Δευτέρα, Ιουνίου 26

η λωρίδα της Μάζας



     Τα περισσότερα πράγματα είναι ... πράγματα. Εάν εξαιρέσεις την ισορροπία της ψυχής σου που είναι πάνω στο βάθρο με το νούμερο 1,  τα υπόλοιπα δύσκολα ξεχωρίζουν από το σωρό.
      Οι περισσότερες μάχες που έδωσες αφορούσαν πράγματα. Νέος ήσουν...Είναι έτσι φτιαγμένα "τα πράγματα" που σε εξωθούν να μαζεύεις ανούσιες νίκες και ήττες για να στέκεσαι περήφανα στις αγέλες. Επειδή στις αγέλες οι ιεραρχία επηρεάζεται από την γνώμη των πολλών.
     Κανένας δεν καμαρώσει όταν εσύ είσαι ισορροπημένος. Αλήθεια σου λέω. Θα πούνε άλλα καλά λόγια : προσφέρει πολλά, είναι σεμνός, είναι προοδευτικός, στηρίζει εκείνον και τον άλλον, δεν ζημιώνει την ομάδα, τέτοια καλά λόγια θα ακούσεις, αν ποτές ακούσεις. Ποτέ δεν θα ακούσεις την ετυμηγορία  ότι δεν είσαι βλαμμένος. Εσένα βέβαια τότε, ουδόλλως θα σε απασχολεί τι λένε για σένανε οι πολλοί. Πρόκειται για ένα επίπεδο ευρρωστίας που εαν το κατακτήσεις μονώνεσαι... Για να προσεγγίσεις μια τέτοια ισορροπία χρειάζεται να πάψεις να δίνεις επικές μάχες για τα πράγματα. Πρέπει να προσεγγίσεις τα διλήμματα με την οπτική του πανόπτη. Σε όλες τις μεγάλες σχολές ισορροπίας της ψυχής, αυτό απαιτεί μια σταδιακή απαξίωση του σώματος και μια εξειδικευμένη προπόνηση του πνεύματος.
   Κοίταξε τώρα τι συμβαίνει... 
   Όταν εσύ είσαι ισορροπημένος ζημιώνεις την ομάδα γύρω σου σοβαρά. Με πολλούς τρόπους. Βάζεις απέναντι τους ανισόρροπους οι οποίοι συνήθως κάνουν και το περισσότερο νταβαντούρι. Δεν επιτρέπεις στους λαίμαργους να επεκτείνουν τον προσωπικό τους χώρο. Δεν κολακεύεις και αποδίδεις εις έκαστον τα δέοντα . Δεν σε καθηλώνει η δυστυχία του διπλανού σου, απλώς σε επηρεάζει. Σε χαροποιεί η προκοπή του άλλου και δε ζηλεύεις την καλή του τύχη. Όταν εσύ είσαι ισορροπημένος δεν ενοχλείς την ομήγυρη. Μέχρι του σημείου που θα ανακαλύψουν ότι είσαι καλά. 
    Τότες θα αρχίσει : 
    Θα μαζεύονται γύρω σου, θα πέφτουνε πάνω σου, με όποιο τρόπο μπορεί ο καθένας για να σε κάνουν ίδιο με τον μέσο όρο. Πρέπει να αντιληφθείς ότι τους ζημιώνεις και μόνον που στέκεσαι εκεί όρθιος και ισορροπημένος. Και ποιός είσαι εσύ δηλαδή ;
   Είσαι. Είσαι μια υγιής μονάδα σε έναν αρρωστημένο συρφετό.
   Η κορωνίδα των μαχών είναι η στιγμή που θα αποσπάσεις από τα νύχια των ανισόρροπων το δέμας σου και θα αναλάβεις μοναχός σου να το θεραπεύσεις , να το περιποιηθείς. Σε τούτη την απόφαση θα βρεις απέναντι, σθεναρά, εκείνους που δήθεν σε αγαπάνε.Ακόμη και ο ένας, ο σύντροφος θα σε κοιτάξει με καχυποψία.
   Όμως, για το καλό τους, για το καλό σου, για το καλό γενικώς, η καλή υγεία εκάστου ενός είναι ο πυλώνας της γενικής ισορροπίας. Μια δίκαιη αναδιανομή του πλούτου θα ήτανε τούτη :
    Να χωριστεί η γης σε λωρίδες. Οι ανισόρροποι να διεκδικούν μεταξύ τους το χρήμα, το φαϊ, την επιτυχία, την εξουσία και να λούζονται τα αποτελέσματα της τιτανομαχίας των βαρεμένων. Οι ισορροπημένοι να νέμονται μεταξύ τους, σε άλλη ζώνη το απόθεμα των πραγμάτων για τα οποία δίνεις συνήθως τις μικρές σου μάχες. Για να περάσει ένας ανισόρροπος στη ζώνη των ισορροπημένων να πρέπει να δεχτούν οι ανισόρροποι έναν ισορροπημένο στη θέση του ανισόρροπου που θα αποχωρήσει. Αυτό να γίνεται με μια ευρεία διαδικασία εξέτασης των υποψηφίων. Πιστεύω ότι ούτε έναν ισορροπημένο δε θα δέχονταν οι ανισόρροποι στη ζώνη τους. Ένας ισορροπημένος είναι τεράστια απειλή για τους βλαμμένους.
     Θέλω να πω, δε θα χρειαζότανε κανενός είδους προστασία η επικράτεια των ισορροπημένων. Κανένας ανισόρροπος δε θα ήθελε να παρεισφρήσει ! Εαν μάλιστα τους έβαζες να βάλουν ταμπέλλα στις περιοχές τους, και οι δυό ζώνες θα είχανε την ίδια : ΖΩΝΗ ΤΩΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
    Κλείνω με μια ανακοίνωση : 
    Έχει δημιουργηθεί μια ζώνη ισορροπημένων. Λειτουργεί και πάει καλά. Ναι σου λέω ! Εάν ενδιαφέρεσαι ψάξ’ την.
     Απλά…. Όχι στο google.

Σάββατο, Ιουνίου 17

Αν φας, καλά, άμα δε φας να δούμε τι θα γίνει

    -  Αλόνζ ανφά , όχι ανφάς που το λες εσύ, αν φας να φας, αλλά γαλλικά να το λες ανφά. Αγράμματε !
     Η ηλιλιωμένη άστεγη διδάσκει πάλι γαλλικές λέξεις στους καινούργιους γέροντες στο καφενείο της γωνίας. Στραβοπατάει σε δυό παντόφλες τα σιχαμερά πόδια της. Κανένας δε σκύβει να τα κοιτάξει, έτσι κι αλλιώς, όλοι την προσπερνάνε κρατώντας αποστάσεις, μήπως και μυρίζει απλυσιά. Έχει αφήσει τον μπόγο κάτω και σουφρώνει τα χείλια της. Αλόνζ ανφά ... ανφά...
     Το "έϊ τι εμ" αργεί να τα ξεράσει και η γραία με αποσπά. Της γυρίζω μια ενοχλημένη ματιά και την πιάνει στον αέρα. Μετανιώνω αυτομάτως....
   -  Πιο σιγά να μιλάτε γιατί ο κόσμος εδώ πρέπει να βγάλει τα λεφτά του. Αλόνζ ανφά ντε λα εουρώ.
    Δε δίνω συνέχεια, το μηχάνημα έχει κολλήσει, δεν έχω τσακιστή, θα βγάλω από αλλού...
   -  Ακούστε τι θα γίνει τώρα, λέει εκείνη με το μπόγο στους άλλους, να τα ακούει η πεθερά... Θα σας βάλουν φερμουάρ στο στόμα. Λουκέτο TAXIS. Δε θα ανοίγει αν δε τα στάξεις... Φερμέ λα μπούς
     Απομακρύνομαι, θέλω να περάσω απέναντι και να πάρω το εκεί πεζοδρόμιο, δε θέλω αυτηνής το λογίδριο στο πρωϊνό μου, έχω να μαζέψω τα μυαλά μου, αυτοκίνητα, πολλά αυτοκίνητα, ένα ποτάμι αυτοκίνητα και δε μπορώ να περάσω απέναντι, συνεχίζω να ακούω την άστεγη...
 - Θα υπάρχουν γεύματα παντού αλλά δε θα ανοίγει το στόμα σας. Πώς κάθεται σήμερα που μιλάμε ένας χωρίς πιστωτική και σας κοιτάει να τραβάτε λεφτά στο μηχάνημα, θα υπάρχει φαϊ στη γη και δε θα επιτρέπεται να ανοίξετε το στόμα σας.. Τα σάλια που θα σας τρέχουν θα τα καταπίνετε. Έξω δε θα βγαίνει τίποτες, ακτός αν είσαι φορολογικά ενήμερος, ταχτοποιημένος, ατσαλάκωτος... 
     Λεφτά υπάρχουν, σκέφτομαι, οι τράπεζες χρηματοδοτούν αλλά ποιούς χρηματοδοτούν ; Οι μισθοί μπαίνουν αλλά ποιοί είναι ακατάσχετοι ;  Με ζώνουν φίδια, και πρέπει να περάσω και μπροστά από την άστεγη που μου ρίχνει μια ματιά με νόημα... πήρες τα τέτοια σου κι εσύ ; 
   - Εγώ κυρ Μανώλη, δεν έχω κάρτα να βγάζω λεφτά. Μου την πήρανε. Τι να μου κάνουνε άλλο ;  Να μου βάλουν φερμουάρ στο στόμα ;  Θα χρειαστεί μεγάλο φερμουάρ γιατί η μάνα μου πριν πεθάνει, ένα πράμα μου είπε, τελευταίο, ένα πράμα... να δούμε εσένα ποιός θα σου μάσει το στόμα...
    Έχω περάσει και απομακρύνομαι. Μυρίζει γύρος, τρέχουν τα σάλια μου. Δεν έχω τσακιστή, ψάχνω τη τσάντα να βρω κέρματα. Ένα και τριάντα πέντε μέσα, κι έξι κάρτες. Κοιτάζω γύρω μου με τρόμο για την κοντινότερη τράπεζα, πεινάω, με τσάκισε ο γύρος, έχω και μύτη ραντάρ, τρομάρα μου, είμαι και λιχούδα, τρομάρα μου... πρέπει να βγάλω αμέσως λεφτά. H πείνα σκέφτομαι, είναι το τελευταίο στάδιο, η αφορμή που θα βγάλει τον κόσμο στους δρόμους. Κάτι θα γίνει, ε ; Δε νομίζω να το ρισκάρουν.  Να αφήσουν τον κοσμάκη να πεινάσει.. Δε γίνονται αυτά...

Κυριακή, Ιουνίου 4

ΔΟΛ (Δημοσ. Οργαν. Λαμπράκη)

    Τι άλλο να κάνω η ΔΟΛια μάνα, πέστε μου, που εξήντα νύχτες κάθομαι και βλέπω τη θεία απ' το Σικάγο να ξεσηκώσω know how.
    Έχω και την κόρη μου, που ξύνεται και δε μπορεί να περιμένει. Κάτσε λίγο μωρή της λέω, θα τα φέρει ο χρόνος, άντρα θέλω αυτή, τώρα τον θέλω. Έτοιμη για απεργία η αναρχομούνα.
    Πέταξα μια στάμνα στον Καλογρίτσα. Ξέρω εγώ, μου φάνηκε  μεγαλοτσέλιγκας και αρχοντοάντρας. Λυσάξατε.  Έγινε λαγός.
    Πέταξα τη δεύτερη στο Ρώσο. Λαγός μου βγήκε από κούνια. 43 του γλύτωσα απ' τη ΣΕΚΑΠ ούτε 13 δεν έταξε για προίκα. Με τι θα την καλοζωίσει , που 'ναι καλομαθημένη ; Το κομούνι ; Δε παίρνει πρώτα ένα δεκάρι για την άμπαλη την ομάδα του ; 
    Τώρα έμεινα με μία στάμνα και μια τελευταία ευκαιρία. Ούτε στο X-factor τόση πίεση. Να τη ρίξω σε ένα χοντρό που βλέπω να έρχεται, άντρας τόφαλος σίγουρο λιμάνι, η γιαγιά μου έλεγε ότι καραβοκύρηδες κάτω από 120 κιλά ψάξε τη λοβιτούρα.
     Εμένα η κόρη μου δεν είναι όποια κι όποια. Έχει ΒΗΜΑ που το ζηλεύει όλο το ΕΘΝΟΣ, έχει ΗΜΕΡΗΣΙΑ δαπάνη για καλλυντικά που δε μπορεί κάθε ξυπόλυτος να την προλάβει, έχει MEGAλύτερο ντεκολτέ από τη Μπελούτσι, θέλει CAR & DRIVER σε ΗΜΕΡΗΣΙΑ βάση να την πηγαίνει CINEMA , θέλει LIFE.GR style , θ ELLE ι τα σέα της και τα μέα της.
     Θα την πετάξω τη στάμνα στο χοντρό. Δε πάει να είναι κολλητός του μακαρίτη. Οι Μητσοτακαίοι πάντα ήξεραν πως να διαλέγουν φίλους. Θα την πετάξω, θα τον κάνω μούσκεμα τον πλοιοκτήτη, θα βρω κι έναν ΠΑΠΠΑ να επικυρώσει το MEGA λο ντήλι και από δω παν κι άλλοι. Ένα λιμάνι για την κόρη μου, οχτώ δεμένα πλοία.
     Μετά, ας πάει να ξελυσάξει με όποιον θέλει. Αααααα, όλα κι όλα. Μέχρι το στεφάνι η ΔΟΛια μάνα έχει τον έλεγχο. μετά όπως στρώσει ας κοιμηθεί. Όλα του γάμου δύσκολα και η κόρη γκαστρωμένη, μεταξύ μας έτσι ;
     Την βλέπεις στο μπαλκόνι : Στη φωτογραφία ντε. Άμοιρο κι άκακο δε δείχνει ; Άκου ποιούς βρήκα στην ατζέντα της. Βαρδινογιάννης. Μπόμπολας. Ψυχάρης. Κοπελούζος. Σαββίδης. Μαρινάκης. Όλων αυτών τηλέφωνα διευθύνσεις και e-mail. Με το Ν και με το Σ. Είναι παρθένα αυτή ; Αυτή ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις. Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου. Θου. Μη πω ΘΟΥΒΟΥ. Θεός σχωρέστον.
     Μάνα είμαι κι εγώ. Δεν είμαι Βέγγος! Γρήγορα να γίνει ο γάμος και μετά δε πάει και το παλιάμπελο ;  Όποιος προλάβει να γαμή... γάμησ....

Σάββατο, Ιουνίου 3

τρελαίνομαι για τη χώρα μου



τρελαίνομαι

για τη χώρα μου

τις μύγες

τι τις μύγες ;

ααα, ναι. . . που τις χτυπάω χαλώντας το Αθηνόραμα

και μετά , ούτε που ψοφάνε

τρελαίνομαι

όταν ρίχνει τη βροχούλα με τη λάσπη, 
από την Αφρική

εμείς δε βγάζουμε δικιά μας επειδής

και οι κοπέλες με τις εσπατρίγιες πιτσιλιούνται σε ωραίες στάσεις 
του ΟΑΣΘ

μεταξύ τους, 
με άλλους, μοναχές τους, εκείνες τις ατίθασες τις πιτσιλιές

για 17 minutes ΝΣΡ μέσω Εγνατίας

για 17 ημέρες μάταια περιμένοντας

ώσπου ξάφνου σκάει μύτη το un expected

με τις εκατό ρόδες, όλες στη σωστή νερολακούβα

και τις μουσκεύει, ερωτικά, εκεί, ανάμεσα στα σκέλια τους,

ανάμεσα στα στήθια τους, πατόκορφα,

ένα αστικό σε επίδειξη εργασίας

τρελαίνομαι
με τη χώρα μου

καθώς γεμίζω τα ρουθούνια μου το απόγιομο
στην πόλη του έρωτα και της πολίτικης κουζίνας
των εκατό αγοριών που το σπουδάζουν το τσιγαριαστό
με μυτερό ωραίο μούσι, φτιάχνοντας σούσι

καθώς γεμίζω τα ρουθούνια μου το απόγιομο
τη μυρουδιές προχθεσινών και βάλε σκουπιδιών

εκλεκτών θαλασσινών και κύπελων προφιτερόλ

και καρπουζιών με το μαχαίρι

τρελαίνομαι 
να αποφεύγω το ίχνος που άφησε στο πέρασμά της,
εκείνη , αχ εκείνη 
πριν από μένα, για μένα εκείνη, η άνωθέν μου

του πέμπτου

τα βήματά μου δίπλα στα δικά της

στο ασανσέρ

στην είσοδο με το μωσαϊκό

στην άσφαλτο με το χθεσιναβραδινό χαντάκι του αερίου

με το μετέωρο βήμα του πελαργού, που με έφερε

λες και δεν είχα μάνα εγώ

και τελικά να μην πατάω ούτε μια φορά

πάνω στα κόκκινα ίχνη, νικητής, θριαμβευτής

ούτε μια φορά, πάνω στο καρπουζόζουμο

που έτρεξε από την ελαττωματική σακούλα Αρβανιτίδη
θεός σχωρέστον

και την πρόδωσε, πόσα κουκούτσια έφτυσε απ’ το ζόρι

πώς αλαφροπερπάτησε, πώς διέλαθε της προσοχής μας

εξάγοντας ολούθε τσίκνα

αχ, τι όμορφα

τρελαίνομαι

Κυριακή, οχτώ και τρία το πρωί ακριβώς

ο Βλαδίμηρος, το καλό παιδί, να ομορφαίνει το περιβάλλον

παλιά αυτοκίνητα, αλέτρια, αλομίνια συλλέγοντας

απ’ την πλατεία

Αριστοτέλους εκ Σταγείρων

και Βλαδιμήρου εκ Σταγείρων

εξ όσων η ντουντούκα διαλαλεί, απόγοννος αυθεντικός

Ελλήνων, και αυτός, και εγώ και ο χρυσαυγίτης 

ο γεμάτος κάλλος,

ο κακοφορμισμένος  

ο κάλος στο στενό παπούτσι του έθνους

το αγορασμένο απ’ την κουβέρτα εκεί στη νέα παραλία

που εκπέμπει διαδικτυακή 4G, for me την ποδαρίλα  

πασπαλισμένη μισοφαγωμένους γύρους με εσάνς πατσά

και φρέντο εσπρέσο καπουτσίνο

τρελαίνομαι

για τη χώρα μου

τρελαίνομαι

πουθενά αλλού δε θέλω έτσι να ζήσω

μη με τραβάς

πουθενά σου λέω

μη με τραβάς …σε λέω ρεεεεεεεεε
θα πάρω τον Σαββίδη

εσύ, ο άσπρος με τη ρόμπα

τι τσόκαρο είναι αυτό

κιτρινισμένο

άσε με κάτω

δε θέλω  ένεση

δε θέλω ένεση

δε θέλω έν

τρελαίν