Κυριακή, Αυγούστου 31

παρακαταθήκες μπαρουταποθήκες



   Νομίζω ότι ήταν ένα από εκείνα τα βράδια χθες. Αναμφισβήτητα δηλαδή, ήταν ένα από εκείνα τα βράδια χθες. Ότι μου έλεγε εκείνη ξεσήκωνε μέσα μου θύελλες. Εκείνη δεν είχε στην αρχή την παραμικρή επίγνωση. Κρατούσα τις αντιδράσεις εγκλωβισμένες και με το κορμί μου έστηνα αντιπερισπασμούς. Όμως δυο φορές πετάχτηκα σαν ελατήριο από την καρέκλα χωρίς προφανή αφορμή. Εκείνη , όπως έκανε πάντα, τινάχτηκε και με ακολούθησε απευθύνοντάς μου καταιγιστικές ερωτήσεις. Η ανασφάλειά της είχε πυροδοτηθεί. Άρα δεν ήμουν και πολύ καλός ηθοποιός. Όσα ήταν να ειπωθούν, αν λέγονταν χθες, εκείνη την ώρα, θα λέγονταν με ανάρμοστη ένταση και με υπερβολική κατηγορηματικότητα. Στην τελική, οι ετυμηγορίες μου δεν είναι κομμάτια από μπετόν. Γι αυτό όταν τις ξεστομίζω αναγνωρίζω κατόπιν μονάχα ένα μικρό κλάσμα τους. Ένα σοβαρό κομμάτι τους μετασχηματίζεται σε άστοχο λόγο, το να επιλέγεις τις λέξεις φορτισμένος είναι ένα παιχνίδι για δυνατούς  λύτες. Το υπόλοιπο μέρος τους είναι ο πολλαπλασιαστής της στιγμής. Ύστερα αντιλαμβάνομαι ότι έτσι εκφρασμένες, οι ενστάσεις μου χάνουν την αληθοφάνειά τους κι εγώ την σοβαρότητά μου στα μάτια της. Το παιχνίδι είναι ασφαλώς χαμένο, διδάσκεσαι να μη ξεκινάς τη ρήξη, αν δεν είναι η αφορμή αντάξια. Σπάνια εκ των υστέρων η αφορμή δικαιολογεί το σύνολο των γεγονότων. Δε σου συμβαίνει αυτό; Ε, λοιπόν, τις περισσότερες φορές που σωπαίνω, είναι γιατί προβλέπω τούτη την πανωλεθρία.
     Τις περισσότερες φορές που σωπαίνω, φυσικά εκείνο που μέσα μου υποβόσκει θεριεύει. Ο πολλαπλασιαστής που λέγαμε, δουλεύει όσο κυλάει αίμα στις μισοφαγωμένες αρτηρίες. Και δίνει στις εκκρεμότητες έναν αβάσταχτο όγκο. Τα ψυχοσωματικά μου συμπτώματα κάνουν τότε πάρτι. Καταφεύγω σε μια σειρά από αστεία καταπραϋντικά, κάνω ένα άκακο επεισόδιο με ένα αθώο τετράδιο, καπνίζω ένα βαρύ στη ζούλα με ταχύτητα και τελικά ψαχουλεύω εκείνο το συρτάρι με τα κρυμμένα χάπια. Τίποτε δεν αναστέλλει την τρικυμία. Απλώς μετά από αυτή την οδυνηρή διαδικασία θεωρώ ότι το επόμενο όπλο μου δεν είναι της ώρας να τραβηχτεί. Κι έτσι το κύκνειο διάβημα αναβάλλεται, αναβάλλεται με εκείνο το συναίσθημα ήττας που έχει ο άλτης βουτώντας κάτω από τον πήχη γιατί η σειρά με τα βήματά του ήταν λάθος μετρημένη.  Μια φορά, όλα τα υπόλοιπα μπορείς να παραστήσεις ότι δε συνέβησαν. Οι επιπτώσεις τους θα παραμείνουν μέσα σου και έντεχνα θα σβηστούν. Ενώ αν πηδήξεις ;
    Νομίζω ότι ήταν ένα από εκείνα τα βράδια χθες. Με τα μικρά και άναρχα σε κατάσταση αναμονής γύρω μου. Μια πρίζα που δεν είχε που να μπει, ένας ακαταχώριστος φορτιστής, ένα άδειο κουτί από τις εξαφανισμένες νυχτερινές ωτοασπίδες, το άδειο κρεβάτι με το ανεπαρκώς τσαλακωμένο σεντόνι, δύο παντόφλες που δεν μου κάνουν πια. Ένα μπουκάλι με μισή δόση, ούτε να το πετάξεις ούτε να πιείς. Ένα στεγνό μπουρνούζι δίπλα σε ένα νοτισμένο. Εισπνοές που δεν είναι αρκετά βαθιές. Θόρυβοι από το περιβάλλον που κατατάσσονται σε αποκρουστικές ακολουθίες. Ένας καυγάς που πάλι αναβλήθηκε, μια εκκρεμότητα που επιμένει. Κατά βάθος εκείνο που με διαφοροποιεί από έναν νευρασθενή είναι ότι διαχειρίζομαι τις κρίσεις μου με την αποδεκτή κοινωνική επίγνωση. Μέσα μου οι τρικυμίες είναι το ίδιο έντονες και φυσικά το ίδιο καταστροφικές. Ας είναι… Είμαι ένας νευρασθενής που ο πυροκροτητής του είναι σε ένα σφραγισμένο αλουμινόχαρτο. Αυτό είναι όλο, και δεν τιμάει κανέναν αυτή η συνθήκη, πόσο μάλλον εμένανε τον ίδιο…
     Τις περισσότερες φορές που σωπαίνω, ο χώρος που αφήνω καλύπτεται από εκείνη που επιλέγει να μιλήσει. Εδώ το πράγμα αποκτάει μια άγρια ομορφιά. Είμαστε σαν ένα ντουέτο αγρίμια στη σκιά, το ένα πεινασμένο προτιμάει να κοιμηθεί και το άλλο πεινασμένο σκίζει ένα λαγό στα δυό, αργά, έτσι που εκείνος σκούζει ατελείωτα και με όλη του την δύναμη. Η κατάσταση είναι ένα βήμα πριν τη σύρραξη. Αν τραβήξεις τη φωτογραφία,  στο national θα βάλουν λεζάντα οικογένεια λιονταριών σε αγαστή συμβίωση. Σε μερικούς αναγνώστες θα λειτουργήσει μάλιστα ως κίνητρο για να επιδιώξουν μια… οικογένεια θέλω να πω… ως τον ενδεδειγμένο τρόπο να πάνε τη ζωή τους ένα σκαλί επάνω. Το επάνω και το κάτω κανέναν δεν απασχολεί εξάλλου τη στιγμή που οραματίζονται ένα ωραίο μαρμάρινο σκαλί. Τους απασχολεί η βαρετή εικόνα του ενιαίου επιπέδου. Έτσι είμαστε φτιαγμένοι. Ηλίθιοι. Και μικροί για τις περιστάσεις. Δε ξέρω το κίνητρο εκείνου που έφτιαξε τον κόσμο, αλλά το να σπάζεις πλάκα παρατηρώντας τις περιστάσεις είναι στα μάτια μου από μόνο του επαρκές.
     Νομίζω ότι ήταν ένα από εκείνα τα βράδια χθες. Άρδην δομημένο. Η εξέλιξή του τούτη τη φορά δεν ήταν ενδιαφέρουσα, από πλευράς ιστορικής καταγραφής. Ωστόσο άφησε μια ακόμη παρακαταθήκη. Καταλαβαίνεις τι εννοώ, ε ; Θα έλθει σύντομα ένα ενδιαφέρον βράδυ, όπως θα έλθει σίγουρα η επόμενη πανσέληνος, όπως θα έλθει σίγουρα η επόμενη ήττα της αγαπημένης μας ομάδας. Του εαυτού μας. Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον.  


   

Σάββατο, Αυγούστου 30

Ξεμπέρδευε

      Μομφή . Το απόλυτο εργαλείο.  Θέλεις να ξεμπερδεύεις με τα πράγματα ; Μη κάθεσαι να τα ψειρίζεις. Όχι. Πέτα τους λάσπη. Χάνουν όλη τους την αίγλη. Θα περνάς και ούτε που θα τα προσέχεις. Θα δεις. Γίνεται τόσο όμορφη η ζωή σου μετά. Δε συγχίζεσαι ρε παιδί μου... πως να το πω.. δε χαλάς τη ζαχαρένια σου. Όλα περιστρέφονται και πάλι γύρω από εσένα. Η νίκη είναι το όπιο των εγωϊστών. Μομφή. Το υπερόπλο για επικές νίκες. 

Τρίτη, Αυγούστου 26

Η ζωή στο χώλ.

 Η λογική λέει ότι αν έχεις μια τσουγγράνα 
και ένα κομμάτι ωραίο χόρτο το Σεπτέμβρη πιάνεις να μαζεύεις τα ξερόφυλλα των πλατανιών. Την άλλη μέρα έχει γεμίσει πάλι ο τόπος αλλά δε πτοείσαι. 
    Μια φορά κι έναν καιρό δεν είχαμε χώρο για τις λογικές αλληλουχίες... Μια τσουγγράνα ήταν μια τσουγγράνα. Δε μπορούσε να μας δώσει εντολές...Το λευκό μας ήταν άλικο και το μαύρο μας κατράμι.  Σταράτα πράματα. Ξυπνούσαμε πάντοτε αποκαμωμένοι από ολονύχτιες ιδεολογικές αναμετρήσεις με τους κολλητούς μας και η μέρα μας φαινόταν ατελείωτη γιατί θα αργούσε πάλι να νυχτώσει. Ο χρόνος τεντώνονταν και μάζευε κατά τις ευχές μας. Κάθε υπομονετικός ακροατής μπορούσε να αποδειχτεί αδελφός μας για λίγες ώρες. Φοιτούσαμε, αγαπούσαμε, γυρνούσαμε & μεθούσαμε με το γκάζι πατημένο τέρμα. Δεν πολυδουλεύαμε, αλλά ήταν έτσι η ζωή στο χωλ. Και αφού μπορούσαμε ασχολούμασταν πολύ με τη αμπελοφιλοσοφία.  Αλέθαμε τις παραστάσεις μας με τις απόψεις μας χωρίς να ξεδιαλέγουμε τα υλικά. Πετούσαμε μέσα τα πάντα, ατόφια, με τις φλούδες, τα κοτσάνια και τις συσκευασίες τους. Ο χυμός που πίναμε εκεί στην πόρτα της ενηλικίωσης ήταν πάντοτε σουρεαλιστικός.
  
   Έπειτα ανοίξαμε την πόρτα και μπήκαμε στο κυρίως δωμάτιο. Η λογική έγινε το φίλτρο μας , το ρούχο μας, ένας ζουρλομανδίας αν σκεφτεί κανείς τον τρόπο που έχει δεθεί γύρω από το μυαλό μας, με σταυρωτούς ιμάντες. Μπήκαν στο λεξιλόγιό μας άγνωστες λέξεις : επένδυση, πρόβλεψη, διαχείριση κινδύνου, ασφάλεια, απόδοση, κύρος, ψυχολόγος, δικηγόρος, λογιστής, αντικαταθλιπτικά, πόλεμος, κρίση. Μπήκαν στην ημέρα μας έννοιες πρωτόγνωρες : πρόγραμμα, υποχρέωση, διορία, ήττα, ρήξη, φθορά, απώλεια, αρρώστια. Μπήκαν στη σκέψη μας προυποθέσεις.

   Μια φορά κι έναν καιρό είμασταν νέοι. Εκείνοι που είναι σήμερα νέοι, υπάρχει σοβαρή περίπτωση να θέλουν να παραμείνουν στο χωλ. Τουλάχιστον μη τους οικτίρουμε.

Κυριακή, Αυγούστου 24

παραστατικό ..περιστατικό


    Είναι όλα γύρω μου. Τα τελευταία πεύκα που βρέχουν κι αλατίζουν τα πόδια τους, το κοντράστ του πράσινου νερού με τον ουρανό, τα λαλάρια με το σιγοψυθίρισμά τους, ένας γλάρος που σκούζει με ταλέντο, κρυστάλλινη θάλασσα, κοπάδια από σπαράκια στα πόδια μου και ένα θρόϊσμα που κάνει το δέρμα μου να αναρριγάει σα να το ακουμπάει πρώτη φορά μια γυναίκα. Κλείνω τα μάτια. Είμαι πολύ πολύ ευτυχισμένος, αυτή είναι η αλήθεια μου της στιγμής. Κάνω μερικές ήσυχες τούμπες και προκαλώ εκείνη τη βροχή από φυσσαλίδες που φουσκώνει το μαγιώ μου. Θέλω να το βγάλω. Ρίχνω μια ματιά γύρω στον παράδεισο...Τον βλέπω.
     Ένας άνθρωπος κήτος πλησιάζει με αυτοπεποίθηση την ακρογιαλιά. Κολυμπάω στα 100 μέτρα απόσταση. Δε μπορώ να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Τον καρφώνω λοιπόν ...με τρόπο. Τα στήθια του είναι τεράστια και κρέμονται σαν σακούλες. Το μαγιό του πρέπει να είναι δυό τετραγωνικά ύφασμα. Περπατάει με αστάθεια, αργά, σαν τον πρώτο αστροναύτη στη σελήνη. Και μετά σιγά σιγά μπαίνει στο νερό. Μου προξενεί μια αποστροφή. Γυρίζω το σώμα και κάνω μερικές απλωτές. Δεν πατώνω πλέον οπότε με αργές κινήσεις επιστρέφω προς τα ρηχά. Η θάλασσα δεν είναι πια η ίδια. Θαρρείς και μια δυσάρεστη αύρα απλώνεται παντού. Ξέρω καλά από που προέρχεται. Παλεύω να το αγνοήσω. Όμως να, μου μιλάει. Μια φωνή που παράγεται από ένα κολοσιαίο τρομπόνι απευθύνεται σε μένα προσωπικά. Είναι αρκετή για να μου διαλύσει τον παράδεισό μου. Είναι το τέλος...
    - Ωραίο το νερό σήμερα.
    - Καλημέρα, λέω με κόπο. Νεύω θετικά. Μετά κάνω ένα μακροβούτι. Ύστερα ξαπλώνω ανάσκελα και αφήνω τα αυτιά μου μέσα στο νερό. Δε κουβαλήθηκα σε αυτό τον παράδεισο για να κάνω μπάνιο με έναν ελέφαντα. Τα πευκάκια έχουν χαθεί. Το σουέλ έχει σιωπήσει. Όλος μου ο πρωϊνός σχεδιασμός έχει γίνει ερείπια. Πατώνω, κλωτσάω τον πυθμένα. Σηκώνομαι να φύγω...
    Εκείνος χαμογελαστός βυθίζεται ολοένα και περισσότερο ώσπου το κεφάλι του είναι το πρώτο πράγμα που βλέπω. Δεν είμαι ο μόνος μέσα στη θάλασσα. Όμως είμαι ο μόνος που εκείνος ζυγώνει. Μια μικρή τρικυμία συμβαίνει στο κεφάλι μου.  Είναι μεγάλη η ανορθογραφία, είναι τόσο έκδηλλη που με κάνει να σκέφτομαι κακίες, μεγάλες κακίες στη σειρά !
    - Δεν είστε ντόπιος ! Τουρίστας ;
    - Νεύω πάλι θετικά. Αν δε μου είχε ξεφύγει η καλημέρα θα μπορούσα να κάνω τον Ισπανό γμτ.
    - Πρώτη φορά στο βαθύ γυαλό ;
    - Πρώτη. Μας είπανε ότι είναι ερημικά και καθαρά.
    Μια κυρία εκατόν πενήντα κιλών ήδη κατευθύνεται προς τα πάνω μας ! Κάνει γειά. Το κήτος της νεύει πίσω.
   - Η γυναίκα μου, μου κάνει...
    Εγώ ήδη κολυμπάω προς τα έξω, και μάλιστα πλαγίως. Μια γενική ταχυπαλμία με κυριεύει και δε μπορώ πλέον να ελέγξω τη δυσφορία μου. Θέλω να γλυτώσω. Η θάλασσα πλέον είναι γεμάτη από χοντροκομμένη και ζωώδη ασχήμια. Παλεύω να σβήσω τούτες τις σκέψεις από τον πίνακά μου, είναι σα να προσπαθώ με τον σπόγγο της κιμωλίας να σβήσω ανεξίτηλο μαρκαδόρο. Αποσύρομαι !
   - Καλά να περνάτε , ψελίζω ...
   - Καλή συνέχεια , απαντάει.
    Σηκώνομαι όρθιος και περπατάω τα τελευταία βήματα προς την αμμουδιά. Μέσα μου βρίζω αλλά έξω μου κανονικά, τα σφιγμένα δόντια μου σχηματίζουν ένα σχετικώς ήρεμο προσωπείο. Έκανα πάνω από εξακόσια χιλιόμετρα για να κολυμπήσω σε τούτον τον παράδεισο. Καλά να πάθω.
    Βγαίνω από τη θάλασσα. Είμαι ένα κήτος σε καλίγραμμο κορμί. Η θάλασσα γίνεται καλύτερη χωρίς εμένα. Οι άνθρωποι μπορούν να κοπλυμπήσουν πλέον χωρίς το αναθεματισμένο μου κόμπλεξ. Ότι ασχήμια είχε το μέρος, ότι ανορθογραφία, ότι ζωώδες και ανάγωγο, ότι χοντροκομμένο, έχει πλέον βγεί από το νερό. Ήμουν εγώ. Ήμουν εγώ. Και ο αναθεματισμένος ρατσισμός μου.
    Θα μπορούσα να χτυπήσω το κεφάλι μου με έναν βράχο. Ο βράχος δύσκολα θα την έβγαζε καθαρή. Πολλές φορές το κεφάλι σου, είναι το σκληρότερο σκεύος στον κόσμο. Και το πιό επικίνδυνο.
    Αισθάνομαι κήτος. Αισθάνομαι ανάγωγος. Αισθάνομαι ένα ζωώδες υποκείμενο. Χαζεύω τους χαρούμενους ανθρώπους που πλατσουρίζουν τα κιλά τους μέσα στο βαθύ γιαλό. Πολύ θα ήθελα να είμαι τόσο αλαφρύς. Σαν εκείνους. Σαν εκείνο τα ζευγαράκι. Εγώ ο αναθεματισμένος.
     Ο ελέφαντας.

Σάββατο, Αυγούστου 23

...execute dumb ideas beautifully

     Τι να παίξουμε σήμερα ; Τις νοσοκόμες ;  Ένα ζευγάρι σάκους του μποξ ; Μήπως να μη παίξουμε at all ; Το λέω γιατί καμιά φορά δε σου περνάει από το μυαλό. Ότι μπορούμε και να μην παίξουμε. Δε θα σταματήσει η μπάλλα να γυρίζει, όλα καλά θα πάν.
     Τι να παίξουμε σήμερα ; Το βάτραχο και το φιλί ; Την μοιραία κοιμωμένη ; Έχεις μισήσει τα παραμύθια ; Δε νομίζω. Το μόνο που έχεις μισήσει είναι το παραμύθιασμα. Σε βλέπω ευέξα..λλη γι αυτό το λέω. Πιάνεις την τρίχα στον αέρα πάλι και την κάνεις καραβόσχοινο. Σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις τα σκυλιά τρέχουν και κρύβονται κάτω από τραπεζάκια. Κι εγώ μπορώ, ξέρεις. Να αναπτύξω αμυντική συμπεριφορά εννοώ. Να επιδείξω αμέλεια. Ο παραμυθάς μπορεί να το βουλώσει για πάντα. Απλά νόμιζα ότι οι καλοί παραμυθάδες είναι ευχή στην εποχή.
     Τι να παίξουμε σήμερα ; Καουμπόυδες και άλογα ; Ινδιάνους και μπλέ πίπες ; Τους υπουργούς πολιτισμού ; Τους πλανητάρχες ; Αφεντικά και δούλους ; Δε βαρέθηκες γαμώτο την εξουσία ;  Δηλαδή πως να το πω... δε βαρέθηκες ρε γαμώτο την εξουσία ; Δε σου φέρνει ζαλάδα η κορυφή ; Σε βλέπω εκεί πάνω και σε σιχαίνομαι. Εσύ σε γουστάρεις ;
     Τι να παίξουμε σήμερα ; Άκου ! Εγώ λέω το κορίτσι και το αγόρι !  Τι ορθάνοιξες τα μάτια ; Δεν υπάρχει τέτοιο πράμα λες ; Νομίζεις ! Τι κοιτάς ρε αποσβολωμένη ; Είναι παλιό παιχνίδι αλλά θα σου αρέσει. Ο καθένας ασχολείται με εκείνο που του χάρισε η φύση ανάμεσα στα σκέλια του. Τι...   Είναι ηλίθια ιδέα ; Δε πειράζει ρε μαλάκα..
     Ας προσπαθήσουμε να την διεκπεραιώσουμε με ταλέντο.  

Πέμπτη, Αυγούστου 21

κλείσε να σε πάρω !

     Τράβηξε από το πακέτο το τελευταίο τσιγάρο της και το άναψε. Με σπίρτο. Άφησε το σπίρτο να της τσουρουφλίσει το δάχτυλο. Τον σκεφτόταν πολύ έντονα. Ο χρόνος λειτουργούσε σαν πολλαπλασιαστής του πόθου. Η απουσία του εκθέτης. Είχε παραμερίσει όλες τις ατέλειές του και τον έφερνε στο μυαλό της ολόφωτο. Δεν άντεχε άλλο να παριστάνει τη δυνατή. Ήθελε να ακούσει τη χροιά της φωνής του καθώς εκείνος θα απαντούσε με το λατρεμένο της: - έλα μωρό μου ! Αυτό ήθελε να ακούσει.
     Τον είχε διαολοστείλλει άσχημα. Σκεφτόταν μήπως τελικά το αδίκησε το πράμα. Θα καταλάβαινε. Αν τον άκουγε μια φορά θα καταλάβαινε αν η κρίση της ήταν ρεαλιστική. Εκείνος δεν έπαιρνε. Ή άντεχε περισσότερο, ή ήταν πράγματι τομάρι. 
     Χίλια στοιχήματα είχε βάλει ότι δε θα σήκωνε πια τηλέφωνο. Όχι πάλι εκείνη. Να τον κάνει να διαλυθεί από τη σιωπή της. Όμως καιγόταν, γαμώτο. Έπρεπε να υπάρχει ένα φάρμακο της λήθης. Τράβηξε δυό τζούρες μαζεμένες. Το χέρι της πήγε στην τσάντα, σα χέρι μαριονέτας που την όριζε ξένη βούληση. Έκανε να το τραβήξει έξω, ήταν χίλια κιλά. Τι ελαφρύτερο και μαλακίες, τούτο το κινητό ζύγιζε ένα τόνο. Έσιαξε νευρικά τα μαλλιά της και περπάτησε τις πλάκες προς τη θάλασσα. Ο κόσμος έμοιαζε γκρί. Δάκρυσε. Φύσαγε αφού...
      Άρπαξε το τηλέφωνο και πάτησε τις επαφές. Κωνσταντίνος => κλήση. Κοκκίνισσε ολάκερη. Μια κάψα απλώθηκε στα μάγουλά της και τα μηνίγγια της χτύπησαν επίθεση. Το χέρι που κρατούσε το τηλέφωνο έτρεμε τώρα σα σκυλί που το έχουν μαλώσει και κουρνιάζει ταπεινωμένο. Ακούστηκε ο βόμβος. Αισθάνθηκε τα πόδια της μουδιασμένα.
     Μετά εκείνος απάντησε :
    - Κλείσε να σε πάρω . Έχω εταιρικό .
   Η Αμαλία έσβησε το τηλέφωνο. Το πέταξε στη θάλασσα και κάθισε στον πρώτο κάβο που βρέθηκε εμπρός της. Κοίταξε στο νότο, πορτοκαλί φθορές και κόκκινες φλέβες χάραζαν τον ουρανό της. Λύθηκε στα κλάματα.
   Εκείνος, το τομάρι, πήρε πίσω κι άκουσε τα νέα :
   - Ο συνδρομητής που καλέσατε έχει πιθανόν απενεργοποιημένη την καρδιά του.
 

Τετάρτη, Αυγούστου 13

ισόγειος


      

Δε φεύγω.  Ναι ρε... εγώ δε φεύγω απόψε. Τι θες ;

      Μια δικιά μου μίλησε για τη δίψα των δρόμων. Πρέπει να πιστεύεις στα πόδια σου.

      Γυρίζω τους τόπους και ζηλεύω τους ντόπιους. Όμως οι περισσότεροι είναι στα ίδια. Εκεί γεννήθηκαν, εκείθε θα μείνουν.

      Ακούω δηλώσεις αναχώρησης. Ωωωωω, πόσες δηλώσεις αναχώρησης ακούω. Φεύ. Τις ίδιες δηλώσεις τα ίδια άτομα τις εκστομίζουν ολοένα και πιό εκκωφαντικά. Για να τις πετάξουν από μέσα τους, οι δόλιοι.

      Να φύγω.... που να πάω ; Αφού είμαι ισόγειος.
Αφού είμαι μέτριος. Αφού είμαι λίγος. Δε φεύγω.
Ας με περιμένουν μέχρι...

      Έτσι όπως είμαι, είμαι ικανός να μισήσω οποιονδήποτε τόπο ! 

ερωτικό


  

Mα τι φρούτο είσαι ; 

       Όρμησα να σε φάω με τις φλούδες. Όχι γιατί είσαι νοστιμότερη. Επειδή με κάνεις αδέξιο. Επειδή με κάνεις βουλιμικό. Και επειδή αρνούμαι να σε ακουμπήσω με ένα μαχαίρι. Το μαχαίρι πάντα αφήνει ρετάλια. Είναι εργαλείο διαλογής. Και εγώ σε πεθυμώ ολάκερη. Έτσι, έμπηξα τα δόντια μου στην πρώτη προεξοχή σου. Τη πιό ζουμερή. Τι ηδονή. Είσαι και γαμώ τα αχλάδια. 

    Σε τύλιξα και σε μετασχημάτισα ολάκερη σε ένα βυζί. Ζούληξα την άκρη σου και τη πιπίλισα. Τα χείλια μου βάφτηκαν ανεξίτιλα. Έδωσες τόση δουλειά στη γλώσσα μου. Ούτε που θυμάμαι αν είχες κουκούτσι. .Θυμάμαι μόνο το κοκκινάδι. Είσαι και γαμώ τα βύσσινα.

    Τράβηξα τη φλούδα σου προς τα κάτω. Η σάρκα σου ήταν λευκή. Σε δάγκωσα. Σε μάσησα αργά και μου τρέξανε τα σάλια. Σε κατάπινα με ηδονή. Στην τρίτη μπουκιά άρχισαν να μου τρέχουν και δάκρυα. Έβλεπα που τελείωνες. Δεν ήθελα να σωθείς. Ήθελα να είσαι η πρώτη μπανάνα χιλιόμετρο. Είσαι και γαμώ τις μπανάνες.

    Παραμέρισα τα χείλη σου. Το χρώμα μέσα ήταν απερίγραπτο. Δεν υπάρχει αλλού στη φύση. Έμεινα αμήχανος για ένα τέρμινο. Άλλο φρούτο. Χύμηξα μέσα να λουστώ στο χυμό. Ακόμα κολλάω. Σκέφτηκα μάγκο και φράουλες σε σχήμα σύκου. Σκέφτηκα σουλτανίνες και βατόμουρα σε σχήμα καρπουζιού.  Είσαι και γαμώ τα φραγκοστάφυλλα.

    Επιχείρησα να σε τελειώσω. Τι αμετροέπεια. Σκέφτηκα σύμπαν. Σκέφτηκα άβυσσο. Σκέφτηκα χάσμα και στέφθηκα κατολίσθηση. Σκέφτηκα βάθρες και στέφθηκα νερό. Σκέφτηκα ρήγμα και στέφθηκα λάβα. Έκανα ώρες να κρυώσω. Στο μυαλό εννοώ.

     Ύστερα κατάλαβα τι φρούτο είσαι. Είσαι και γαμώ τα μουνιά.

Δευτέρα, Αυγούστου 11

δεκαπενταύγουστος

   Είμαι υπουργός εργασίας. Για να μη με πουν της γυάλας επιστατώ τη χώρα κρυμμένος σε μπαλόνι. Το κάνω τις μέρες με ελαφρύ αεράκι για ευνόητους λόγους. Ο σωφέρ μου είναι υπομονετικός σα κουνούπι. Ετοιμαζόμαστε για την επιθεώρηση των δανειστών. Την 32η.
    Προχθές επισκέφθηκα ένα εργοτάξιο την ώρα του προσκλητηρίου. Τα εργατόζωά μου πηγαινοέρχονταν ανταλάσσοντας εξυπνάδες, ατάκες και ευγενικά νεύματα, σαν ιάπωνες σε γκρούπ. Φορούσαν ατσαλάκωτα νίκελ ματ πράματα. Όταν το ρεπό τελείωσε μαζεύτηκαν στον προκαθορισμένο τομέα.  Τα παρατήρησα.  Έμπαιναν σε παρατάξεις των πενήντα δύο και το υπεύθυνο ανθρωποειδές τους έδινε τα φύλλα ενεργειών. Μετά τα έστελνε στο θάλαμο ταχυφόρτισης για το δεκάλεπτο και καπάκι ξεκινούσαν τη βδομάδα τους. Δεν έγραψα παρατηρήσεις. Πάνε καλά. Τους έχουμε με εννιαίες συλογγικές ρουτίνες ίδιες σε όλους τους τομείς. Η εργάσιμη εβδομάδα τους κρατάει έξι μέρες. Μιά έβδομη είναι στη διάθεσή τους και μάλιστα έχουν ένα σακίδιο με όλα τα απαραίτητα για την αναδόμηση του λειτουργικού τους. Τη στολή του παιχνιδιού τους και το stick με την πρόσβαση στις μηχανές προσομοίωσης ηδονών.
    Οι έβδομες μέρες : Είναι 52 το χρόνο με τον κωδικό 15άυγουστος. Τους αρέσει το όνομα. Ένα ανθρωποειδές την κάθε έβδομη μέρα ορίζεται υπεύθυνο για να επιστρέψουν όλα στη ζώνη έργου τους εγκαίρως. Σε περίπτωση που κάποιο εργατόζωο παρουσιάσει εκτροπές αποσυναρμολογείται επί τόπου από τα υπόλοιπα. Είναι περασμένο στο αρχικό λογισμικό τους και μάλιστα έχει εξαλείψει τις ζήλιες και τις ενοχές στα κάτεργα. 
    Από την ημέρα που ο Ράϊχενμπαχ οργάνωσε τη χώρα η παραγωγή εκτοξεύτηκε. Το εύρημα ήταν τελικά απλό. Πενήντα δύο ρεπό με το όνομα δεκαπενταύγουστος. Ένας υπεύθυνος για κάθε πενήντα δύο με την απειλή του τεμαχισμού σε παλιοσίδερα. Τα εργατόζωα δε πίστευαν στην τύχη τους όταν υπέγραψαν τη σύμβαση. Πενήντα δυό αλεπάλληλοι δεκαπενταύγουστοι έχουν μετατρέψει την κάθε εργάσιμη εβδομάδα σε μια γιορτή. Τα πόδια τους πετάνε. Τα χέρια τους πηγαίνουν σα μηχανές. Κάθε έβδομη μέρα τους φοράμε τη στολή του Μίνιον και τα αμολάμε στους προσομοιωτές. Εικοσιτέσσερις ώρες σκανδαλώδες παιχνίδι. Κύματα, λουκάνικα, γκόμενες, όλα virtual και όλα προσιτά. Ηδονές να τις πιείς στην οθόνη.
    Για να πω την αλήθεια, εγώ δε θα ήθελα να κάνω τούτη τη ζωή. Ωστόσο το χαρτί που τους βάλαμε μπροστά το υπέγραψαν σχεδόν όλοι τότε. Έγραφε καρδίστε 51 ακόμη γιορτές του δεκαπενταύγουστου. Τα υπόλοιπα αφήστε τα στο σύστημα.
   Πάμε καλά πλέον. Να 'ναι καλά ο Ράϊχ, ο Ράϊχ, ο... αψουουουουού... χενμπαχ.

Σάββατο, Αυγούστου 9

πανσέληνος, όπως παν..ωλεθρία

   Σχημάτισε ένα κύκλο τέλειο σε βαθμό κακουργήματος τούτη η ολόγιομη του Αυγούστου. Ήταν δεκάρι, όχι το καλό, και η μέρα και η ώρα. Εκείνος, εκεί ! Ένας τραγικός οπαδός της. Να την εκλιπαρεί. Να την οικτίρει. Να την διαολοστέλνει και να τη ζητάει πίσω. Να κλαίει βουβά και να σιωπαίνει με ήχους. Να βυθίζεται μέσα της και στο καπάκι να πνίγεται. Να μη μπορεί να πάρει ανάσα.  Για το Μενέλαο λέω.
   Σχημάτισε μια μεγάλη χοάνη τούτη η Αυγουστιάτικη ολόγιομη. Ρουφώντας μέσα της όλες του τις γαμημένες ...καλές προθέσεις. Καταγγέλοντας, ό,τι δεν είναι ολάκερο, ακυρώνοντας τα μαθηματικά που του δίδαξε όλη η σύρραξη με τη ζωή. Δεκαδικοί οι θρίαμβοί του. Ποτέ ακέραιοι. Και κείνος τάχαμου επαρκής. Να στέκει μπρός από καθρέφτες σε στάσεις που τον κολακεύουν. Για το Μενέλαο λέω.
   Σχημάτισε μια μεγάλη τρύπα τούτη η Αυγουστιάτικη ολόγιομη. Μονάχα να...και πάλι ήτανε πολύ ψηλά. Για να ξεφύγει απο το σκότος απαιτούσε μια υπέρβαση : παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα εις ύψος. Και ποτέ κανείς δε γύρισε να τον φωνάξει κατά λάθος Αίαντα. Ήταν ένας κοντός χλωμός και μέτριος άντρας. Αν ήτανε Ελένη ούτε ένας Πάρης σε διακόσια χρόνια θα κοντοστεκότανε για δαύτον. Για το Μενέλαο λέω.
   Σχημάτισε μια κίτρινη γραμμή απ' τα μάτια του ως τον ουρανό τούτη η Αυγουστιάτικη ολόγιομη. Κοίταζε αυτός με δισταγμό. Πολλοί την πέρασαν για σκάλα και πήγαν και γκρεμοτσακίστηκαν. Εκείνος δεν ανέβηκε. Άρα δεν έπαθε και τίποτε. Πονούσε πάντως. Γιατί κατάματα να τη κοιτάξει δε μπορούσε. Της έδωσε υποσχέσεις μοναχά... ο φαφλατάς. Για το Μενέλαο λέω.
   Σχημάτισε άκρες κόκκινες σε μάτια αντρικά τούτη η Αυγουστιάτικη ολόγιομη. Άλλη μια φορά μικρός απέναντι στα πράγματα.Στερέψανε οι αυταπάτες. Το τελευταίο του δάκρυ όλο αγκάθια. Βγαίνοντας ξέσκισε τις κόγχες και τον άφησε τυφλό. Δε θα κοιτάξει άλλη φορά ωραίες Ελένες που ολόγιομα τους πρέπει μοναχά να κοιταχτούν. Για το Μενέλαο λέω.
   Σχημάτισε μια θάλασσα χρυσή της επανάπαυσης ετούτη η ολόγιομη. Έδωσε σε πολλούς την ευκαιρία να ψηλώσουν πενιχρά ή πανώρια, ανάλογα τον πήχυ τους. Έκανε κόσμο να πιστέψει ότι απλώνοντας το χέρι θα ακουμπήσει. Κοντύτερα δεν ήλθε. Έτσι νόμισαν. Κι εκείνος που τεντώθηκε άλλη μια φορά αποδείχτηκε μικρός. Για το Μενέλαο λέω.
   Αναθεματισμένος Τρωϊκός. Έκτοτε άρχισε το κακό. Οι ωραίες Ελένες ούτε μια φορά να μη μπορούν να ερωτευτούν χωρίς να αποζητούν και φονικά. Και οι Μενέλαοι να μη μπορούν ούτε τον εαυτό τους να σκοτώσουν αν δεν είναι για μια Ελένη.
   Σχημάτισε μια ολάκερη καταγγελία τούτη η Αυγουστιάτικη ολόγιομη. Από την μία άκρη του ουρανού ως και την άλλη ένα τεντωμένο σκηνικό γεμάτο λύπη. Όμορφα ζωγραφισμένο για να μη μπορεί τα μάτια του να πάρει. Διέκρινε μια μια εκείνες τις πανωλεθρίες που 'χε κάτω από χαλιά άτσαλα χώσει. Διέκρινε τα δήθεν του και έδρεψε τις ποινές που αρμόζουνε. Απόστρεψε το βλέμμα και σωριάτηκε μπρούμητα στη γη, ο Μενέλαος.Να μη κοιτάζει ό,τι να γευτεί διστάζει. Ο Μενέλαος. Ο Μενέλαος...
   Για μένα λέω.

Δευτέρα, Αυγούστου 4

το κακό με τους κύκλους του κακού


   Το διέπραξε ! Μπήκε στο κατάλογο με τους αυτόχειρες, που δεν είναι ούτε μικρός ούτε ένδοξος. Ο δικός του κατάλογος ωστόσο ήταν αυτός που είχε καταρτίσει μόνος του. Και είχε μόνο ένα όνομα. Το δικό του. Όλοι οι αυτόχειρες είναι εγωϊστές.
     Δεν είχε βγεί προαναγγελία. Όταν συμβαίνουν εξαιρετικά βίαια φαινόμενα μας βρίσκουν απροετοίμαστους γιατί δεν ξέρουμε να διαβάζουμε τα σημάδια. Μια γκρίζα βουβαμάρα μας αποκοιμίζει. Τις πιό πολλές φορές πιστεύουμε ότι ζήσαμε ότι στραβό ήτανε να ζήσουμε. Όμως όχι..φυσικά !
      Εκείνη είχε κάνει το σόου της, ξανά, πάλι με τη βεβαιότητα ότι παίζει μόνη της σε τούτο το γήπεδο. Εκείνος είχε πει : Τα βλέπω. Μετά χάθηκε η μπάλλα. Το ένα έφερε το άλλο και τα δυό το τέλος. Λένε ότι μετά από αυτό δε νιώθεις τίποτε. Έτσι λένε.
    Εκείνος ήξερε πια ότι νιώθεις και παρανιώθεις. Κατέβαινε σκαλιά προς τα κάνω, ήρεμος, αφού δεν είχε πιά συνείδηση, άβουλος αφού δεν είχε πιά προοπτκή, ούτε θαρραλέος ούτε δειλός, ένα αερικό που κάνει την κύκνεια κατάβαση. Δεν τον απασχολούσε ο ανδρισμός του, δεν τον απασχολούσε η υστεροφημία του και το κυριότερο δεν τον απασχολούσαν ποιά τα μικρά όμορφα ένστικτά του. Οι ερωτογενείς του ζώνες είχαν φύγει μαζί με το σκεύος. Είχαν πάρει μάλιστα μαζί τους όλες τις τρυφερές του εκφάνσεις. Ήταν κάποτε τρυφερός άνθρωπος. Δεν είχε πια ανάγκες, δεν είχε φύλο, δεν είχε όργανα. Ένας μικρός άγγελος τον κρατούσε από το χέρι. Θα τον παρέδιδε στο Σατανά για τα περαιτέρω. Μετά ίσως θα γυρνούσε στη μαμά του. Οι άγγελοι έχουν κανονικά μια τρυφερή μαμά. Εκείνος πάλι δε θα ξαναγυρνούσε. Του πήρε μονάχα μια ανεξέλεγκτη σύρραξη για να πουλήσει τη ψυχή του στο διάβολο. ΟΚ..Δεν έγινε και τίποτε, αν μετρήσεις πόσα χαμένα κορμιά κυκλοφορούν έξω. Η μόνη που θα τον έκλαιγε θα ήταν η μάνα του. Οι υπόλοιποι απλά θα πενθούσαν το χαμένο εργαλείο. Ω, τι καλό εργαλείο γίνεται ένας μωροφιλόδοξος άνδρας. Οι μάνες κλαίνε τελευταίες και κλαίνε πολύ. Καλύτερα αν είσαι μάνα να έχεις το νού σου. Θέλω να πω, μην ανοίγεις μόνη σου κύκλους του κακού.
  Οι μεγάλες ποσότητες παροξετίνης είχαν λειτουργήσει λάθος σε αυτή την περίπτωση. Αν η δουλειά τους ήταν να προλάβουν το κακό, είχαν προξενήσει ένα μεγαλύτερο. Το έγραφε ξεκάθαρα στις παρενέργειες, τα ποσοστά όμως ήταν καθησυχαστικά, κρυμμένα έτσι με μικρά γραμματάκια σε ένα διπλωμένο χαρτάκι. Αλλά τα ποσοστά δεν είναι παρά απλώς ποσοστά. Πιθανότητες. Πιθανότητες για ισχυρή αυτοκτονική τάση. Με όσα αυτή η πράξη παράδρομα μπορεί να επιφέρει. Ποιός μπορεί να τα βάλει με έναν υποψήφιο αυτόχειρα ; Μονάχα ένας άλλος υποψήφιος αυτόχειρας. Τότε η μάχη είναι ενδιαφέρουσα. Ε ;
  Το κακό με τους κύκλους του κακού είναι αυτό. Όταν τους ανοίγεις θεωρείς ότι θα βάλεις εσύ την τελευταία τελεία. Πάντα έχεις αγνοήσει έναν αμελητέο παράγοντα. Πόσο αφελείς γινόμαστε οι άνθρωποι. Πόσο αφελείς και πόσο σίγουροι για τα όριά μας. Και πόσο κατηγορηματικοί για τα όρια του απέναντι.
  Το κακό με τους κύκλους του κακού είναι αυτό. Μέχρι να κλείσουν, όλοι έχουν λόγους για να πενθήσουν. Ο μόνος τρόπος για να αποφύγεις να κλείσουν είναι να μην τους ανοίγεις. Και πόσο γουστάρουμε να ανοίγουμε παρτίδες με την τύχη μας οι άμοιροι..
   Το κακό με τους κύκλους του κακού είναι αυτό. Κανέναν δεν ωφελούν. Αλλά αυτό είναι μια θεωρία για νηφάλιους ανθρώπους. Και ποιός έχει απομείνει στις μέρες μας νηφάλιος ; Σχεδόν κανείς. Γι αυτό είναι τόσο αφελές να θεωρείς, όταν το αίμα σου βράζει, ότι του απέναντι το αίμα θα παραμείνει ένα πιάτο με χλιαρή πανζαρόσουπα. Ποτέ το αίμα δε μοιάζει με σούπα. Αυτό πια το ξέρουν όλοι. Γυναίκες με πούτσο , άντρες με μουνί και οι υπόλοιποι , οι φυσιολογικοί, αυτοί που έχουν συμφιλιωθεί με το φύλλο τους, αυτοί δηλαδή που έχουν μερικές πενιχρές ελπίδες να ζήσουν δυό τέρμινα ελαφρώς ευτυχισμένοι.
   Αααα... τώρα μου ήρθε. Οι Ρώσοι την παντζαρόσουπα την συνοδεύουν με ένα σφηνάκι βότκα. Κάνει καλό στην αυτεπίγνωση και γενικότερα στη καλή διάθεση. Οι Ρώσοι είναι ψυχροί άντρες. Σχεδόν άκυροι. Λάθος. Είναι έτσι μέχρι κάποια ανόητη να τους ζεστάνει το αίμα.
    Βουουου... τώρα μου ήρθε κι αυτό. Οι αυτόχειρες νομίζουν ότι θα ανεβούν σκαλιά προς τα πάνω καθώς οδεύουν στο επέκεινα. Λάθος κι αυτό. Τα σκαλιά κατεβαίνουν.