάρα Θεοχαροπούλου εισέρχεται με επιτυχία και γυρίζει μισή στροφή. Ακούγεται το τσίριγμα του απάνω μεντεσέ και το αεροστόπ που σαρώνει τρίχες γάτας στο μωσαϊκό του χωλ.  Της Βαρβάρας της σηκώνεται η τρίχα. Το κλειδί στην πόρτα... απόψε της φάνηκε ότι γύρισε ερεθιστικά... σηκώνει τα μάτια από το fb... τον αντικρύζει με ένα κόμπιασμα στο λαιμό.
    - Έκαψες το φαϊ ;  της λέει εκείνος, που την ξέρει πως κοιτάζει...
- Ιλαρίων, το κλειδί σήμερα, 14 του μήνα, ακούστηκε αλλιώς, ελαφρώς ... αποφασισμένο.
    - Θα του ψακέσω WD40.  Τα ζέστανες ;
- Ιλαρίων, τι μέρα είναι σήμερα ;
    - Τρίτη βράδυ, εξ αναβολής εμβόλιμη αγωνιστική, το βράδυ Παρί - Μπάρτσα. Γύρνα το στις ειδήσεις θα βγάλω λίγο αυτές τις κάλτσες ... ζέχνουνε τα πόδια μου. Σε έχω πει, όχι από τη λαϊκή. 
- Ιλαρίωνα !!!!
    - Τι είπα πάλι ;
- Είσαι ο Βαλεντίνος μου ;
   - Ο ποιός ;
- Έλα ρε Ιλαρίωνα, μη με ξενερώνεις ;  Ο Βα - Λε - Ντί - Νοοοοοςςςςς
   - Βαρβάρα με σκιάζεις ...
- Ιλαρίωνα !   Μη με ξενερώνεις τώρα. Στο fb οι μισές φίλες μου έχουν γράψει ποιήματα. Έλα να δεις της Ευτέρπης....  "Το μοναχικό λάμα".
- Άσε το κλάμα και βάλε να φάω.  Ψωμί έμεινε ;
    Η χλωμή γυναίκα βαδίζει προς την κουζίνα με το βάδισμα υπαλλήλου στο ΚΤΕΟ δέκα λεπτά πριν σχολάσει. Στο μυαλό της οι χημικές αντιδράσεις κάνουν ένα βούϊσμα που θα τρόμαζε μπάμπουρα. 
    Ο μελαψός άντρας κάθεται στη πολυθρόνα με το πράσινο ξέθωρο βελούδινο ριχτάρι. Η ξαναμμένη οικοκυρά καταφθάνει με τον βυσσινί τσίγκινο δίσκο, μια ρωζ καρώ χαρτοπετσέτα με μια χοντρή φέτα ψωμί, φόρμα,  και ένα μπεζ τσιμπρισμένο πιάτο με λαχούρια στο οποίο αναπαύονται 11 φασολάκια χωρίς πολύ ζουμί. Σκύβει να τον ακουμπήσει στο τραπεζάκι και εκείνος προλαβαίνει να ξεχωρίσει ανάμεσα στα δυό χαλαρωμένα κουμπιά της ρόμπας μερικές ρυτίδες από τον αριστερό κρεμασμένο μαστό της. Εκείνη πιάνει το βλέμμα του στον αέρα και πιστεύει πως διακρίνει μερικές από τις τρίχες του δασύτριχου στήθους του να πιέζουν το ριγέ μουσταρδί πουκάμισο. Από τις μασχάλες του ο ιδρώτας ενεργοποιεί νέες χημικές αντιδράσεις που κάνουν ένα βούϊσμα που θα τρόμαζε δυο μπάμπουρες ενόσω γονιμοποιούνται.
   - Έφαγες ;  της λέει.
- Όχι, αυτά ήταν όπως τα άφησες το μεσημέρι.
   - Ζουμί δεν έχει ;
- Η γριά η κότα... !  λέει αυτή και ανασηκώνεται με το μαλλί άβαφο μεν, η ρίζα δυό ίντζες μεν, αλλά μοιραία ξεχτένιστο δε.
   - Έχει και κοτόπουλο ;
- Ιλαρίωνα !!!!  
   - Στέκεσαι ανάμεσα σε μένα και τη Σία Κοσιώνη. Άσε με κουλιάντρα να φάω...
- Ιλαρίωνα, από πότε έχεις να με φωνάξεις κουλιάντρα...
   - Τι νομίζεις μωρό μου ότι δε σαγαπάω ;  Αλλά να, γίναμε σαν αδερφάκια τώρα, πάνε κι εκείνες οι ομορφιές , είναι και η εγχείρηση ,  όχι ρε γαμώτο !!!  κάτσε να δούμε, ο Σόϊμπλε κάτι λέει και το μάτι του γυαλίζει.... Δε θα 'χουμε καλά ξεμπερδέματα ...
- Ιλαρίωνα, πάω να κάνω ένα μπάνιο. Θα πέσω νωρίς απόψε. Έχω μια διάθεση φλού. Που έχεις το cd του Κηλαϊδόνη μωρό μου ;
   - Στο μπάνιο με το Πρώτο Θέμα. Σκίσε το νάυλον.
- Ιλαρίωνα, πάω. Θα ανάψω τα κεριά. Και θα το σκίσω το νάϋλον.

   Ο μελαψός άντρας παρακολουθεί το θωρηκτό Ποτέμκιν να απομακρύνεται. Σκέφτεται σεντόνια που τραβολογιούνται και αποκαλύπτουν το λεκιασμένο πλαδαρό στρωματέξ. Σκέφτεται τους ήχους του σουμιέ να ανατριχιάζουνε τη γάτα. Σκέφτεται την απορία του την κρίσιμη στιγμή αν της έχει φράξει ή αν το τρυπάνι του έχει βαρέσει μπιέλλα. Σκέφτεται το 0-0 του Παναρκαδικού. Πάντοτε στους άνω των πενήντα οι συνειρμοί ενέχουν κινδύνους. Παίρνει γρήγορα τη σκέψη από το 0-0 και την μεταφέρει με κόπο είναι αλήθεια δυό ώρες μετά. Παρί - Μπάρτσα 3-3 σκέφτεται τώρα και αυτή η υποβόσκουσα προσδοκία για ευρύ σκόρ ενεργοποιεί στο κεφάλι του ένα βουϊτό που θα έδιωχνε ένα σμάρι μπάμπουρες πάνω από τη χθεσινή πασταφλώρα της Βαρβάρας.  Στο πιάτο έχει απομείνει ένα στραβό φασολάκι και μερικά ψίχουλα ψωμί. Ο Ιλαρίωνας αντιπαρέρχεται έναν  ιλαρό συνειρμό.
   Τινάζεται και πηγαίνει έξω από την πόρτα του μπάνου. Είναι μισόκλειστη. Μυρίζει σαπούνι και καλύπτει την μαγειρίλα που μπαίνει από το φινισρίνι του φωταγωγού. Φινιστρίνι είναι μια λέξη που μπορείς να γράψεις με τέσσερα φασολάκια και μερικά σύμφωνα. Ο μελαψός άντρας αρχίζει να πετάει τα ρούχα του δεξιά και αριστερά. Πλησιάζει και αφήνοντας το σώβρακο να κρύβει τον Κόναν λέει στην Βαλεντίνη του, χώνοντας το κεφάλι στη μπανιέρα.
- Κουλιάντρα 'μ , μι θες ; 
   Η Βαρβάρα κοψοχωλιάζεται, αναπέμπει ένα στεντόριο κάλεσμα στη μάνα του Χριστού, παίρνει μια βαθειά αναπνοή, ρίχνει μια ματιά στο θροϊζον εσώβρακον και αναφωνεί : 
- Βάρβαρέ μου !!!!
   - Βαρβάρα μου !!!!
- Πρόσεξε πρόσεξε..... γλυστράωωωωωωωω

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;