Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 26

the River is always thinking of the Sea

    Κάθε φορά που αφήνω τα κουπιά για να πάρω ανάσες συμβαίνουν δύο πράγματα. Η βάρκα παίρνει να γυρίζει αλλιώς, προς όποια κατεύθυνση της κατέβει. Κι εγώ αυτομάτως ανησυχώ, μήπως κι αυτές οι λίγες ανάσες, αποβούν λάθος, δηλαδή μου κοστίσουν δυσανάλογο κουπί.
    Να ξαπλώσω πίσω και να πάρω έναν υπνάκο ; Ούτε λόγος. Θα αστειεύεσαι ! Όχι γιατί δε νυστάζω, όχι. Αλλά είμαι ο βαρκάρης. Δεν αφήνω άλλον στα κουπιά εγώ... Τέτοιος ήμουν , τέτοιος είμαι.  Ένας βαρκάρης μονάχα είναι εκείνος που αυτονόητα θα μου πει κάνε στη μπάντα , και βγάζει το ψωμί του στον Αχέροντα ποταμό. Σε εκείνον φυσικά κανένας δεν αντιμιλάει.
     Ο ρους των υδάτων, θέλω πολλές φορές να πιστεύω ότι δεν είναι καθορισμένος, με την καλή έννοια. Είναι που το δικό μου ποτάμι μεγάλωσε, πλάτυνε, μοιάζει πολλές φορές στην επιφάνεια με λίμνη, θα μπορούσες να μπερδευτείς θέλω να πω, να μην θυμάσαι προς τα που είναι οι πηγές και προς τα που οι εκβολές. Ούτε τα βουνό διακρίνω, ούτε τη θάλασσα. Διακρίνω όσα είναι τώρα γύρω μου. Βαρκάρηδες, νεροπούλια, καλαμιές με ακαθόριστο χτένισμα, έναν ήλιο ότι να' ναι και ανατριχίλες του νερού από τις βδέλλες. Ο ρους των υδάτων ίσως να φαίνεται καλύτερα αν είσαι ψάρι. Εγώ πολλές φορές, έχει αποδειχθεί ότι μπερδεύομαι. Γιατί με τόσο κουπί, με τόσο κουπί, κάποιο προορισμό θα έπρεπε να έχω δει.
     Το ταξίδι είναι ο προορισμός, μου λέτε. Ναι, αλλά εγώ είμαι στο κουπί. Θέλω να πω, με την καλή έννοια, ο ιδρώτας είναι ο προορισμός ; Και οι ανάσες ;
     Μετά μου λέτε το άλλο... τράβα με ρέγουλα. Δεν είναι μίλι. Είναι ο διάπλους. Τράβα με ρέγουλα. Και πιάνω τα κουπιά και τραβάω με ρέγουλα. Και ούτε ένα μίλι το χρόνο δε πάω.  Δε μπορώ εγώ έτσι. Θέλω να τα δίνω όλα, να φτάνω και να καμαρώνω. Και πάλι το ίδιο. Να τα δίνω όλα και να φτάνω και να καμαρώνω. Και πάλι το ίδιο. Να τα δίνω όλα και να ...
     Δε μπορώ να ξεφύγω από το πεπρωμένο μου, με κατατρέχει , με την καλή έννοια. Γι αυτό θα πρέπει τώρα να αφήσω τα κουπιά αφού στρέψω τη βάρκα προς τις εκβολές , να συμπλεύσω με  το ρου των υδάτων. Πιστεύω ότι κόντρα πήγαινα. Και πόσο υπερφίαλο είναι να θέλεις να ανέβεις το ποτάμι ; Γιατί γεννιόμαστε υπερφίαλοι, σαν άνθρωποι ; Η πρόοδος ; Το εγώ ; Κάποιο εμείς ; Κάτι υπάρχει που μας ωθεί να κωπηλατούμε κόντρα ;
     Αφήνω τα κουπιά, αδέλφια. Ό,τι τράβηξα τράβηξα. Η δική μου βάρκα θα γυρίσει, θα γυρίσει, θα γυρίσει και τελικά θα τσουλήσει προς τις εκβολές. Είμαι και πενήντα φεύγα.
     Όταν βγω μεσοπέλαγα, θα ξαπλώσω πίσω και θα σφυρίζω το σκοπό που συμφωνήσαμε , εγώ και όσοι από εσάς βαρεθήκατε να είστε supermen.
     Καλή αντάμωση 

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 21

η ελάχιστη ποσότητα εμπιστοσύνης

       Έχεις κρατήσει μια χελώνα ψηλά ; Για λίγα δεύτερα εκείνη είναι εξαφανισμένη στο καβούκι και τρέμει η ψυχή της. Μετά σκάει μύτη το κεφαλάκι δειλά. Εαν της μιλήσεις ήρεμα, είναι ζήτημα δευτερολέπτων... βγάζει τα ποδαράκια της και με μια τεράστια ποσότητα ενδιαφέροντος το κεφάλι της ...ορμάει μπροστά για να σου συστηθεί. 
        Υπάρχει μια εξώπορτα σε όλα τα ζωντανά, ίδια με εκείνη των σπιτιών μας. Με την κλειδαριά της, το ματάκι της, την μικρή αλυσίδα για το λιγοστό άνοιγμα, και με το μικρό τρίξιμο δυσφορίας τη στιγμή που την τραβάς για να ανοίξει διάπλατα. Τη στιγμή που θα πεις : περάστε μέσα, η πόρτα δεν συναινεί ! Δεν είναι η δουλειά της να συναινεί. Η δουλειά της είναι να τους κρατάει όλους απ' έξω.
      Από την ώρα που εσύ αποφασίσεις να την αφοπλίσεις δε μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα... καταλήγει ένα κομμάτι περίτεχνου ξύλου που περιμένει στη γωνία. Και κανείς δε πολυασχολείται πλέον με 'κείνη. Θα μου πεις , αδικία ; Θα σου πω, ευτυχία.
    Η ελάχιστη ποσότητα εμπιστοσύνης έπρεπε να είναι καθεστώς στις συναντήσεις όλων των πλασμάτων.
    Γράφω ένα σπονδυλωτό διήγημα με τον αρκετό σκληρό τίτλο " το κύκνειο χάσμα ". Με ρωτούν οι φίλοι τι σημαίνει. Σημαίνει ότι είναι τραγικό να απωλέσεις ως άνθρωπος αυτή την αυτονόητη ελάχιστη ποσότητα εμπιστοσύνης που χρειάζεται για να βάλεις το χέρι στο πόμολο και να μισανοίξεις την εξώπορτά σου.  Είναι τραγικό όταν συμβαίνει όχι μεταξύ δυό ατόμων μοναχά.. μεταξύ των κονωνικών ομάδων, μεταξύ των τάξεων, των διαστρωμάτων της κοινωνίας κάθε χώρας, μεταξύ των διαφορετικών φυλών του πλανήτη, μεταξύ των αντρών και των γυναικών, μεταξύ των νέων και των ώριμων πολιτών μιας χώρας.
    Δεν μετριέται με τίποτα η ενθουσιώδης υποδοχή που σου δείχνει ένα πλάσμα, όταν εσύ του απευθύνεις την ελάχιστη ποσότητα αρχικής εμπιστοσύνης. Είναι το πασπαρτού στις σχέσεις, είναι το κλειδί που ταιριάζει σε όλους τους τύπους κλειδωνιών. Ξέρω ότι καθώς διαβάζεις αυτές τις γραμμές έχουν ήδη σφίξει τα χείλη στο στόμα σου. Σκέφτεσαι κακό, σκέφτεσαι απειλή, σκέφτεσαι αφέλεια, θυμάσαι κακοποίηση, θυμάσαι εκμετάλλευση, ανακαλείς μικρούς ή μεγάλους βιασμούς της καλοσύνης που έδειξες σε ξένους. Αυτή είναι η φυσιολογική αρχική αντίδραση. Εκείνο που πρέπει να σκεφτείς είναι ότι όταν σφαλίσεις την εξώπορτα, οι πολλοί μένουν απ'έξω. Οι πολλοί, οι χιλιάδες, το σύνολο σχεδόν του πλανήτη μένει απ' έξω. Ανάμεσα σε αυτή την ανυπολόγιστη ποσότητα από την οποία προστατεύεσαι υπάρχουν οι επόμενοι φίλοι, εραστές σου, μέντορές σου, ευεργέτες σου, οι μικροί καταλύτες που θα απογειώσουν την επόμενη μέρα σου. Και ο χρόνος μετράει, εναντίον σου. 
     Στο δια ταύτα ; Το σπουδαιότερο που πρέπει να δουλέψουμε είναι η σχέση μας με το κλειδί που μας κλείδωσε από μέσα. Μπορεί να κοιμόμαστε πιο ήσυχοι, αλλά την ώρα που κοιμάσαι δε ζείς. Το πολύ πολύ να ονειρεύεσαι. Δε ζεις. Δεν ακούς, δε μυρίζεις, δε μιλάς, δεν αγγίζεις, δεν παρατηρείς, δεν αποθηκεύεις, δεν θυμάσαι, δεν μορφώνεσαι, δεν προοδεύεις, δεν αναπαράγεσαι, δεν διδάσκεσαι ούτε επηρρεάζεις. Είναι ποτέ δυνατόν αυτό που συμβαίνει όταν κλειδώνεις και ξαπλώνεις μέσα, να το λες ζωή ;




     

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 18

η πιο όμορφη φέτα του χρόνου...

  ...είναι τα δευτερόλεπτα που χρειάζονται από τη στιγμή που θα διακρίνεις το ταίρι σου μέχρι τη στιγμή που θα βρεθείς στην αγκαλιά του.
  Τα τελευταία δέκα βήματα δεν τα περπατάς ! Εαν σε πίεζαν να τα θυμηθείς, τίποτε δε θα ήταν καταγεγραμμένο, γίνονται ασυναίσθητα. Πιστεύω ότι κατά βάση, δε τα περπατάς εσύ... υπάρχει μια ανώτερη δύναμη που σε πηγαίνει !
   Πάντοτε με μάγευε να παρατηρώ τους πρωταγωνιστές των αναρίθμητων ραντεβού τις σύντομες μυσταγωγίες που εκτυλίσσονται, στα τελευταία δέκα βήματα. 
    Μπορείς να μαντέψεις, μπορείς να πλάσεις σενάρια, μπορείς να στοιχηματίσεις πολλές φορές ή απλώς να υποψιαστείς , τι συμβαίνει στις δυο καρδιές που επιταχύνουν παλμούς όταν τα κορμιά είναι ακόμα μακριά αλλά η επαφή με τα μάτια έχει αναλάβει τα ηνία.
    Η πιο όμορφη φέτα του χρόνου είναι μια κουταλιά σορμπέ . Οποιαδήποτε σκιά και κάθε προσχεδιασμός πηγαίνει περίπατο. Βαδίζεις χωρίς αναστολές και σκέψεις, σαν ένας πεινασμένος ουρανίσκος που έχει ξεπλυθεί από την επίγευση του παρελθόντος και είναι το τέλειο περιβάλλον για να υποδεχτεί την επόμενη γιορτή αισθήσεων. Δεν ξέρεις ποτέ εαν η γιορτή θα αποδειχθεί πυροτέχνημα ή μυσταγωγία διαρκείας, δεν προλαβαίνεις ωστόσο να βάλεις το στοίχημα, η πείνα σου για αυτό που θα συμβεί σαρώνει τις σκέψεις.
   Όταν χάνω το ηθικό μου, στέκομαι σε σεσημασμένα σημεία της πόλης και παρατηρώ σαν κάποιος βετεράνος φωτογράφος εκείνους που έχουν λόγους να διανύσουν σπεύδοντας τα τελευταία δέκα βήματα.
  Εκείνος που έχει φτάσει νωρίτερα, δοκιμάζει την στάση που θα πάρει το σώμα του για να φανεί αρκετά γοητευτικός, όχι αγχωμένος, όχι αφηρημένος, εστιασμένος σε ό,τι πρόκειται να επακολουθήσει, του κάκου.. ποτέ η προσχεδιασμένη στάση του σώματος δεν αντέχει στη στιγμή της οπτικής επαφής. Όλα πηγαίνουν περίπατο. Το αξιολάτρευτο τουπεδάκι της γόησσας ή το λεβέντικό στήσιμο του γυμνασμένου, το δήθεν ψύχραιμο βλέμμα, η "και καλά" ασχολία με κάποιο περιοδικό ή το σερφάρισμα στο κινητό, όλα τα μέσα που επιστρατεύουν για να μη φανούν σε αδημονία, εκείνοι οι δύο τυχεροί, οι δυό που πρόκειται αμέσως να αφεθούν σε μια αγκαλιά καλωσορίσματος, είναι μια θεατρική οντισιόν που δε θα ανεχόταν ούτε ο Κλεάνθης, ο σκηνοθέτης του τελευταίου μπουλουκιού πειραματικού θεάτρου στην Κωλοπετινίτσα... Είναι απλώς μια παρωδία. Με το που τα μάτια κοιταχτούν.. κανένας δε μπορεί να αντέξει ούτε δεύτερο ! Τα τείχη καταρρέουν ! Τα κορμιά πετούν. Τα μυαλά χορεύουν και οι καρδιές βαράνε ταμπούρλο. Για δοκίμασε να το μαζέψεις όλο αυτό !
   Τι συμβαίνει ; Θέλω να πω, ποιά είναι αυτή η ποσότητα προσδοκιών που εκρήγνυται στο μυαλό δυο ερωτευμένων ή εν δυνάμει ερωτευμένων, η δυο ανθρώπων που χωρίστηκαν επί μακρόν χωρίς στοιβαρό λόγο ή ακόμα ακόμα και δυο πρώην εραστών, που τους κάνει να προσέρχονται στα ραντεβού αποτρελαμένοι, σαν δυο λεχούδια στο στήθος της λεχώνας ;
   Αν το 'χουμε ξεχάσει, καλά θα κάνουμε να το ξαναζήσουμε. Να το προκαλέσουμε, να το συναρμολογήσουμε από τα κομμάτια του, που τα έχουμε με λόγο πετάξει σε κάποιο συρτάρι απόγνωσης... καλά θα κάνουμε να ξανά εφεύρουμε τον τροχό ! Δεν είναι δυνατόν να λείπουν από την ψυχή μας για πολύ καιρό, τούτα τα τελευταία δέκα βήματα, τούτα τα τελευταία δευτερόλεπτα που είναι αδύνατο να μετρηθούν σε πραγματικό χρόνο.
  Η πιο όμορφη φέτα του χρόνου, νομίζω ότι πάντα ήξερα ποιά είναι. 
   
    
    

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 17

μαθηματικοί τύποι

  γαλαντόμικη προσφώνηση + άγνωστος => πώληση κομπίνα


  μάνα στο τηλέφωνο + καλή κατάσταση υγείας => απόπειρα χειραγώγησης 


   γυναίκα ευχαριστημένη + οικονομική στενότητα =>  πιστωτικές στα κόκκινα 


    οδηγός τσιτωμένος + αλλαγές λωρίδων => χθεσινοβραδινή κρεβατομουρμούρα


   άντρας χωρίς σεξουαλική ζωή + άντρας ευδιάθετος => πολύ σωστά χάπια


        παιδί στην εξώπορτα + αξιοπρεπείς τρόποι => θα ζητήσει λεφτά


τηλεφώνημα + ώρες κοινής ησυχίας => wind


       πατέρας στην εξώπορτα + κουλουράκια της μαμάς => αρχίζει το κήρυγμα


σύζυγος + υπερβολική περιποίηση => λερωμένη τη φωλιά του


     σύζυγος + υπερβολικά νεύρα => τον σχόλασε η γκόμενα


     μακρινός γνωστός + θερμή χειραψία => μπλέξιμο





Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 13

Θεσσαλονίκη, 2019, ερωτική πόλη.


    Πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το βραβείο ενός πλάσματος που θα καταφέρει να σκεφτεί για ένα άλλο ερωτικά ;    
   Κανονικά όμως ! Mε όλη την περίοδο ωρίμανσης των ενστίκτων και συναισθημάτων, με όλη την ποσότητα της υπομονής ενός κεντρικού ήρωα του Μουρακάμι και όλη την τελετουργία της αποπλάνησης ενός εφήβου σε βιβλίο του Τομ Ρόμπινς, με ζωντανό τον πόθο για το άγγιγμα και τα αχ και τα βαχ και όλο το πακέτο εκείνης της τυπικά απαγορευμένης λεξιχρησίας, μέχρι την κορύφωση του πόθου και το γαμήσι που περιγράφουν σε κατάσταση μέθης ο Χένρι Μίλερ κι ο Μπουκόφσκι ;
     Πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το βραβείο που θα του αποδοθεί, σε μια αίθουσα με στριμωγμένο όλο το σύμπαν όρθιο να χειροκροτεί, σε εκείνο το "ένα πλάσμα" που ενώ ξυπνάει το πρωί πονώντας σε όλο το κορμί από τον ύπνο στο εικοσαετές του στρώμα με τη φαγούρα στα αυτιά απ' τις ωτοασπίδες και το μαξιλάρι να στάζει σα μπουγάδα στον κουβά, για να ξαναπάει σε μια δουλειά που την έχει πλέον σκυλοβαρεθεί, μια δουλειά που έχει περάσει από πάνω του σαν οδοστρωτήρας κι ότι χαλικάκι υπήρχε στο ηθικό του το έχει κάνει άσφαλτο και γιάρμα, να φτάσει "στο γιαπί του" μέσα από μια πόλη που βρωμάει τη χθεσινή της μπόχα, μέσα από σύννεφα καπνού που βήχουν πίσω τους τα σαράβαλα του ΟΑΣΘ, σκοντάφτοντας στα βρώμικα τα πράσινα πατίνια τα όπως να' ναι πεταμένα ξάπλα, περνώντας τις διασταυρώσεις με δική του/της ευθύνη, κατά τύχη επιζώντας, τραβώντας τα μαλλιά του μπροστά σε ΑΤΜ που "δεν μπορούν αυτή την στιγμή να σας εξυπηρετήσουν" και γλιστρώντας στους εμετούς χθεσινοβραδυνών 30άρηδων μετεφήβων που παραπατάνε για να βρούν το σπίτι της μάνας τους ώστε να πέσουν για ύπνο με τα παπούτσια, αγάμητοι μέχρις τελικής αγιοποιήσεως ;
    Πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το βραβείο για ένα  πλάσμα που επιμένει να ορέγεται την στιγμή, σέρνοντας τα πόδια του κι αποστρέφοντας το βλέμμα από πατημένα από νταλίκες περιστέρια και γατιά, διακρίνοντας στα Κινέζικα μπλουζάκια τον ιδρώτα των θυμωμένων οδηγών ψυγείων που κατεβάζουν στους Βασιλόπουλους τις εκατό κλούβες με τους δήθεν φυσικούς χυμούς και τα βρασμένα προχθεσινά νερά, που θα τα στολίσουνε δίπλα στα μακαρόνια ΑΒΕΖ και ΜΙΣΚΟ  χτικιασμένες κι αναμαλλιασμένες τετράωρης πληρωμής εξάωρης απασχόλησης κοπέλες με το μάτι γουρλό, σιγοβρίζοντας την ώρα και τη στιγμή που αποτόλμησαν να γεννήσουν ένα άλλο πλάσμα για να τους το τρίβει στη μούρη η μάνα τους ότι καλά που είναι αυτή και "τους το κρατάει" και δε μπορεί να απολαύσει τον Αυτιά, γιατί εκείνο μυξοκλαίει συνέχεια για την ανέχεια, επειδή φυσικά δε θέλει να παραβρίσκεται σε αυτή τη φαρσοκωμωδία που λέγεται αστική από κοινού επιβίωση ( στρίμωγμα , στοίβασμα, φυλάκιση κατ' οίκον) των προλετάριων, περιμένοντας μια μάνα που θα το πηγαίνει στα γεννέθλια στο Jumbo, που ούτε που θέλει το κακόμοιρο το μωρό ένα παιχνίδι που βρωμάει πετρέλαιο και κανένας δε το ρώτησε όταν μέσα από όλη αυτή τη μιζέρια , μόνο και μόνο για να πάρουν το "πόσο μεγάλο πρέπει να είναι βραβείο" δυό πλάσματα σκέφτηκαν ερωτικά και πιωμένοι "τύπου" γαμήθηκαν και μετά το έφεραν στον κόσμο ;
      Πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το βραβείο ενός πλάσματος που του απευθύνθηκε μια ερωτική πρόσκληση και βρήκε το σθένος να την παραλάβει, να την αξιολογήσει και να μην τη χώσει κάτω απ' το χαλί, μαζί με τα υπόλοιπα παραχωμένα, τις πληγές από τις επιθέσεις των περαστικών απ' την χθεσινή ημέρα, τις κακοποιήσεις από τους οργισμένους, τις τρομάρες από τα νέα και τις απειλές από τις τράπεζες και τα χιλιάδες σκυψίματα για να χωρέσει στις μοντέρνες πύλες του μέσου εφικτού παραδείσου και τις αναμνήσεις, τις ανοίκειες επίμονες αναμνήσεις των χαμένων ευκαιριών και των ψυχικών βιασμών και των ημιτελών συναισθηματικών κύκλων που ευθύνονται για όλη αυτή την ψυχική αναπηρία ;  
      Πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το βραβείο ; Τόσο μεγάλο που δε θα χωράει σε κανένα διαμέρισμα με ύψος μια πιθαμή πάνω απ' το κεφάλι μας και πλάτος το άνοιγμα των χεριών μας με τα δάχτυλα γροθιά. Γιατί τα διαμερίσματα είναι πλέον τόσο στενά και τα δάχτυλα των πλασμάτων συνεχώς τόσο ...γροθιά.
     Τεράστιο πρέπει να είναι το βραβείο. Δεν υπάρχει τρόπος να μετρηθεί. Δεν υπάρχει καν λόγος για να κατασκευαστεί, ένα τόσο τεράστιο βραβείο, γιατί δεν υπάρχει ζήτηση.
     Θεσσαλονίκη, 2019, ερωτική πόλη.
 

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 4

η γαλήνη κάτω από την επιφάνεια

  
     Αντίθετα με ότι συμβαίνει στη θάλασσα, ο κακός καιρός και τα άγρια κύματα σε εμάς μαίνονται εντός μας, κάτω από την επιφάνεια. Είναι τόσο σπάνιο να εξωτερικεύουμε εκείνα που μας τρώγουν τα σωθικά και ακόμη πιο σπάνιο να τα έχουμε εξημερώσει. Έτσι μάθαμε απλώς να ανταποκρινόμαστε στις συντροφικότητες χώνοντας την τρικυμία μας από κάτω.
     Η ιδανική κατάσταση θα ήταν να ζούμε σε αρμονία με τις μεγάλες μας αγωνίες, δηλαδή να κάνουμε τα πάντα για να τα έχουμε καλά με το αγρίμι μέσα μας. Είναι αφύσικο να περιφερόμαστε με ένα νηστικό αρπαχτικό εντός, κι αυτό εξηγεί την ευκολία μας να δημιουργούμε τεράστια επεισόδια για μηδαμινά ζητήματα. Εαν είμασταν σε μια σχετική αρμονία τα πολλά και τα μικρά ούτε που θα άγγιζαν.
Πάντα με απωθούσε η "υπολογισμένη" στα όρια της μανίας ευγένεια των ψυχρών λαών. Εκείνη που σαν μια διάφανη επιδερμίδα μόλις που καλύπτει μια βεβαιότητα ανωτερότητας, μια υπεροψία,συχνά ένα θυμό, μια δηκτικότητα, κάποτε κι όλας μια απέχθεια, την δυσφορία που ο χαμογελαστός στο πρόσωπο θάβει επειδή "πρέπει" να συνδιαλλαχτεί μαζί σου για να διεκπεραιώσει τη ρουτίνα του. Εκείνο το χαμόγελο που κόβει σαν ξυραφάκι, δυστυχώς ολοένα και περισσότεροι αρχίσαμε να το απευθύνουμε κι εδώ. Ιδιαιτέρως όσοι θεωρούμε τον εαυτό μας "πολύ καλλιεργημένο" για να συγκρίνουμε τις ανησυχίες μας με του διπλανού μας.
     Θαυμάζω τους θυμωμένους που ο θυμός προέρχεται από μια κανονική πηγή δυσφορίας και τους ήρεμους που η ηρεμία τους εκπορεύεται από μια εσωτερική ισορροπία. Θαυμάζω τους ανισόρροπους όταν έχουν τους λόγους τους, αλήθεια !
     Υπάρχουν και φυσιολογικά άτομα ; Ναι υπάρχουν. Υπάρχουν άτομα που το πρόσωπό τους είναι σε αρμονία με το εσωτερικό τους. Όταν τους αποσπάσεις χαμόγελο είναι βέβαιον πως κάτι έκανες σωστά. Δε χαμογελούν σα χαζά χαμένα. Χαμογελούν όταν η κατάσταση ζητάει ή καλύτερα επιβάλλει την έκφραση μιας ευαρέσκειας. Και μουτρώνουν επίσης όταν τα πράγματα εξελίσσονται χειρότερα του αναμενόμενου. Και όταν θυμώσουν, επίσης σου δίνουν να καταλάβεις ότι αν συνεχίσεις θα φας καμιά ...μπούφλα.
      Οι Κρητικοί και οι βουνίσιοι πολλές φορές αναφέρονται στις παρέες μας ως ντόμπροι. Δεν φημίζονται για την διπλωματικότητα των αντιδράσεων. Από αυτό το κλισέ που είναι μέρος ενός μύθου κρατώ αυτό που θέλω να σχολιάσουμε. Αν είμαστε λιγάκι βουνίσιοι και μέσα στις πόλεις, καλύτερα θα τα πηγαίναμε μεταξύ μας. Θα ξέραμε, που πατάμε. Δεν θα μας εξέπλητταν οι εξάρσεις του διπλανού μας γιατί θα τις βλέπαμε να έρχονται.
     Καλούμαστε ούτε λίγο ούτε πολύ, να κρατήσουμε πύργους απαραίτητης επικοινωνίας με ανισόρροπα υλικά. Γι αυτό δε στέκεται τίποτε όρθιο.
     Λένε ότι είμαστε φτιαγμένοι κυρίως από νερό. Κι όμως.. Η γαλήνη κάτω από την επιφάνεια είναι θαλασσινό φαινόμενο. 

     Μήπως είμαστε φτιαγμένοι, κυρίως από θυμό ;

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 1

μη κοιμάσαι ολόγυμνη


  
    Όταν το τριζόνι εξαντλήθηκε, η σιωπή έγινε τόσο ανάρμοστη που εκείνη ξύπνησε.  Η σιωπή συχνά σε ταράζει, ιδιαιτέρως εάν είναι επίμονη ή εσωτερική. Η κοπέλα γύρισε μπρούμυτα κι άλλαξε τη γεωμετρία του σώματός της με το σεντόνι. Ρανίδες δροσιάς πιτσίλισαν την επιδερμίδα. Ανατρίχιασε ευχάριστα στις θηλές και στα ακροδάχτυλα. Έβγαλε ένα πνιχτό γελάκι, εκείνο που δε μπορείς να κρατήσεις πίσω όταν ευχαριστιέσαι. Άπλωσε τα χέρια και χάιδεψε τα υπόλοιπα δροσερά κομμάτια του στρωσιδιού μέχρι που όλες οι θερμοκρασίες εξισώθηκαν. Έστριψε δυο φορές το κορμάκι της για να ξυπνήσει όλα της τα παραρτήματα, ιδιαιτέρως εκείνα γύρω από την κοιλιά της. Μετά τεντώθηκε και τράβηξε το σώμα κρατώντας το σιδερένιο κεφαλάρι. Και μετά δοκίμασε να ανοίξει τα μάτια.
      Δεν υπήρχε δωμάτιο !
      Ένας μονόκερος τραβολογούσε το κλήμα για να φτάσει στα τσαμπιά.
      Σφάλισε βιαστικά τα βλέφαρα και γέλασε με ήχους. Κατερίνα το χάνεις, σκέφτηκε. Γύρισε πάλι ανάσκελα. Δε βρήκε δροσερό σεντόνι. Τράβηξε ένα αχρησιμοποίητο μαξιλάρι  και το βόλεψε στα σκέλια της. Ανάμεσα. Έβγαλε ένα πνιχτό γελάκι, εκείνο που δε μπορείς να πνίξεις όταν φχαριστιέσαι. Μετά δοκίμασε πάλι να ανοίξει τα μάτια.
     Δεν υπήρχε μονόκερος !
     Τρείς χήνες περπατούσανε σαν βασιλικές ακόλουθοι παριστάνοντας ότι οπωσδήποτε ξέρουν, προς τα που πάνε.
     Σφάλισε πάλι τα βλέφαρα και γέλασε με ήχους. Μάζεψε το κορμί της σε στάση εμβρύου. Έπιασε να τρίβει τα δάχτυλα των ποδιών κι εκείνα ανταπόδωσαν την ευχαρίστηση. Μετά μάζεψε τα χέρια και τα σφήνωσε ανάμεσα στα πόδια της. Τα τράβηξε μέχρι που ακούμπησε την επιδερμίδα στο  πιο ευαίσθητο σημείο. Έβγαλε ένα πνιχτό γελάκι, εκείνο που δε μπορείς να μαζέψεις πίσω όταν ευχαριστιέσαι. Μετά άνοιξε τα μάτια για τα καλά.
     Εκείνος κοιμόταν.
     Το τριζόνι φώναξε μια φορά ΤΡΙ ΤΡΙ. Αυτό ήταν.
     Η κοπέλα σηκώθηκε να ταΐσει τα ζαρκάδια. Αυτός σάλεψε.
     Αποζήτησε χάδια.
     Εκείνη γύρισε στο κρεβάτι. Τον κράτησε για λίγα δεύτερα σφιχτά ακουμπώντας τα στήθια της στην πλάτη του και πλέκοντας τα πόδια της στα δικά του. Μετά άφησε ένα πνιχτό γελάκι να ξεφύγει. Από ‘κείνα. Που δε μπορείς να..