Κυριακή, Ιουνίου 29

οι περισσότεροι που περνούν απέναντι μη νομίζεις ότι ξέρουν γιατί

      Στέκομαι μπροστά στη γνωστή διάβαση. Ζέστη, πρωϊ, νύστα, υγρασία. Βόμβος μηχανών με φρέσκια μπόχα.

      Καμαρώνω τις τέλειες άσπρες λωρίδες πάνω στο μουντό φόντο της ασφάλτου. Πάντα θαυμάζω τη ρηξικέλευθη αντίθεση. Πάντα θαυμάζω το θρασύ λευκό.
      Ο χρόνος στο σύστημά μου είναι ελαστικός. Όταν είμαι απορροφημένος από ένα γεγονός, μετράει με ρυθμούς που προδίνουν αυτισμό.  Ένα τέρα, δύο τέρα, τρία τέρα, τέσσερα ρο… και οι άσπρες λωρίδες γεμίζουν μοκασίνια, πέδιλα και σταράκια. Ένα  πολύχρωμο πλήθος ξεχύνεται κατά πάνω μου. Πόση ώρα αδημονούν, θα σε γελάσω, δε ξέρω και πως μετράει η ώρα στο κεφάλι σου. Μάλλον, αρκετή.
      Βάζω το πόδι στη διάβαση. Μετά πάλι μου συμβαίνει. Καθηλώνομαι κάτω από το φανάρι εκστασιασμένος από το θέαμα του πλήθους που ξεχύνεται. Φέρνω πίσω το πόδι μου, τα δυό μου σκληρά παπούτσια είναι ξανά άψογα ευθυγραμμισμένα στην αφετηρία, σα χέρια σπρίντερ που αναμένει την πιστολιά. Αποστρέφω τα μάτια από τα πόδια μου για να μην εκνευριστώ, υπάρχει ακόμα εκεί στο αριστερό σκαρπίνι μου, ακριβώς στην μύτη, ένα βλαμμένο μαύρο σκουπιδάκι.
        Κοιτάζω. Τους ...εκείνους.  Έρχονται κατά πάνω μου χωρίς να με αντιλαμβάνονται, θέλω να πω, τα μάτια τους είναι επίτηδες εστιασμένα γύρω μου, σε διάφορα σημεία, εκτός από τα δικά μου. Κανένας δε με κοιτά. Το λέω γιατί έχω αποφασίσει να περάσω μόλις κάποιος με κοιτάξει κατάματα, όχι να με προσέξει, να με κοιτάξει. Γιατί ; Δεν είμαι κι εγώ κάποιος ; Γενικά, θέλω να περνώ μόνο σα με κοιτάζουν κατάματα. Αλλιώς δε θέλω...

     Νεαρή κοπέλα. Λυμένα Νάϊκι, στραβοπατημένα . Κίτρινες σόλες. Πιό πάνω,σε ροζ απαλό, κοντά ξεχειλωμένα καλτσάκια. Το ένα κορδόνι έξω, στο πλάϊ. Γάμπες πολύ χοντρές. Κορίτσι που περπατάει άτσαλα, βάζοντας άλλο βάρος στα δεξιά βήματα, όχι κουτσό, στα πρόθυρα μιας κάκωσης μάλλον, κορμί παχύ που τεντώνει τα παρδαλά ρούχα, μπράτσα υπέρβαρα, με δίπλες που τραντάζονται ευχαριστημένες σα τα μάγουλα ενός γέρικου μπουλντόγκ που σε καλωσορίζει με όση ουρά του έδωκαν, πρόσωπο με απορημένα μάτια και όλα τα υπόλοιπα, πολύ ρουζ, πάρα πολύ ρουζ για πρωί, μπούκλες ξανθό μαλλί με τη μαύρη ρίζα δυό δάχτυλα, εκφραστικά υπερανεπτυγμένα σκούρα φρύδια από κάτω, χαρούμενη διάθεση με μια πρόδηλλη αποφασιστικότητα να περάσει απέναντι, ξέροντας γιατί. Οι περισσότεροι που περνούν απέναντι μη νομίζεις ότι ξέρουν γιατί.
     Γέρος. Λινά πλυμένα με λύσσα άδεια ρούχα. Ανοιχτόχρωμα. Και τα ρούχα κι όλα. Πρόσωπο που πλύθηκε σε λάθος πρόγραμμα. Ξέξασπρο. Μάτια χωμένα σε βαθειές θήκες, κόγχες, σκιερές, αποτρόπαιες, βλέμμα που δεν αναμένει πια εκπλήξεις, καρφωμένο στο πράσινο φανάρι με μια απαίτηση. Να τον περιμένει... Ο χρόνος αδυσώπητος. Παρ' όλα αυτά στο χέρι ρολόϊ. Ρολόϊ βαρύ για εκείνο το ισχνό χέρι, μπρασελέ ρετρό. Μπράτσο σα ψωμί τυλιγμένο άτσαλα σε πολύ χαρτί, η επιδερμίδα με ζάρες, ιδιαιτέρως ψηλά, κοντά στα ριγέ κολαρισμένα μανίκια του κοντομάνικου πουκάμισου, κάθε ζάρα και μια εποχή, χάρτης, γεωφυσικός, σα τον κορμό καρυδιάς που βαρέθηκαν να ανεβαίνουν μυρμήγκια. Βήματα αβέβαια στο ξεκίνημα, βιασμένα, κάθε ένα κι ένα ολάκερο εγχείρημα. Διάθεση τραγικά ξερή, δήλωση, επίμονη στάση κορμιού, αποφασιστικότητα να περάσει απέναντι πάλι ξέροντας γιατί. Αλλιώς ούτε που θα σηκωνόταν από τη καρέκλα τέτοια ώρα. Οι περισσότεροι που περνούν απέναντι μη νομίζεις ότι ξέρουν γιατί.
    Ξένος. Αβέβαια βήματα, επιτηδευμένα βιαστικά, αλλαγή κατεύθυνσης στη μέση της διάβασης, σα να διαλέγει με ποιους θα διασταυρωθεί, εκείνους που δεν τον κοίταξαν επιτιμητικά καθώς περίμεναν, κι άλλη αλλαγή κατεύθυνσης, μια ματιά δίψας προς μια κοπέλα που προσπερνά, μια ματιά αλήτικη και τόσο ντόμπρα μαζί, συστολή, επίγνωση, χέρια χωμένα όπου να 'ναι, φαρδιά καφέ μοκασίνια με φθαρμένες λεπτομέρειες, πολύ καθαρά, άσπρες κάλτσες πολύ καθαρές, παντελόνι γεμάτο σκληρά πόδια, άτσαλο σύνολο με νευρική συμπεριφορά, κορμί βαρύ, κόκκαλο βαρύ, ορμή φτιαχτή σα δήλωση ότι ξέρει γιατί περνάει απέναντι, έχει κάνει διατριβή για τους λόγους που περνάει απέναντι, ζει μονάχα για να περνάει απέναντι.Οι περισσότεροι που περνούν απέναντι μη νομίζεις ότι ξέρουν γιατί.
     Παρέα μαθητών. Περισσότερη φασαρία λιγότερη ουσία. Η ελαφρότητα της νιότης σε τρία παρτσακλά σύνολα. Σταράκια και οι τρείς. Κινητό στο χέρι και οι τρείς.  Τρόπαιο. Και ομιλία με όρεξη, λόγια περισσότερα από εκείνα που είναι να λεχθούν, περίσσεμα και σπατάλη ενέργειας υπέροχη να την παρακολουθείς. Τα χέρια ακολουθούν τα λόγια. Τα χέρια έχουν όρεξη. Τα κορμιά πάλι, αυτό είναι το περίεργο, τα κορμιά σε σύνολο δε φαίνονται να ακολουθούν τη γενική εικόνα. Κορμιά που αρνούνται την κατάσταση, που έρχονται λίγο πίσω από τα βλέμματα και τις δηλώσεις, με μια δήλωση καχυποψίας. Αν περάσετε απέναντι ελπίζω να ξέρετε που πάτε ! Οι περισσότεροι που περνούν απέναντι μη νομίζεις ότι ξέρουν γιατί.
     Όμορφος μεσήλικας, που "έχει τον τρόπο του". Τέλειος χαρτοφύλακας σε ένα ήσυχο καφέ δέρμα, ασορτί με τα αψεγάδιαστα δετά σουέτ παπούτσια. Αγέρωχος. Βήμα σίγουρο. Τα μάτια του χαμηλά, λίγα μέτρα μπροστά του σα να μετράει τις λωρίδες. Το δεύτερο χέρι χαλαρά στη τσέπη, χωρίς να διαταράσσεται το στρωτό περπάτημα. Κοστούμι λευκό, ένα παστέλ μπεζ της γης μάλλον, πολύ διακριτικό, καλοραμμένο. Ρολόϊ αρκετών εκατοντάδων ευρώ. Ματογυάλια με τον ένα βραχίονα έξω στο ένα τσεπάκι του σακακιού. Ρίχνει ματιά δεξιά του στη χοντρούλα και αποστρέφει το βλέμμα. Νομίζω με ένα μειδίαμα απόρριψης, δε παίρνω κι όρκο. Δυο λωρίδες πριν τον τερματισμό το ύφος του αλλάζει απότομα. Μια παγωμένη σκέψη τον τρέπει σε φυγή. Γυρίζει και τρέχει πίσω, από εκεί που ξεκίνησε. Το κουστούμι δείχνει από πίσω αστείο καθώς τραντάζεται από ένα τρέξιμο τόσο άτσαλο σα να είναι η πρώτη δοκιμή για τροχάδιν. Κοντοστέκεται, κοιτάζει την ώρα, τρίβει το κεφάλι του με ένα ανήσυχο ύφος, κάνει μια δεύτερη σκέψη. Στήνεται πάλι μπροστά στις άσπρες γραμμές. Τώρα έχει ένα ηττημένο ύφος , νομίζω πως με κοιτάζει με την άκρη του ματιού και ψάχνει αμέσως απεγνωσμένα ένα τρόπο να δείξει συγκροτημένος. Είναι φανερό πως το πρωϊνό του γαμήθηκε.

     Ένα τέρα, δύο τέρα, τρία τέρα...Το φανάρι ξαναγίνεται Γρηγόρης. Απέναντι κόσμος μαζεύεται φίρδιν μίγδιν πάνω από ένα πεσμένο πλάσμα. Ένα περιστατικό που το έχασα. Μερικοί κρατούν το κεφάλι τους. Μια κοπέλα με κοιτάζει παρακλητικά. Κατεβαίνω στην φρέσκια άσφαλτο και τρέχω απέναντι χωρίς να πατήσω ούτε μιά ρίγα. Κάνω πέρα τον κόσμο να δω. Ο όμορφος μεσήλικας, ο αγέρωχος, είναι σωριασμένος στο δρόμο, χτυπημένος από λεωφορείο. Ο χαρτοφύλακας είναι πατημένος από τις ρόδες. Ο οδηγός σιγοκλαίει κρατώντας σκληρά τα μαλλιά του. Μια γραία σιγομουρμουρίζει παρακλήσεις. Ένας κατά δήλωσή του γιατρός κρατάει το κεφάλι του όμορφου μεσήλικα. Είναι ακίνητο και ήρεμο το σώμα του, η φυσιογνωμία του έχει κάτι το αποτρόπαια θετικό. 
     - Κάντε πέρα , φωνάζει ο γιατρός. Ο άνθρωπος ξεψύχησε. Πέρασε απέναντι. Τέλος. Παρακαλώ, δεν έχει τίποτε να χαζέψετε. Παρακαλώ. Βοηθείστε με να τον φέρουμε στο πεζοδρόμιο κύριε... δε ξέρω γιατί, όταν τα πράγματα ζορίσουν οι άνθρωποι εμένα κοιτούν.
     Σκύβω και πιάνω το χέρι του νεκρού. Ο γιατρός του κλείνει τα μάτια και σκεπάζει το πρόσωπό του με ένα καπέλο. Αισθάνομαι την παλάμη του όμορφου μεσήλικα, ζεστή, φιλική, σαν μια παλάμη που την τείνεις σε φίλο. Μου φαίνεται ότι ήξερε καλά τι έκανε.
Μου φαίνεται ότι ήθελε να περάσει απέναντι. Και μου φαίνεται ότι ήξερε και γιατί.

     Οι περισσότεροι που περνούν απέναντι μη νομίζεις ότι ξέρουν γιατί.

Σάββατο, Ιουνίου 14

Το κύκνειο χάσμα

      Το κύκνειο χάσμα είναι αγεφύρωτο. Σηματοδοτεί την τελική παραίτησή μας από την επικοινωνία με τους αγαπημένους μας. Σηματοδοτεί την εγκατάλειψη των ονείρων μας ακόμη κι αν εκείνα είχαν καταλήξει χίμαιρες.     Σηματοδοτεί την μετεξέλιξή μας σε αγρίμια που επιβιώνουν εκτός της αγέλης. Το κύκνειο χάσμα είναι προάγγελος κακών.
     
Εκτός και αν δεν είναι !
     Το κύκνειο χάσμα, με την προσοχή στραμμένη στη λέξη κύκνειο.
     Ένα ταξίδι από την θαλπωρή της εστίας προς την ιδιωτικότητα στις ράγες του υπαρξισμού. Από τον όχλο στο άτομο. Από το αποδεκτό στο ιδεατό. Ένα ταξίδι που απαιτεί αντοχές αναστενάρη. Ένα ταξίδι χωρίς ορισμένο προορισμό. Η ενηλικίωσή μας, μέσα μας.   
     Το πρώτο μου βιβλίο είναι στο καρνάγιο... με την φιλοδοξία να μην αποδειχθεί κύκνειο.
Τώρα θα μεσολαβήσει σιωπή.

Παρασκευή, Ιουνίου 13

O Άρτι, αφιχθείς στον κύκλο των σακάτηδων



    Ο  Άρτι μπήκε για κρίκερ στο bistrot των σακάτηδων. Κατευθύνθηκε προς τη μπάρα με αδιάφορο ύφος. Εκείνοι κάρφωσαν όλοι τα μάτια τους πάνω του. Σα να μπήκε λόρδος σε καλύβα.

      Όταν εκείνος παράγγειλε μπόρεσε να τους τσεκάρει με την περιφερειακή του όραση. Είχε πέσει μια βουβαμάρα.  Ηλεκτρισμένα βλέμματα εξέταζαν τον αρτιμελή τύπο πατόκορφα. Ιδιαίτερα τη στιγμή που κατάφερε να ξυθεί στη πλάτη ενώ με το δεύτερο χέρι ρουφούσε τον αφρό της μπύρας του απολαυστικά, εκείνη τη στιγμή κάποιοι από τους τύπους με το ένα χέρι κοκκίνισαν ολάκεροι από θυμό. Του Τούρκου του Bartender του Ισμαήλ οι παύσεις στη βαβούρα του προκαλούσαν νεύρα. Τον έκαναν Τούρκο. Φοβόταν ότι η καταιγίδα μπορεί να ξεσπάσει στα τραπέζια και τις καρέκλες του. Έτσι φώναξε για αντιπερισπασμό :
   -  Σφηνάκια για όλους !

    Έγινε σούσουρο. Όλοι αναδιατάχτηκαν σαν να ξύπνησαν από ύπνο αιώνων. Μερικές πατερίτσες γλίστρισαν στο πάτωμα. Στα πηγαδάκια ξέσπασαν πάλι συζητήσεις. Σχολίαζαν την εξέλιξη της Τούρκικης μενταλιτέ δια μέσου των γεννεών. Μετά και πάλι έπιασαν να τσεκάρουν τον νέο με κλεφτές ματιές. Αλλά φαίνονταν ότι θα τον ανεχθούν. Παρ' όλο που η επιδεξιότητα ήταν επικυρηγμένη.

     Μια κοπέλα στο ακριανό τραπεζάκι, η επόπτρια δίπλα στην έξοδο κινδύνου,  δεν άφησε στιγμή από τα μάτια της τον Άρτι. Με το κουλό της το χέρι τύλιξε μαλακά στο χαρτάκι την δόση του. Μικρή, μετρημένη, αποτελεσματική. Αναισθητικό. Μετά σηκώθηκε και περπάτησε προς το ουρητήριο σκοντάφτοντας τάχα στο διπλανό του σκαμπώ. Μέχρι να γυρίσει να δει ο δικός μας ποιος αδέξιος σκόνταψε, η σκόνη διαλυόταν στο ποτήρι του.
     Καθώς οι γουλιές κυλούσαν σα μαχαίρια στη καρωτίδα η όρασή του έχασε την αψάδα της. Νόμισε πως τους είδε να σηκώνονται και να τον περικυκλώνουν. Το κεφάλι του βούιζε. Οι σακάτηδες # έκαναν διαβουλεύσεις. Τελικά έχασε τις αισθήσεις του. 
     Τον βρήκαν το πρωί σε ένα έρημο στάδιο πίσω από το μπαρ.Είχε τρία δάχτυλα λιγότερα και το ένα μάτι του ήταν βγαλμένο. Όταν τον σήκωσαν μετά βίας μπορούσε να κάνει δυό βήματα, το ένα πόδι του ήταν για πέταμα. Πέρασε δυό μήνες στο σακατοκομείο και άλλον έναν στο άσυλο υπαλληλικής προσαρμογής. Μετά τον δέχτηκαν στο ελληνικό δημόσιο.


# η υπερβολή στα κείμενα είναι εργαλείο εστίασης. Σακάτης κατονομάζεται ο δήθεν ανήμπορος.  
   

Κυριακή, Ιουνίου 8

τικ τακ τικ τακ ... ο χρόνος είναι μνήμα !



 6:37πμ.   Ένας παχουλός παππούς απλώνει γαριασμένα σεντόνια με σιέλ λαχούρια σε μια λερωμένη ταράτσα. Φυσάει και εκείνα κυματίζουν. Αν και μοιάζουν με πανιά, δεν καταφέρνουν να κουνήσουν την γκρίζα πολυκατοικία. Ο παππούς ούτε σήμερα θα ταξιδέψει. Την ημέρα που εν τέλει θα κάνει το ταξίδι μπορεί και να μη φυσάει καθόλου.

 6:38πμ    Κάτω στη ροδιά του ακάλυπτου οι καρποί έχουν σκάσει μύτη. Μικρές σα ψεύτικες μπίλιες. Θα ήταν μούρλια σε μια διάφανη πιατέλα με ένα χοντρό πράσινο κερί να καίει στη μέση.Τα god dumn Χριστούγεννα αργούν ακόμη.  Όταν έλθουν τελικά εκείνες οι γιορτές, τα ρόδια θα έχουν πέσει και θα σαπίζουν στη γη.  
    6:39πμ.    Ένας κοπρίτης σκύλος ξεσηκώνει μια οικογένεια γλάρων από τη βαριεστημάρα τους. Εκείνοι φωνάζουν σα να ήλθε γύπας να τους κλέψει τα αυγά. Ο σκύλος το διασκεδάζει. Όταν έλθει γύπας οι γλάροι μπορεί να οργανώνονται για να αναχαιτίζουν κοπρίτες.
    6:40πμ      Ένα σπουδαγμένο αγόρι ξεφυλλίζει για εκατοστή φορά μικρές αγγελίες. Είναι στα ντουζένια του σωματικά και πνευματικά. Το κεφάλαιο αγνοεί την παραγωγική δυναμική του νέου και ασχολείται με τα επιτόκια δανεισμού στη διατραπεζική. Όταν το κεφάλαιο ασχοληθεί με το αγόρι εκείνο μπορεί να είναι πλέον παραγωγικά ένα ράκος. Δε θα χρειαστεί βέβαια να του πληρώσουν bonus.
    6:41πμ      Πάνω στα ψηλά βουνά ένα χωριό περιμένει να λιώσουν οι πάγοι. Οι πυκνές πατημασιές των ανθρώπων αρχίζουν όταν ξαναφανεί το καφέ ξερό χώμα. Βάζει τα καλά του για να περιμένει το τριήμερο της Αγίου Πνεύματος. Θα ζήσει πιένες. Ήχοι κλαρίνων και γέλια παιδιών θα ξεσηκώσουν τις ήσυχες σκιές του πλάτανου. Μετά θα ησυχάσουν όλα. Όταν θα λιώσουν οι πάγοι στις προθέσεις των ανθρώπων το χωριό μπορεί να έχει καταλήξει ένα συνονθύλευμα από γκρέμια.
    6:42πμ.      Μια γάτα κοιμάται αποκαμωμένη παρόλο που κοιμάται τις τελευταίες σαρρανταπέντε ώρες διαρκώς. Βλέπει στον ύπνο της τον τέλειο γάτο. Χαμογελάει. Νομίζει ότι τα όνειρα είναι το καλό κομμάτι της ζωής. Όταν έλθει ο τέλειος γάτος θα την περάσει για κουφάρι. Κανείς δε θέλει να ασχοληθεί με ένα κουφάρι. Καθώς θα προσπερνά αηδιασμένος θα χαμογελάει.  Έτσι θα μείνουν κι οι δυο με την εντύπωση ότι βιώνουν κάποια σχετική ευτυχία.Όπως και οι μοναχικοί άνθρωποι.
      Τα πράγματα γενικώς εξακολουθούν να χτίζουν τραγικές συναρτήσεις με το χρόνο. Μερικοί λένε ότι ο φόβος κινεί όλα τα πλάσματα και εκείνα με τη σειρά τους υπονομεύουν τις εξελίξεις. Εγώ πάλι νομίζω ότι δεν είναι ο φόβος, το μεγαλύτερο δεινό.. Είναι η κακή, οδυνηρά κακή αίσθηση που έχουμε για την ουσία, την τεχνική διαχείρησης και το αποτύπωμα του χρόνου. Είναι η τραγικά φτωχή επίγνωση της φθοράς μας, εν όσω ασχολούμαστε με λάθος στοιχήματα, σε λάθος ένταση, σε λάθος στιγμές.
     0:00μμ    Ο χρόνος δεν είναι χρήμα. Δεν είναι ωστόσο ούτε εχθρός. Για τους περισσότερους από εμάς, έτσι όπως τον διαχειριζόμαστε, ο χρόνος είναι μνήμα.
   

Πέμπτη, Ιουνίου 5

..όλα μου τα πραξικοπήματα τα καταστέλλει ο θρίαμβος


  Στο πορτοκαλί δεν είχα συμβάντα. Θέλω να πω , δε πήγε το πόδι στο φρένο. Όταν κοκκίνισε το φανάρι ήταν πλέον αργά. Απ' τα αριστερά όρμισε κατά πάνω μου ένας όγκος. Ένα γκρί τέρας που μεγάλωνε. 'Ενα αίσθημα κενού στο στομάχι.'Ενα μούδιασμα στα πόδια και σε όλα τα κείμενα ανάμεσά τους. Μετά ένα σκοτείνιασμα στο μυαλό. Ανακλαστικές αντιδράσεις , ανάκατες με ένα δυνατό φρικτό προαίσθημα. Τέλος μια ...παραίτηση, πριν το μοιραίο. Δε τη λες φόβο, ο φόβος έρχεται εγκαίρως, παραίτηση ήταν. Έκλεισα τα μάτια, αυτό το θυμάμαι καλά.
    Τη γλύτωσα ! Παρά τρίχα ..Είναι ένας θρίαμβος η στιγμή που πιάνεις το κορμί σου και αποφαίνεσαι ότι είσαι ακόμη αρτιμελής. Δεν έχει σημασία πόσο πονάς. Εκείνη τη στιγμή μετράς τις προοπτικές. Επικαλείσαι μάλιστα ένα σωρό εντελλώς ανύποπτους αγίους.
     Εγώ τελευταία όλο παρά τρίχα γλυτώνω. Και όλο και πιο μεγάλη έξαψη μου προξενεί. Προκαλώ. Τα βάζω με ισχυρούς. Γκρεμίζω τα τουβλάκια μου. Χαλώ το ρολόϊ μου. Αφήνω ξεκλείδωτα παντού, δε κυνηγώ διορίες. Δεν λαμβάνω υπ' όψιν ενδείξεις.  Λέγω πιο συχνά όλο και πιο τερατώδη ψέματα. Στον εαυτό μου τα συνθετότερα ! Σε κείνους που με διαβάζουν στήνω αντιπερισπασμούς.  Στην αρχή λίγο ίδρωνε η μύτη μου, εκεί στο μουστάκι. Όχι, όχι το αυτί μου, δε ξέρω ποιός το καθιέρωσε αυτό.  Τώρα τίποτα. Δεν ιδρώνει τίποτα.  Λέγεται θράσσος, εγώ προτιμώ να το λέω πραξικόπημα.
    Όταν πρωτοάρχισαν, τα ατυχήματα που ακολουθούσαν τα τολμήματα, θεωρούσα ότι μου φταίνε οι πλανήτες. Μετά από δυό στη σειρά σκέφτηκα το ..ουκ ανδρός σοφού. Στα τρία ή τέσσερα στη σειρά, έμαθα πια ότι all about risk είναι ένα αίσθημα που σε κάνει νεότερο. Επικεφαλίδα = ζαριές. Συνήθης έκβαση = απώλειες. Ο πόνος, γιατί πάντα υπάρχει πόνος, είναι  ευθέως ανάλογος με το διακύβευμα. Άλλο να χάνεις ένα δάχτυλο, άλλο έναν έρωτα. Με τα δάχτυλα ξέρεις ότι έχεις άλλες δεκαεννιά ευκαιρίες. Με τον έρωτα δε ξέρεις τίποτα.

    Την τελευταία πάντως φορά που ...με ένοιαζε δε τη γλύτωσα! Επίτηδες δε γράφω δε τη πήδηξα. Η σύγκρουση ήρθε και ήταν σφοδρότατη. Δεν σκόπευα να τη χάσω. Σκόπευα μόνο να επωφεληθώ από την ανάγκη της για το πακέτο μου. Εκείνη σκόπευε με άλλο τουφέκι μάλλον, γιατί με πέτυχε στο δόξα πατρί. Με πυροβόλησε και με άφησε να ψυχοραγώ. Έχασα αίμα. Δε πέθανα κι όλας, αλλά... πως να το πω, μετά από μεγάλες αιμοραγίες οι μεταγγίσεις σε κάνουν άλλο (ζώ)ον.  Δεν έχεις τον έλεγχο του αποτελέσματος. Εξαρτάται από τους δότες που θα βρεθούν. Εξαρτάται επό τη δεκτικότητα του οργανισμού σου. Εξαρτάται από τις συγκυριακές επιμολύνσεις.. τι να λέμε τώρα. Εγώ, από ομάδα αίματος = Πανελευσινιακός. Μια κατηγορία μόνος μου. Τι ζωογόννες μεταγγίσεις να περιμένω ;

    Θα ευχόμουν τώρα εκ των υστέρων να είχε επικρατήσει ο φόβος ώστε να αποφευχθεί τούτη η επέλαση του θριάμβου επί πτωμάτων. Θέλω να πω, βλέπεις τις δυό καρέκλες στη θάλασσα ; Είναι ωραία μια φωτογραφία που βασίζεται στην αφαίρεση. Δεν ισχύει όμως το ίδιο με την χαρά. Η χαρά θέλει μερίδες, μαχαίρι, μισά και τεταρτημόρια. Μοίρασμα. Μιά άδεια καρέκλα είναι προάγγελος για δυό άδειες καρέκλες που είναι προάγγελοι φθοράς. Τις περισσότερες φορές το πραξικόπημα πάει λίγο παρακάτω ωσότου μοιάζει πλέον με Βατερλώ. Οι σωστές μερίδες φόβου στις σωστές στιγμές είναι ένα είδος τέχνης.

    Πριν λίγες μέρες είδα τους φοβερότερους βράχους δίπλα στη θάλασσα. Το κύμα είχε κεντίσει πλεξούδες περίτεχνες, σα μαλλιά κοπέλλας κλεισμένης σε κάστρο. Και το κύμα και η κοπέλλες που είναι κλεισμένες σε κάστρα, έχουν σύμμαχο το χρόνο. Εμείς όχι.

     Ο θνητός άνθρωπος είναι κατασκευασμένος  με φθηνά υλικά. Νερό, ασβέστη και αλαζονεία.  Νομίζει αρχικά ότι είναι βράχος. Από την άλλη μεριά ποιός είναι άτρωτος ; Ο αθάνατος άνθρωπος είναι ο νεκρός. Δεν απασχολεί ποτέ πριν έλθει η ύστατη ώρα... Ανάμεσα στο θνητό και τον αθάνατο άνθρωπο μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημμα... μια σύντομη ευκαιρία για ευτυχία.