Σάββατο, Απριλίου 28

Το τσουκάλι


           Ήμασταν για μπάνιο. Νερό ζεστό, παρέα, όλα καλά. Ο Μάνος έλεγε να βουτήξουμε να πιάσουμε άμμο. Πήρα μια ανάσα, βούτηξα να πάρω τη πρωτιά. Έφτασα κάτω, μα καυτός ο βυθός και σκληρός σα μαντέμι. Δεν είχε άμμο. Είχα και κλειστά τα μάτια. Ανέβηκα κάπως ντροπιασμένος. Με κοίταξε με το ύφος ανώτερου όντος. Ο Μάνος. Η Νικολέτα δίπλα γελούσε με την ψυχή της. Πιτσιλούσε με μανία όλη την παρέα. Παιδιά έπιασα πάτο είπα. Η Μαριώ γέλασε. Σιγά το νέο, είπε.
         Τότε ο Μάνος πήρε μια βαθειά αναπνοή και χάθηκε. Προς τα κάτω. Πέρασαν δεύτερα τόσα ώστε μια αδιόρατη ανησυχία να μας κάνει να κοιταζόμαστε.  Ο Μάνος πουθενά. Απέναντι κάποιος διαμαρτυρόταν για τα νερά. Έκαιγε όλο μας το σώμα. Και ύστερα σταδιακά μούσκεψαν τα πρόσωπά μας κρύο ιδρώτα. Έπεσε σκοτάδι σε μια στιγμή. Σαν κάποιος να έβαλε στον κόσμο ένα καπάκι. Νύχτα, σκοτάδι. Το νερό άρχισε να κοχλάζει. Ο κόσμος κολυμπούσε άναρχα και μερικοί ούρλιαζαν. Πονούσα και πνιγόμουν μαζί. Τότε κατάλαβα τι γίνεται. Ήρθε η ώρα. Πρέπει να απομείνουμε οι δυνατοί, οι λίγοι, οι επαρκείς.  
        Μερικοί παρέδωσαν το πνεύμα γρήγορα. Άρχισαν να βουλιάζουν.  Η θερμοκρασία ολοένα ανέβαινε. Η Νικολέτα γελούσε αλλόκοτα. Εμείς κρατιόμασταν για να μη χαθούμε. Κρατιόμασταν και μοιραζόμασταν ρανίδες ελπίδας. Φαινόμασταν καταδικασμένοι. Εν πάσει περιπτώσει δεν υπήρχε εκείνη την στιγμή μια διαφαινόμενη διέξοδος. Σκοτάδι και όλεθρος.
      Ο κόσμος γύρω άρχισε να συμπεριφέρεται σαν ένα μάτσο αγρίμια. Γίνονταν οι πιο ανίερες συμμαχίες. Ότι μπορούσε ο καθένας να κάνει για να επιβιώσει το έκαμε. Άρχισαν να μαζεύουν πνιγμένους σε μια γωνιά, απάνω τους μπορούσαν να πατήσουν και ίσως να ανασηκώσουν το καπάκι για να πηδήξουν έξω. Δεν έγινε τίποτε. Ήταν και το σκότος…
     Η Νικολέτα μου ψυθίρισε κάτι στο αυτί. Τραβηχτήκαμε στην άκρη και περιμέναμε. Με λίγη ψυχραιμία και με αργές αναπνοές επαναφέραμε την αυτοκυριαρχία μας. Κρεμαστήκαμε από ένα χαλκά και τραβήξαμε το κορμί μας έξω από τον όλεθρο. Εκεί ήταν καλύτερα.
     Πέρασαν κι άλλα λεπτά αγωνίας. Οι φωνές κόπασαν. Άρχισαν να χαλαρώνουν όλοι. Μια δύναμη ανασήκωσε το καπάκι, να κοιτάξει μέσα. Μας μέτρησε. Ήμασταν λίγοι. Επίλεκτοι. Μας έδωσαν κοκτέιλς και σωσίβια. Σωθήκαμε. Το καπάκι έφυγε. Έβαλαν απαλή μουσική. Από τις άκρες του τσουκαλιού άρχισε να βγαίνει αφρόλουτρο. Χαλάρωσα. Έπιασα δυό κορίτσια από τη μέση και τα τράβηξα κοντά μου. Άλλοι απομάκρυναν τα πτώματα.
     Ήμασταν σε έναν καλύτερο κόσμο. Το τζακούζι ήταν άψογο. Βασιλιάς. Τα κατάφερα. Το μόνο που χρειάστηκε ήταν να κρατήσω την ψυχραιμία μου κατά το ολοκαύτωμα. Τώρα οι ευκαιρίες μου έκλειναν το μάτι. Ήμουν στους λίγους που άντεξαν την μετάβαση. Το νέο ήταν το αντίτιμο για την συνεργασία μου. Ο Μάνος πάει. Η Μαριώ πάει. Πολύς κόσμος έφυγε αρνούμενος να αποδεχθεί ότι το σύστημα είναι αμείλικτο. Δεν τα βάζεις μαζί του.
     Ξύπνησα ιδρωμένος. Πήρα την ταυτότητα και πήγα να ψηφίσω ολιγαρχία. Είναι ώρα να μείνουμε λιγότεροι. Αν δεν μπορούμε να έχουμε πόλεμο, ας εξοντώσουμε μερικούς με όποιον τρόπο είναι εφικτός. Δεν έχει χώρο για όλους. Μα δεν το βλέπουν ; Ψήφισα το τσουκάλι, εγώ. Γύρισα σπίτι ευχαριστημένος. Σε λίγους μήνες θα είμαι στην απ’ έξω. Ύστερα έπεσα για ύπνο και έσπευσα μέσα στο πλήθος, να χαθώ, να καλυφθώ, να βοηθήσω όποιον προλάβαινα. Υπήρχαν ακόμη επιζώντες. Τους έλεγα παραμύθια και τους σιγοτραγουδούσα για να τελειώσουν πιο ήσυχα. Ήταν η δουλειά μου, την έφερα βόλτα μια χαρά. Έπρεπε να φύγουν από τη μέση αλλά να υποφέρουν όσο λιγότερο γίνεται.

          Αυτή την ώρα, τώρα που συνθλίβονται οι ζωές των γύρω μου, εγώ επιλέγω να πάω σε προεκλογικές συνωμοτικές συνάξεις όπου ανταλλάσσονται υποσχέσεις. Φιλάω χέρια επίδοξων διανομέων των ιματίων της Μαριώς και του Μάνου που δεν προσαρμόστηκαν. Πρόκειται να είμαι καλύτερα εγώ. Δεν θα τελειώσω μέσα σε κανένα τσουκάλι κάνοντας τον ήρωα. Θα είμαι ανάμεσα στους λίγους που θα γλυτώσουν το τομάρι τους. Θα είμαι ανάμεσα στα τομάρια που θα γλυτώσουν τον όλεθρο. Γιατί ξέρω από ποιόν χαλκά να κρεμαστώ. Είμαι γάτα. Εφτάψυχος. Έμαθα πλέον. Το τσουκάλι είναι ένα απλό σύστημα φυσικής επιλογής. Ένα απαραίτητο κρεματόριο για να μην επικρατήσει το χάος. Δεν έχει χώρο για όλους… αφού.  

Σάββατο, Απριλίου 21

Déjà vu



       Μια στιγμή είναι μια στιγμή. Δεν την βιώνεις με συνείδηση των επιπτώσεών της. Μπορεί να σε κάνει έναν διαφορετικό άνθρωπο. Κι όταν την ανασύρεις από τη λήθη, το μέγεθός της δεν είναι το ίδιο, το σχεδόν αμελητέο που βίωσες. Έχει προστεθεί πάνω στο κορμί της ένα κέλυφος, αυτό των αλυσιδωτών αντιδράσεων που προκάλεσε και είναι πλέον μια στιγμή & ένας μικρός αιώνας…
       Η σχέση μου με το χρόνο ήταν πάντα προβληματική. Η σχέση μου με την μνήμη ήταν πάντα αποσπασματική. Και η σχέση μου με την ρέουσα πραγματικότητα ήταν πάντα η συνισταμένη της λογικής μου με αυτές τις δύο μου ιδιαιτερότητες.
       Σαν μου έτειναν μια απλωμένη τράπουλα να τραβήξω ένα χαρτί το δεξί μου χέρι πήγαινε πάντα προς την αριστερή άκρη. Μου φαινόταν ότι με το τέντωμα του κορμιού μου έδινα μια σπρωξιά από τη μοίρα προς την τυχαιότητα . Έτσι και με τις στιγμές μικρούς μου αιώνες. Θα τραβήξω απόψε μια από αριστερά και θα δούμε τι θα γίνει. Ουπς. Οκ.
        Ααα.. είναι μια από τις δυνατές μου στιγμές μικρούς αιώνες. Θα δεις, θα δεις. Είμαι με κοντό παντελονάκι, κάνω ποδήλατο με ένα μικροσκοπικό κόκκινο δίτροχο πάνω στο πεζοδρόμιο της Αλεξάνδρου Φλέμιγκ, στο αριστερό πεζοδρόμιο όπως κατεβαίνεις προς τη θάλασσα, το παντελόνι μου σκαλώνει στην αλυσίδα, το δεξί μπατζάκι, πέφτω αριστερά, το τιμόνι μου χώνεται στη κοιλιά, ανασηκώνομαι , πονάω και τραβάω το ύφασμα και καθώς λογίζομαι τον επερχόμενο καυγά με τη μάνα, δυο ξένα κρύα τραχιά χέρια με αρπάζουν και με σέρνουν μέχρι τον πλαϊνό τοίχο μιας τερατώδους οικοδομής, η φάτσα ενός διαταραγμένου παχουλού ανθρώπου, κάτω χαλίκια με χώμα, πίσω αδρός τοίχος, νομίζω relief, λευκός, μετά κάπως κόκκινος, εκείνος, ελεεινός, με κρατάει από τα αυτιά και μου χτυπάει δυο, τρεις, τέσσερις φορές το κεφάλι μου στον τοίχο, για αυτό κάπως κόκκινος, τρέμω, χτυπάει ταμπούρλο μέσα στο στήθος μου, το στόμα του μυρίζει σαν του παππού μου, μετά που πίνει ρετσίνα, τα μάτια εκείνου δεν τα βλέπω, δεν τολμώ, δεν τολμώ να τραβηχτώ, έχω παραλύσει, μου λέει κάτι, θα μεγαλώσω και θα δω μου λέει, δεν έπρεπε να είμαι τόσο κακός, μου λέει κάτι, βάζω τα χέρια μου στα αυτιά νομίζω, ναι στα αυτιά, δε ξέρω γιατί, ίσως μέχρι τότε τα τραύματά μου ήταν από πράγματα που μου ξεστόμιζαν, πρώτη φορά με βίαζαν σωματικά, ανοίγω τα μάτια, δεν υπάρχει εκείνος, ούτε κανείς, χαλίκια, πόνος στο κεφάλι, λίγο αίμα, ζεστό, στο λαιμό, δεν έχω κάνει τίποτα πάνω μου, τα πόδια μου τρέμουν, τρεκλίζω μέχρι το ποδήλατο. Ξεχνώ. Ξεχνώ. Το ζεστό αίμα στο σβέρκο ξεχνώ, τα κρύα χέρια του στα αυτιά, ξεχνώ, δεν ήθελε τίποτε, μόνο να με δει να κατουριέμαι από το φόβο, ανήμπορος. Ξεχνώ.

      Ποτέ δεν βρέθηκε ο ογκώδης διαταραγμένος που με τρομοκράτησε με εκείνον τον απρόσμενο τρόπο. Ποτέ δεν βρέθηκε μα ποτέ δεν χάθηκε. Χαράχθηκε μέσα μου. Μια στιγμή μικρός αιώνας.

     Τώρα θα τραβήξω ένα άλλο περιστατικό, έτσι για την πλάκα από τα δεξιά, το προτελευταίο από την τράπουλά μου. Είμαι εδώ, σε αυτό το σπίτι που ζω, λοιπόν δεν είναι σπουδαίο, εχμμμ.. βλέπω τα νέα, βλέπω νέα αλλού, βλέπω και ακούω, βλέπω έναν πολιτικό νέας κοπής, ύφος που δεν σηκώνει αστεία, με διαβεβαιώνει , ακριβώς αυτή τη λέξη διαλέγω, με διαβεβαιώνει ότι θα είναι μακροπρόθεσμες οι ωφέλειες, ας πούμε εμείς επιπτώσεις, με διαβεβαιώνει ότι συμπάσχει , φαίνεται συντετριμμένος, ας πούμε εμείς τετριμμένος, και μετά ανακοινώνει κάτι που το λέει μνημόνιο. Βάζω πάλι τα δυό μου χέρια στα αυτιά. Δεν ακούω, ιδρώνω, κάτω κρύα πλακάκια, πόδια ξύλινα, αυτός ανακοινώνει, το ύφος του ταιριάζει, ιδρωμένος, δυνατός,  ογκώδης, εμφανώς διαταραγμένος, ανακοινώνει, κοινωνική ασφάλιση τέλος, πρόνοια τέλος, εργασιακά κεκτημένα τέλος, χρόνια εκτιμένα με κόπο και όραμα τέλος, πρόοδος τέλος, πατρίδα τέλος,  όνειρα τέλος, ας πούμε εμείς έλος, πίσω του τοίχος λευκός αδρύς, ο ήχος της φωνής του κάτι ανασύρει, τρέμω, το στόμα μου στεγνώνει, τα πόδια μου, δεν τα αισθάνομαι , μετά πάλι αισθάνομαι τα πόδια μου, είναι κάτι που προσπαθεί να μου πει ακόμα, θα μεγαλώσω και θα δω, δεν έπρεπε να είμαι τόσο κακό παιδί λέει, δεν ακούω αυτά που μου χαράζει μέσα μου, τρεκλίζω μέχρι έξω , στις σκάλες, είναι εκεί το ποδήλατο, πέφτω δίπλα του, μάρμαρα αντί για χαλίκια, ο τοίχος πίσω λευκός και λίγο κόκκινος, έχω παραισθήσεις. Τι χρονιά έχουμε, ποιο είναι αυτό το ποδήλατο, γιατί δεν είναι κόκκινο, Τι θα κάνω τώρα, πως θα δείξω στη μαμά μου το μπατζάκι, μήπως ο χοντρός ξαναγυρίσει, μήπως με πιάσει πάλι από τα αυτιά. Ξεχνώ, ξεχνώ το όνειρό μου το θρυψαλιασμένο , μα δεν ξεχνώ τη δήθεν συντριβή στο πρόσωπό του, δεν ξεχνώ το κυνικό του κάτω χείλος, δεν ξεχνώ μερικά πράγματα.

        Μπερδεύομαι με αυτές τις στιγμές μικρούς αιώνες. Είναι απλά στιγμές, έτσι ! Πως γίνεται να μπορούν να σε κάνουν έναν διαφορετικό άνθρωπο ; Πως γίνεται ; Πόσο βαρύ κέλυφος κουβαλούν, πόσα κιλά μπορεί να σου προσθέσουν ;

       Η σχέση μου με το χρόνο ήταν πάντα προβληματική. Πόσος έφυγε, πόσος θα είναι ο υπόλοιπος, τι πρόκειται να πάθω ; Τι επίδραση έχει ο χρόνος στον φόβο ; Μικραίνουν τα τραύματα ξεμακραίνοντας ; Είναι εκεί,  ελλοχεύουν ; Η σχέση μου με τη μνήμη ήταν πάντα επιλεκτική. Ήταν ογκώδης και κυνικός εκείνος που μου χτύπησε το κεφάλι στον τοίχο ; Είχε μορφή δυνάστη ; Ήταν το ποδήλατό μου που του φάνηκε απρεπές ; Ήταν η παιδικότητά μου στο στόχο ; Τον τρέλανε που με έβλεπε με το μέλλον δικό μου ; Πόσος χρόνος μου απέμενε τότε με το κόκκινο ποδήλατο ; Πόσος χρόνος απομένει τώρα ; Από δω και στο εξής ; Η σχέση μου με την ρέουσα πραγματικότητα είναι σα διαλυμένος γάμος. Η ανάμνησή του σε διδάσκει πως να μην την ξαναβιώσεις, μια σχέση τέρας αδηφάγο που αδιαφορεί για τα άτομα που την θρέφουν.
      Μια στιγμή είναι μια στιγμή. Όταν την βιώνεις δεν έχεις συνείδηση των επιπτώσεων που θα επιφέρει. Ο χρόνος μετά αναλαμβάνει τις αλληλουχίες και εσύ έχεις να κάνεις με τα επακόλουθα. 
         Τα ακόλουθα είναι νομίζω μερικά σχόλια από εκείνο το κοκτέϊλ της συνισταμένης της λογικής μου με τις ιδιαιτερότητές μου:
         Τότε , πάει καιρός, τότε που μου χτύπησαν το κεφάλι και με τρομοκράτησαν, θα πρόβλεπε κανείς ότι δύσκολα θα σηκώσω ανάστημα. Μα σήκωσα. Και πολύ μάλιστα. Αν μπορούσε εκείνος να με δει, πως έγινα, πόσο ψηλός, πόσο χαρούμενος, πόσο πολύπλευρος και πόσο άνθρωπος ολοκληρωμένος, αν μπορούσε να με δει... Μα και τούτος, ο καινούργιος από την τηλεόραση, αυτός που με έκανε να μην νιώθω τα πόδια μου, να βάζω τα χέρια μου στα αυτιά μου σαν παιδί, να μπορούσε να με δει σε λίγα χρόνια, να με δει πως θα είμαι , πόσο πολύ όμορφος, πόσο πολύπλευρος, πόσο ολοκληρωμένος μέσα από τις δοκιμασίες, ας τις πούμε εμείς κακουχίες,  μέσα από τις αλλαγές που θα μου επιφέρει η δική του στιγμή, ο δικός μου καινούργιος μικρός αιώνας. Να μπορούσε να με δει, πόσο άνθρωπος θα παραμείνω, ότι και να μου επιβάλλει το μένος του και η απληστεία του, η δουλοπρέπειά του και η προδοσία του.   
         Τώρα με χτύπησαν, τότε με χτύπησαν, αύριο θα με χτυπήσουν. Έτσι είναι τα πράματα. Είναι τόσο προβλέψιμα , ακόμη και αν η σχέση σου με την μνήμη σου είναι επιλεκτική.

     Εις το επαναϊδωθέν.           

Τετάρτη, Απριλίου 18

Τι 'ναι ρε μούργο ;

        Δευτέρα 16 Απρίλη. Tο μεσημέρι aναχωρεί από τη λίμνη Κερκίνη, κι ένα δειλινό γεμάτο μαβιές υποσχέσεις ανοιξιάτικης μπόρας απλώνεται σα νικητής. Σε περπατώ απ’ το χέρι, καταρχήν καχύποπτη.
       Οι μικρές σου σκιές ακόμη θαμπώνουν την κρίση σου. Είσαι σφιγμένη. Είναι κι αυτός ο σκύλαρος, πέρα στο καλύβι του Σέργιου, που κάνει να σηκωθεί να σε τσεκάρει, αλλά βαριέται κι όλας. Σε νιώθω πως λύνεσαι, από τον τρόπο που ελαττώνεις το σφίξιμο στα δάχτυλά μου. Πάντα είχα εμπιστοσύνη σε αυτό το ..αναλογικό πιεσόμετρο.
        Δεν υπάρχει ήχος από κύματα, δεν υπάρχει ήχος από βάρκες, δεν υπάρχει ήχος από τίποτα, είναι ενός μαγικού λεπτού σιγή που μας καλωσορίζει. Το μυαλό σου ωρύεται. Δεν θέλει να ενδώσει στην απραξία, αμάθητο από γαληνεμένες παύσεις. Ας είναι…
       Αυτός ο ουρανός, είναι αλήθεια, θα μπορούσε να είναι πηγή μελαγχολίας μέσα στην πόλη.  Μα εδώ βρίσκει το ρόλο του. Επόπτης, διακριτικός, σαν σκηνοθέτης που αγαπά τους ηθοποιούς, σπέρνει πινελιές χαράς και οδύνης και σε αφήνει να κάνεις τις επιλογές σου. Μια φορά, δεν μπορείς να τον πεις ανεπαρκή ή διεκπεραιωτικό . Αυτό όχι.
       Και η σιωπή. Δεν είναι ακριβως μια σιωπή. Είναι η διακριτική παρουσία όλων των χρήσιμων θορύβων. Είναι θέμα αυτορύθμισης, είναι η κουλτούρα της φύσης. Είναι σιωπή για εμάς, ένα πάρτυ για ένα ζουζούνι, μια θεία λειτουργία για ένα άνθος. Τέτοια σιωπή. 
       Ύστερα σπάζει κι αυτή με ένα τσούρμο μικροσκοπικούς θεατές που φαίνεται να αλλάζουν ξαφνικά θέσεις. Η ταξιθέτρια απέτυχε παταγωδώς, αν κρίνω από τη γενική δυσθυμία. Κάνουν μερικά δεύτερα χαμό, μετά ηρεμούν, τώρα βλέπουν όλοι καλά, είναι έτοιμοι για την πρεμιέρα μας. Σε παρασύρω στην ακρολιμνιά, πρωτοεμφανιζόμενη σε κλασσική παράσταση. Κάνεις αίσθηση μάλλον. Τα φώτα δεν έχουν χαμηλώσει αλλά το μικρό σούσουρο επανέρχεται. Πετάς ένα βότσαλο. Η πρώτη σου δειλή ατάκα.  Γίνεται δεκτή με γενικευμένα χαχανητά. Βατράχων ασύστολα γέλια.    
       Θεατές αθέατοι κοάζουν, κόλακες από χέρι ,σκωπτικοί απέναντι στην αμηχανία σου, μπροστά στην ανθρώπινη παρουσία, με δυό λέξεις , πώς να το πεις , θετικά ενοχλημένοι. Το διασκεδάζουν, στο θέατρο πάντα χωράει, μιας στιγμής αυτοσχεδιασμός. Μα  σου δίνουν και να καταλάβεις ότι δεν πλήρωσαν όλο το εισιτήριο για πάρτη σου. Ανάγωγοι.
      Εσύ κάπως ενοχλημένη. Δεν έχει σημασία που αισθάνεσαι έτσι. Θα ενσωματωθείς.Το βλέπω πως αρνείσαι να αντισταθείς, αγάπη μου. Το βλέπω πως ενδίδεις.
      Σε γυρίζω προς τα χείλη μου. Δεν είσαι έτοιμη. Αλλάζω γνώμη και σε παίρνω να καθήσεις στις δυό άδειες καρέκλες. Πρώτη θέση στην απογευματινή της Κερκίνης. Βραχάκια Α1, Α2. Ρίχνω μια ματιά. Κανείς δεν μου κάνει νόημα " πιασμένες "..
           Αρχίζει. Χωρίς ένα γκονγκ της προκοπής.
           Ένας τεράστιος λευκός βαρύτονος , ένας αυτοκρατορικός πελεκάνος, πλαταγίζει τις πορτοκαλί πατούσες του και με δυό δυνατά φτερουγίσματα απογειώνεται αφήνοντας ένα ρίγος μυτερό στο νερό. Κάνει έναν μεγαλόπρεπο κύκλο, σα να φωνάζει σσσσςςςςς σε όλους. Οι θεατές εκστασιάζονται. Εσύ πάλι μου σφίγγεις απότομα τα δάκτυλα. Αλλιώς τώρα. Τα μάτια σου γίνονται σα της λίμνης. Υγρά και γαληνεμένα μαζί.
         Ρίχνω μια ματιά πίσω μας. Το κάνω πάντα πριν σε φιλήσω. Χαίρομαι που κρατούν κάτι τέτοιες παιδικές προφυλάξεις. Δε χαίρομαι με αυτό που με περιμένει.... 
       Ένας τεράστιος για πρώτη πράξη ποιμενικός, με κοιτάζει κατάματα από δυό μέτρα απόσταση. Θα προτιμούσα το μπαμπά σου. Του ρίχνω μια ικετευτική ματιά. - Δεν την έχω καν φιλήσει. Με καταλαβαίνει αμέσως. - ΟΚ. Διπλώνει τα δυό πίσω πόδια, μετά απλώνει εμπρός τα άλλα δυό, σηκώνει αυτιά και αφήνει ένα τεράστιο χασμουρητό , εκείνη την ποταπή επίδειξη γναθικής ανωτερότητας που δε σηκώνει αμφισβήτηση. - Εσείς φιληθείτε. Εγώ θα βλέπω…
      Τα δέντρα λούζονται εδώ. Βγάζουν τα χέρια τους ψηλά , μέσα απ’ το γκρι νερό, κι απλώνουν την ομίχλη σαμπουάν στα μαλλιά τους, αργά, ερωτικά, με ιεροτελεστίες αθώες, σα να μη τα βλέπει κανείς. Μα τα βλέπουν τα σκιάχτρα. Κάτω από καφέ καπέλα με ρηχά γείσα, ηδονοβλεψίες χωρίς μακρόπνοα σχέδια, παριστάνουν τον γόη. Με ρούχα παρτάλια…
    Ο δικός μας ηδονοβλεψίας έχει στρωθεί σαν να πλήρωσε πρώτης θέσης. Του ρίχνω μια εντελώς αναποτελεσματική ματιά δυσφορίας.
    Και τότε , καθώς ένα κοπάδι πάπιες πλησιάζει τα πόδια σου, σε γυρνώ προς τα χείλη μου ξανά. Είσαι έτοιμη και υγρή σα κρεμ καραμελέ.
   Αφήνω να περάσουν μερικά λεπτά για να κρυφακούσω τα σχόλια. Φαίνεται πως έχουν ξαναδεί φιλί, γιατί το μόνο που φτάνει στα αυτιά μου είναι σπασμωδικά κοακοσούσουρα χωρίς κανέναν ενθουσιασμό. Ένας κορμοράνος προσγειώνεται στα καλάμια που φυτρώνουν στο ιδιότυπο θεατρικό μας σανίδι. Τινάζεται και μαζεύει τις φτερούγες. Είναι ερωτευμένος σα γυναίκα που θέλει να ξαναφιληθεί, αν κρίνεις από τον τρόπο που κορδώνει το κορμί του.
    Τραβώ ένα τσιγάρο που αξίζει να το καπνίσεις. Ανάβω δυνατά. Είναι για τους δυό μας.
Είμαι όσο ευτυχισμένος επιτρέπουν τα όρια που μου έχω βάλει.
    Και τότε, νιώθω την ανάσα του, ο σκύλος έχει πλησιάσει κουνώντας αργά την ετυμηγορία του, σκύβει στο χέρι που του απλώνω με δέος και μου ρίχνει μια χλιαρή  τραχιά γλυψιά. Για μια στιγμή το επεξεργάζομαι και νομίζω, νομίζω πως είμαι λίγο πιο ευτυχισμένος από όσο μου επιτρέπουν εκείνα τα όρια. Δεν έχω λόγια. Καταπνίγω ένα δάκρυ και του απευθύνομαι :
    Τι ‘ναι ρε μούργο ;

Τετάρτη, Απριλίου 11

Η Μεγάλη Εβδομάδα των Μικρών

Μανχάταν, Central Park West 15, Day one, 2012-04-09, 8:15
     ο Tom McFire παίζει τον parker του ανάποδα πάνω στο χρωμέ πληκτρολόγιο "τσεκάροντας" μαλακά το enter χωρίς να ξέρει αν πρέπει να το πατήσει.  Τα μάτια του είναι κουρασμένα και κόκκινα σα της αλεπούς κόντρα στα φώτα. Στην αίθουσα του Διοικητικού Συμβουλίου τα στελέχη βηματίζουν με τα εσπρεσάκια τους στα funcy χάρτινα ποτήρια σκουντουφλώντας με τις σκέψεις. Ο Tom τους βλέπει από τα κρυστάλλινα διαχωριστικά παραλλαγμένους από τις διαθλάσεις. Δεν έχουν φυσιολογικά πρόσωπα. Έχουν τις μάσκες που φτιάχνονται από ..ένταση. Ανάμεσά τους ο Nick επιμελημένα ατημέλητος αγορεύει με τη γλώσσα του σώματος ενός που δεν επιδέχεται αντιρρήσεις. Ο
Tom δεν ακούει τα λόγια toy αλλά ξέρει καλά τι λέει. Ο Nick Traker δεν είναι από τα παιδάκια που υπογράφουν μασημένες εκθέσεις. Θα είναι ένα αγκάθι. Βάζει ένα δεύτερο σκέτο καφέ. Βηματίζει για λίγο και ρίχνει μια ματιά στο ρολόϊ. Δεν υπάρχουν περιθώρια. Παίρνει ένα cent και το στριφογυρίζει στα δάκτυλα. Ύστερα το στρίβει με επιδεξιότητα πάνω στο mouse pad. Πέφτει. Κορώνα. Παίρνει τον parker και πατάει το enter στο laptop. Σφίγγει τη γραβάτα στον 50χρονο λαιμό του και ρίχνει μια ματιά στην τσάκιση του παντελονιού. ΟΚ. Ανοίγει την διάφανη πόρτα και βγαίνει.

Κορνίτσοβο, Πίστης 3, Μεγάλη Δευτέρα, 2012-04-09, 15:15
      το ίδιο λεπτό έξω από τον καφενέ του στην Άρνισσα ο Κώτσος ο Τράϊκος χτυπάει νευρικά ένα Παπαστράτος στο μάρμαρο. Οι γραμμές της αμαξοστοιχίας έχουν ελεγθεί δυό και τρείς φορές και το μόνο που μένει είναι να ξεκινήσουν τα δρομολόγια. Ο Κώτσος περιμένει το τραίνο πως και τι. Ο καφενές εδώ και ενάμιση χρόνο έχει μείνει με τις κατσίκες για πελάτες. Κάποια τεχνικοοικονομική μελέτη είπανε, αποσβέσεις είπανε, διαχειριστικές σπατάλες είπανε η ουσία είναι ότι η ημερήσια αμαξοστοιχία Θεσσαλονίκη Φλώρινα ματαιώθηκε. Χωρίς μια κουβέντα. Εδώ είναι Ελλάδα. Τελεία και παύλα.
    Μα τώρα πλησιάζουν εκλογές. Οι επιτροπές διεκδίκησης πήρανε φωτιά. Eπήγανε και τους υποσχέθηκαν όλο το χωριό μονοκούκι. Σε όλα τα κόμματα ! Σάμπως θα τους δουν πίσω απ’ τη κουρτίνα ; Η ρόδα να γυρίσει. Κι έπιασε. Ως εξ ελληνικού θαύματος, Μεγάλη Τετάρτη πάνω που πρασίνισαν οι αχλαδιές και μπουμπούκιασαν οι μηλιές το ΠΑΣΟΚ θα ξαναβάλει μπρός το τραίνο. Done. Μένουν δυό μέρες. Ο καφενές θέλει ένα βάψιμο.

Μανχάταν, Central Park West 15, Day one, 2012-04-09, 8:25
    Ο Τom μπαίνει στην αίθουσα συνεδριάσεων χειροκροτώντας. Τα στελέχη μένουν άναυδα. Τους κοιτάζει έναν έναν και τους δείχνει φωνάζοντας θριαμβευτικά τα μικρά τους ονόματα. Mike, Jennifer, Jeff, Nick, Else, … χειροκροτάει, αναγκάζονται να ενστερνιστούν τον ενθουσιασμό, στην αρχή χλιαρά, ο Tom είναι επίμονος, Julia, Peri,    τώρα το χειροκρότημα πρέπει να ακούγεται μέχρι το point zero. Ο Tom μένει ακίνητος μπροστά στην προεδρική καρέκλα. Όρθιος. Τα χέρια στο γραφείο σε στάση «λιώνω ένα κουνούπι». Τους κάνει νόημα να σιγήσουν. Η ατμόσφαιρα βγάζει σπίθες στατικού ηλεκτρισμού σαν μάλλινη κουβέρτα τη νύχτα. Ο Tom μιλάει :
   - Είστε το 20% που απέμεινε στη φίρμα μετά τις εκκαθαρίσεις. Όλοι αυτοί που έφυγαν ήταν καλοί και δούλευαν με προσήλωση. Ξέρετε γιατί πήραν δρόμο ; Γιατί εσείς είστε οι καλύτεροι. Είστε οι καλύτεροι γιατί απεχθάνεστε όσο κι εγώ την ήττα. Σήμερα στις 9.01 ανοίγουν οι αγορές σε μια ιστορική για εμάς ημέρα. Η εταιρία θα αλλάξει το χαρτοφυλάκιό της από λευκό σε κίτρινο.  Ξέρετε ποιος είναι ο λόγος που αμείβομαι με 38 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο ; Προλαβαίνω τις καταστάσεις. Σας άκουσα όλη τη νύχτα να μου λέτε νούμερα. Θέλω να ευχαριστήσω τα στελέχη του risk compartment και να σας πω αυτό…. Μέχρι απόψε το βράδυ, εσείς, οι καλύτεροι, θα έχετε στο λογαριασμό σας από ένα bonus πεντακοσίων χιλιάδων αφού πετύχετε τον σημερινό στόχο. Αν τον πετύχετε οι εννιά στους δέκα το bonus αυτό διπλασιάζεται. Με αντιλαμβάνεστε ; Ένα εκατομμύριο έκαστος.    
    Τα μάτια των στελεχών έκαναν ένα διακριτικό κύκλο στα πρόσωπα. Πρέπει να ήταν όντως μια σημαντική μέρα. Απλώς δεν ξέρανε ακόμη το λόγο. Ένα μύριο ο καθείς...

  Κορνίτσοβο, Πίστης 3, Μεγάλη Δευτέρα, 2012-04-09, 15:25
    Ο Kώτσος περπατά νευρικά κάνοντας σχέδια. Το τραίνο είναι ένα θέμα. Τα κτήματα άλλο. Η Μαρία θέλει να κατέβει να σπουδάσει. Οι κατσίκα στραβοπατάει το πίσω πόδι. Και δεν πιάνουμε και ΝΕΤ στην TV...αλλά το σημαντικότερο όλων είναι το καίριο... Η καλλιέργεια στην κύρια έκταση της οικογένειας, εκείνα τα παρατημένα σκληρά στάρια χτύπησε ταβάνι. Επιδοτήσεις τέλος. Τώρα ; Ποιός θα μας ξελασπώσει ;  Η Ντόρα λένε πως ψάχνει φρέσκο αίμα... Της το έλεγα της Μαριώς μου να πηγαίνει στις μαζώξεις, στα κόμματα, αγύριστα μυαλά τα μικρά τα παιδιά. Πρώτα η περηφάνεια. Φάτε τώρα περηφάνεια.  Φάτε.
    Ο Κώτσος νιώθει εγκλωβισμένος σαν χρηματιστής σε μέρες πανικού. Τώρα θέλει να ιδρώσουν οι κώλοι μας. Και αν γεννούμε ανθρώποι... Α, ρε πατέρα, χάθηκε να κατεβείς Αθήνα ... χάθηκε ; Θα είμασταν κοντά σε καμιά διακόσιους βολευτές, όλο και κάτι θα γλείφαμε. Όλο και κάτι θα γλείφαμε. Τι να κάνει κανείς στο Κορνίτσοβο ; Τι ;

 Μανχάταν, Central Park West 15, Day one, 2012-04-09, 8:35
    Ο Τοm εξηγεί το σχέδιο με φωνή αγγελιοφόρου του θριάμβου. Φαίνεται σίγουρος :
- Μέχρι τις 11.00 σήμερα το πρωϊ θα έχετε διαθέσει επιθετικά ότι κατέχουμε σε Ισπανικών συμφερόντων τίτλους και εννοώ ότι διαθέτουμε, από κατασκευαστικές μέχρι οδοντογλυφίδες. Από τις 11.00 που το σούσουρο θα ξεκινήσει, μέχρι τις δώδεκα, θα έχετε ξεφορτωθεί και τους τίτλους από κάθε χώρα που επηρεάζεται σε μια πιθανή κατάρρευση των Λατινόφωνων Εταιρικών Σχηματισμών σε όλο τον κόσμο. Και μέχρι το μεσημέρι τα ομόλογα των κρατών που κατέχουν Ισπανικά ομόλογα. Με αυτήν ακριβώς τη σειρά. Αντιληπτός ; Δεν θέλω μισές δουλειές. Πουλήστε σε κάθε άνθρωπο που σας εμπιστεύεται και πρώτη πάρτε τηλέφωνο τη μάνα σας. Πέστε τα πιο μεγαλειώδη ψέματα και διώξτε μεγάλα πακέτα, θα είμαστε σε ανοιχτή γραμμή, κόκκινες γραμμές σήμερα δεν υπάρχουν. Με έναν πρόχειρο υπολογισμό πρέπει το μεσημέρι να είμαστε με το 45% των τίτλων μας στα χέρια. Παστρική δουλειά και το βράδυ κερνάτε ποτά τους γκόμενούς σας. Μετά από αυτό φυσικά θα κάνουμε επαναξιολόγηση της αγοράς. Οι σημερινοί μας πελάτες δεν θα θέλουν να μας ξέρουν. Θα σας πρότεινα να αρχίσετε το χτένισμα των βιογραφικών σας. Πρόκειται για ηρωϊκή έξοδο και …
- Πρόκειται για αυτοχειρία ! Αύριο πρέπει να αλλάξουμε όλοι δουλειά ! Από τις 9.30 οι πάντες θα ξέρουν ότι εμείς σήμερα μόνο πουλάμε. Θα έχουμε ελάχιστα περιθώρια για διορθώσεις, είναι ένα σχέδιο με τεράστια ρίσκα, για να μιλήσω ευγενικά.
   Τα πρόσωπα όλων στράφηκαν προς τον Nick Traker. Του Tom η φάτσα δεν ίδρωσε. ; Έκανε πως δεν άκουσε. Ένα από εκείνα τα βλέμματά  του πέρασε φευγαλέα σα χαστούκι...Αυτόν εδώ έπρεπε να τον έχει σχολάσει από χθες, διάολε.
    - Ο Traker το λέει αυτοχειρία. What ever you call it, είναι αυτό που μας θρέφει και μάλιστα με μερίδες γκουρμέ. Οι πελάτες μας έχουν κερδίσει πακτωλούς με τις καλές συμβουλές μας. Ήρθε η ώρα να καλύψουμε την πλάτη μας. Ο Nick από ‘δω καθάρισε φέτος πάνω από 1,5 μύριο αραδιάζοντας φούμαρα από το τηλέφωνο. Είστε χρηματιστές και όχι πάστορες. Με εκνευρίζετε όταν με κάνετε να σας το θυμίζω. Χρειάζεται ;
   Ο Traker έβγαλε από την τσέπη του ένα κομψό κεχριμπαρένιο κομπολόϊ. Κοίταξε το μεγάλο…Τράβηξε ξαφνικά το νήμα και άφησε τις χάντρες να σκορπίσουν στο τραπέζι συνεδριάσεων. Κέρδισε ένα λεπτό προσοχής. Ήξερε το παιχνίδι... Μίλησε :
      - Boss, αν μου επιτρέπεις,δυό λόγια, το ντόμινο που θα δημιουργήσουμε είναι κολοσσιαίων διαστάσεων. Είμαστε η πρώτη σε κεφαλαιοποίηση εταιρία του Μανχάταν και κάθε μας φτάρνισμα σπέρνει επιδημίες. Η Ισπανία δεν είναι μια τελειωμένη υπόθεση. Θέλεις να είσαι αυτός που θα ρίξει την πρώτη Ναπάλμ ; Οι οίκοι αξιολόγησης μέχρι το βράδυ θα έχουν μετατρέψει όλη τη Νότιο Ευρώπη σε κόλαση. Και τι θα κάνουμε με τους υπόλοιπους Ευρωπαϊκούς τίτλους ; Και τι θα πούμε μεθαύριο στο πελατολόγιό μας ; 
     Ο Tom σήκωσε το χέρι με τουπέ Νέρωνα, για τους λίγους εκεί που ήξεραν ιστορία : 
- Traker, νοτιοευρωπαίε φίλε μου, εκείνο που με ενδιαφέρει εμένα είναι να μην κάνω αργή εκκίνηση. Η πιστολιά αργά ή γρήγορα θα πέσει. Αλλά και να μην ήταν να πέσει, εγώ δεν δίνω δεκάρα. Δεν πληρώνομαι για τα αισθήματά μου. Για τους υπόλοιπους Ευρωπαϊκούς τίτλους δουλεύει εδώ και ένα μήνα ο πάνω όροφος. Αθόρυβα και μεθοδικά. Το κάθε στέλεχος με ένα φάκελο αλλά κανείς τους με όλη την εικόνα. Αυτή την στιγμή είμαστε ήδη με το ενάμιση πόδι στην Ασία. Είμαι καλύτερα προετοιμασμένος από ότι νομίζεις. Είμαι πάντα ο Tom on the top. Από εσένα περιμένω τώρα την επιστροφή της εμπιστοσύνης μου σε πράξεις. Είμαστε στο ίδιο πλοίο. Μόνος ανέβηκες. Αλλά το τιμόνι το κρατάει πάντα ένας. Έχουμε λιγότερο από ένα τέταρτο και αυτό που συμβαίνει εδώ μέσα το ξέρουμε εμείς οι ένδεκα. Ήμασταν ανεπίτρεπτα αισιόδοξοι για την Ευρώπη, από τις χθεσινές μελέτες σας προκύπτει ότι δεν μπορούμε να απορροφήσουμε ούτε απώλειες της τάξης του 18%. Η ζημία θα ξεπεράσει τρεις φορές το συνολικό μας κεφάλαιο. Ότι κερδίσαμε κερδίσαμε. Μαζεύουμε και φεύγουμε. Μέχρι να σκάσουν τα πυροτεχνήματα εμείς θα είμαστε στο δρόμο για το σπίτι. Κύριοι βγέστε εκεί έξω, πάρτε από μια μεγάλη κούπα καφέ και πιάστε τα τηλέφωνα. Είναι ένας σκληρά πλασμένος κόσμος. Για νικητές. Για τους κορυφαίους. Για εσάς. Για την Else και τον Μike, για τον Νick Traker επίσης. Fuck Spain, gentlemen… Εσύ… Nick.. παίρνεις ένα bonus επιπλέον, first class ticket για την πατρίδα. Πήγαινε να κάνεις ένα Πάσχα της προκοπής. Έφαγες πολύ πίεση τελευταία. Μετά από αυτό είσαι ελεύθερος. Για Τουρκία είπαμε ;
     - Για Ελλάδα, Tom, αλλά δεν έπεσες μακριά, διάολε. Είναι στο ίδιο ναρκοπέδιο. Ακριβώς. Άκουσέ με boss. Εδώ ξεκινάμε ένα μικρό παγκόσμιο πόλεμο με αποτέλεσμα εκατομμύρια ανέργους. Η δουλειά τελειώνει παστρικά αφού και το 35% να τραβήξουμε εμείς έχουμε υπερκαλύψει το αρχικό μας κεφάλαιο. Απλά, ρωτάω, δεν μας ενδιαφέρει από εδώ και εμπρός η Ευρωπαϊκή αγορά ; Μήπως βγάζουμε μόνοι μας τα μάτια μας ; Την ίδια αγορά δεν είναι που την χαρακτηρίζαμε χρυσορυχείο πριν από μήνες ; Άσε το ανθρωπιστικό, λες να μην ξαναβγάλουμε δολάριο από τη μεγαλύτερη αγορά του πλανήτη ; Είναι η τελική σου απόφαση;  
     Ο Tom McFire έπιασε το χέρι του Nick, τον τράβηξε βίαια δίπλα του & τον έδειξε με το άλλο χέρι σαν ένα παράδειγμα στους υπόλοιπους, φορώντας ένα απίστευτο χαμόγελο και ξεσπώντας σε ένα ακόμη χειροκρότημα.
    - Να γιατί τον αγαπάω. Πονάει την φίρμα και σκέφτεται το αύριο.  Αγαπητοί μου ο κύβος ερρίφθη. Η απόφαση είναι τελική. Όσοι επιθυμείτε αυτή την στιγμή περάστε έξω από το καράβι. Το μερίδιό σας θα μοιρασθεί στους υπόλοιπους. Nick μαζί θα το τελειώσουμε, φίλε. Αγαπούλες μου σήμερα το πάρτυ είναι για λίγους. Καλή σας μέρα.
    Μετά, ένα ένα, έπιασε όλα τα χέρια των γερακιών του. Υπήρχε ένας συγκρατημένος πανικός πίσω από τα βλέμματα που θα τον έπιανε και ένα ανήλικο. Ήταν η αρχή του τέλους για όλους σε αυτήν την εταιρία. Για τους νεότερους θα ήταν μια μεγάλη μαύρη σελίδα στο βιογραφικό. Οι μεγαλύτεροι μπορούσαν να παρηγορηθούν με το εκατομμύριο και να αποσυρθούν. Όλοι καταλάβαιναν καλά ότι την επαύριο θα έπρεπε να σβήσουν από την κάρτα τους τον τίτλο χρηματιστής. Αλλά τώρα δεν ήταν ώρα για σκέψεις. Με τα πρόσωπα ξαναμμένα βγήκαν από την αίθουσα συνεδριάσεων και χώθηκαν στους ανελκυστήρες. Θα ήταν μια μακριά ημέρα. Έπρεπε να βγάλουν το ψωμί τους.
     Μέσα από την αίθουσα έβγαιναν ακόμη κραυγές, ο Tom ωρύονταν θριαμβευτικά….
- Fuck fuckin Spain, ladies & gentlemen, fuck Spain. Νόμισαν ότι άκουσαν και ένα ακόμη χειροκρότημα. Αλλά μάλλον ήταν ιδέα τους. Ναι, σίγουρα θα ήταν ιδέα τους.


           Πέρασαν τρείς μέρες σφαγής των αμνών στα ταμπλώ των χρηματιστηρίων. Η Ισπανία υποβαθμίστηκε δυό βαθμίδες ακόμη, σε επίπεδα υπανάπτυκτων αγορών. Ο Tom κατέβασε τα τηλέφωνα και μαζί του όλοι οι συνέταιροι. Η φίρμα δεν βγήκε να αγοράσει τίποτε με τα μετρητά. Στην Ευρώπη το ένα Eurogroup μετά το άλλο μάταια προσπαθούσε να καταλαγιάσει τις εντυπώσεις. Όλοι οι μεγάλοι παίχτες αποσύρονταν με πανικό από όλες τις χώρες γύρω από τη Μεσόγειο. Η Ελλάδα φάνταζε ήδη σαν μια αστραπή από προηγούμενη μικρή μπόρα.

      Κορνίτσοβο, Πίστης 3, Μεγάλη Πέμπτη, της Σταύρωσης του Κυρίου, 2012-04-09, 20:30
Ο Νίκος Τράϊκος ή Traker, κατεβαίνει από την φρεσκοβαμμένη αμαξοστοιχία στο σταθμό της Άρνισσας. Η μύτη του έχει ξεχειλώσει από τον νόστο. Πέφτει στην αγκαλιά του Κώστα με ένα λυγμό ανακούφισης. Ύστερα το βλέμμα του σαρώνει τους γύρω λόφους καθώς ποτίζουν τα διψασμένα τους ριζά στη μαβιά λίμνη. Δεν ακούγεται τίποτα παράταιρο. Ένα Πάσχα της προκοπής. Ένα εκατομμύριο ακόμη λερωμένο χρήμα στη banka. Λερωμένο από τις θυσίες λαών που δεν ήξεραν ποιός ρυθμίζει την τύχη τους. Λερωμένο από τα γενοφάσκια του, ένα εκατομμύριο κλεμμένο από τους Ίβηρες σε δυό ωρίτσες. Δεκαεφτά ΔΙΣ περικοπές στην υγεία και την πρόνοια σε μια χώρα που ιδροκοπάει από αγωνία, όλα στον κάδο. Αύριο η Ισπανία θα δανείζεται χειρότερα από χθες, ότι και να κάνει.. Και έχει ο Θεός των Μικρών... σκέψεις, ενοχές, ο Νick και η Ελλάδα που πασχίζει να κάνει τον ξανακάνει  Νίκο Τράϊκο, ξανά θνητό, αυτόν , έναν από τους σύγχρονους Θεούς της Νέας Τάξης Πραγμάτων.Ένα θρόϊσμα έκανε το Νικόλα να ανατριχιάσει. Ένα φρρρρτ.
    Ένας σπουργίτης κάθησε πάνω στην Delsey, δυό μέτρα από τις ράγες. Η αμαξοστοιχία ήταν ένα μικρό στίγμα στο βάθος, αγκομαχούσε προς το Αμύνταιο παράγοντας εικόνες πενήντα χρόνων πίσω. Αυτή τουλάχιστον θα ξαναπεράσει, όχι σαν άλλα τραίνα. 
    Τα δυό αδέλφια περπάτησαν γαλήνια προς το σπιτικό του Κώτσου. Βάλανε κόκκινο στα χαμηλά ρετσινοπότηρα, αυτά που στις απλές κοινωνίες κάνουν για όλα τα πιοτά. Μέσα σε δυό μέρες ο Nick ξανάγινε Νικόλας. Πήρε τις αποφάσεις του. Πρόσφερε στον αδελφό του 300.000 ευρώ για τα υπόλοιπα στρέμματα γης του πατέρα. Είχε κάτι στο μυαλό του. Μια πενταετία αγώνα. Ένα αποστακτήριο. Ένα λόφο ξυνόμαυρο και μια πλαγιά Merlot. Τίποτε γιγάντιο. Πέντε χρόνια υπομονή, ένα τράτο στη γη του Αμυνταίου να σκεφθεί, να αποφασίσει και να καρπίσει. Η γη δεν έχει πάνω και κάτω. Μοναχά, να, θέλει τον χρόνο της. Να αποφασίσει αν την αγαπάς. Να αποφασίσει αν πιάνεις δυό παράδες σαν άντρας. Μετά σου συμπεριφέρεται με μπέσα. ίσος προς ίσον.

 Μανχάταν, Central Park West 15, Day six, 2012-04-14, σούρουπο.
    Στα υπόλοιπα αλλώβητα κτίρια γύρω από το point zero οι όροφοι ανάβουν τα φώτα σε εντυπωσιακές αλληλουχίες. Η Νέα Υόρκη παίρνει την αστραφτερή της μορφή, εκείνη που την κάνει μητρόπολη του φωτός. Δεύτε λάβετε τεχνητό, λαμπρό φως. 
   Στον ουρανοξύστη της Central Park West 15, μπορείς να διακρίνεις μια αλλόκοτη διαφορά. Μέχρι τον 18ο όροφο φωτολουσία, μετά 6 ορόφους σκότος και από εκεί και πάνω πάλι λευκό. Σαν κάποιος να χώρισε μια μερίδα και να την πήρε. Αν προσέξεις τα κτίρια, λείπουν μερίδες από όλα. Λείπουν μερίδες γιατί οι μερίδες πλέον δεν φτάνουν για όλους. Και οι "όλοι" είναι πολύ λαίμαργοι για να αρκεστούν στις μερίδες που μείναν. Το σκοτάδι δεν φεύγει πιά από τη Νέα Υόρκη το σούρουπο. Δε φεύγει ούτε πιό αργά το βράδυ. Δε φεύγει ούτε σα ξημερώσει ο Θεός, όχι από παντού. Λίγο από το σκοτάδι στα όνειρα των Ευρωπαίων του Νότου έχει μεταφερθεί εδώ, κόβοντας φέτες τα μικρά θαύματα του Μανχάτταν. Είναι μια δικαιοσύνη που απλώνεται ανεξέλεγκτα.


Κορνίτσοβο,Πίστης 3, Μεγάλο Σάββατο,της Ανάστασης του Κυρίου, 2012-04-14, 23:30
    Λαμπάδες σβηστές περιμένουν το Άγιο φως, κάτω από το κυπαρίσσι του Άη Νικόλα. Ένα e-mail ζουζουνίζει  στη τσέπη του Nick. Από Αμερική. Της Jen. Από τη φίρμα. Κατάσταση αμόκ στην χρηματαγορά. Κανένας αλλώβητος. Καλύτερα να μη γυρίσετε πίσω. Mr Traker μας απέλυσαν όλους. Οι πεντακόσιες ήταν η αποζημίωση. Jeniffer .  Ο Nικόλας ξαναβάζει το τηλέφωνο στη τσέπη. Για τα καλά. Απενεργοποιημένο. Στο πρόσωπό του απλώνεται ένα χαμόγελο γαλήνης, σαν τη φάτσα μωρού που μόλις το ξεσκάτωσαν. Που μόλις το ξεσκάτωσαν. Ακριβώς.
   Από την πόρτα της εκκλησιάς ξεχύνεται αργά ένα ποτάμι κίτρινου γλυκού φωτός. Οι φυσιογνωμίες τρεμοπαίζουν σαν συμφιλιωμένες με το σκοτάδι και με το φόβο.
  - Δεύτε λάβετε φως....

Πέμπτη, Απριλίου 5

Το χωνί


Η γιαγιά μου η Μαρίκα είχε ένα πάνινο χωνί για να σκαρώνει πυργάκια από μπεσαμέλ πάνω στα αλμυρά καναπεδάκια, τότε του αη-Δημήτρη που ήταν ο Άγιος του σπιτιού μας και ανοίγαμε το σαλόνι για το κοινό ! Όλο τον υπόλοιπο χρόνο ζούσαμε στη διαδρομή χωλ κουζίνα, το σαλόνι ήταν κλειδωμένο.
Λιγωνόμουν από τότε καθώς έβλεπα όλη αυτήν τη μπεσαμέλ στη μεγάλη γαβάθα αλλά όταν την δοκίμαζα στις μικρές μπουκίτσες η γεύση της ήταν ΟΚ.
Ό,τι πρέπει για νοστιμιά.

O Ρενέ, ο Φιλανδός που έχω από πάνω μου, ε...στον πέμπτο εννοώ, είναι ένας καλός ηχολήπτης και η παρουσία του εδώ είναι προσωρινή. Από το ‘98 το ίδιο λέει. Μέχρι να φύγει, θα είναι εδώ. Πιστεύω ότι μια μπάλλα μπεσαμέλ πάνω στο άνοστο μούτρο του θα τον έκανε πιο υποφερτό αλλά κι έτσι τον αγαπάω. Με διασκεδάζει. Κατεβαίνει χοροπηδώντας τις σκάλες 8 παρά 16 λεπτά κάθε πρωί και ‘γω έχω δοκιμάσει όλους τους τρόπους για να τον κάνω να αλλάξει ύφος για ένα δευτερόλεπτο. Έχει εκείνη την μάσκα πραότητας, ξέρετε ποια. Πολλές φορές, ακριβώς τη στιγμή που ακούω τα λουστρίνια του απ’ όξω, τρέχω και ορμάω ανοίγοντας την πόρτα και γκαρίζοντας « μόνο κρεμμύδια; ». Αυτή η φράση μου φαίνεται ότι θα ακούγεται …ξαφνική στα Φιλανδικά. Μάταιος κόπος. Δεν έχει δείξει σημεία τρομάρας ούτε μια φορά. Ούτε ένα αχ…

Ο Ρενέ είναι για μένα μια καθημερινή αναφορά στον δυτικοευρωπαϊκό τρόπο πολιτισμένης αντίδρασης στα πράγματα. Αυτόν που αποκαλώ εγώ το χωνί. Όση και να είναι η οργή σου, όση και να είναι η χαρά σου, όση και να είναι η ευτυχία σου , μην αφήσεις παρά ένα στίγμα, ένα ελάχιστο τεκμήριο αυτής πάνω σε κάθε σου συναπάντημα. Τόση που να μην ξαφνιάσει κανέναν. Τόση που να μην απαιτεί απαντήσεις. Βάζε το συναίσθημα μπουκιά μπουκιά. Όσο πρέπει για νοστιμιά.
Για έναν μάστορα της υπερβολής, έναν drama king, αυτό μπορεί να φαίνεται ο πλήρης συναισθηματικός ευνουχισμός, αλλά είναι μια συνταγή που έχει δοκιμαστεί και έχει πάει πολλές κοινωνίες, όχι, χώρες, όχι όχι... εχμ.. αγορές, πάει πολλές αγορές παρακάτω.
Θέλω να πω… ο κόσμος επιταχύνει διαρκώς, ο συντονισμός και η προσήλωση είναι το μυστικό των γραναζιών αυτών των τρομακτικών πυραμίδων της παραγωγής στις οποίες ο top καθαρίζει 65 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και ο κάτω κάτω στη βάση 8.5 χιλιάρικα μικτά. Είτε λέγονται Deimler Benz είτε Dusseldorf οι πόλεις πυραμίδες, αυτές οι καλοκουρδισμένες δυτικές μηχανές σε κρατούν με ασφάλεια μέσα στο παιχνίδι ακόμη και αν ξεσπάσει επισιτιστική κρίση  σε όλο τον υπόλοιπο πλανήτη. Ε ;

    Αλλά, μωρέ, πόση ευθιξία είναι ότι πρέπει για νοστιμιά ; Πόση αγάπη είναι ότι πρέπει για νοστιμιά ; Πόσος αυθορμητισμός ; Πόση πατρότητα ; Πόση ανταγωνιστικότητα ; Πόση χαρά ; Θέλω να πω, κατά τον οργασμό , αν το στόμα σου ανοιγοκλείνει σαν του ψαριού και δεν ακούγεται κιχ, είσαι νόστιμος ; Με το ένα πόδι κάτω από τη ρόδα απρόσεκτου που παρκάρει και την φράση -mister may I take this back ? είσαι νόστιμος ; Εμένα ο Rene με αγριεύει.  Είναι αυτός που αν του κόψουν τα δυό τρίτα του μισθού θα αφήσει μια μαύρη τουλίπα στο γραφείο του ως ένδειξη δυσφορίας. Και θα την κοιτάζει μια ώρα φεύγοντας για το Σαββατοκύριακό του, μήπως είναι πολύ πολύ θρασύς ο τρόπος που γέρνει προς το γκισέ του αφεντικού.

    Πρέπει να τον δείτε στις σκάλες. Κιτρινίζει ολάκερος από την τρομάρα, ιδιαίτερα τη στιγμή που προφέρω το «κρεμμύ» αλλά δεν αφήνει ούτε την άκρη του ρουθουνιού του να σαλέψει διαφορετικά. Μόνο μια φορά, που έπεσε και σωριάστηκε από τη σαστιμάρα του, γύρισε χαμογελαστός και μου ζήτησε συγγνώμη, μάλλον για την ατημέλητη εικόνα του, ξέρω γω ; Εγώ εκείνη την στιγμή τον λυπήθηκα και του είπα Οκ. Μετά μπήκα μέσα και ήμουν ακόμη πολύ θυμωμένος.

    Θυμωμένος με τον εαυτό μου γιατί, αν ο δυτικός τρόπος του προέρχεται από την μελέτη των αρχαίων προγόνων μου, όπως ο ίδιος διατείνεται όταν πίνει, κάτι πήγε στραβά με τους διαβιβαστές. Μια δουλειά είχαμε να κάνουμε και σε αυτή τα σκατώσαμε.  
Γεμίσαμε τα μουσεία τους επιτεύγματα χωρίς να δώσουμε προσοχή στα κίνητρα. Χωρίς να καταφέρουμε να μεταλαμπαδεύσουμε την ουσία της προόδου που είναι μια εμμονή στην ολοκληρωμένη έκφραση, μια απάντηση στην τελειότητα της φύσης, ένας ύμνος στο άτομο στεντόρεια τραγουδημένος, στο άτομο και το δικαίωμά του να ξεχωρίζει, να κερδίζει την εκτίμηση για την διαφορετικότητά του, να γίνεται μασκαράς διεκδικώντας τον έρωτα, να πλακώνεται στο ξύλο γιατί θίξανε τη μάνα του και να σηκώνει ψηλά στην αγκαλιά του και στον ουρανό αυτούς που ξεχωρίζει ότι πόνεσαν και μάτωσαν μαζί για μια ιδέα.

       Τώρα παρακολουθούμε ολάκερους λαούς να περνούν από το χωνί. Τα όνειρά τους κόβονται σε μερίδες ότι πρέπει για νοστιμιά. Η τέχνη τους μεταδίδεται σε μπουκιές ότι πρέπει για νοστιμιά. Οι ιδιαιτερότητές τους απασχολούν το σύγχρονο marketing σε ρανίδες, ότι πρέπει για νοστιμιά. Ψίχουλα από τις παραδόσεις τους διαβιβάζονται σε μονοσέλιδα φυλλάδια ότι πρέπει για νοστιμιά. Η κάλυψη των γεγονότων περνάει από ένα καλούπι για να χωράει ακριβώς στα 15 δευτερόλεπτα απόσπασης του αναγνώστη , να τον κεντρίσει χωρίς να τον ξεσηκώσει, ότι πρέπει για νοστιμιά. Ο Ινδός με τον Μεξικάνο αρχίζουν να μοιάζουν επικίνδυνα καθώς ξενυχτούν σε ένα ερευνητικό κέντρο της Ατλάντα , οι αγανακτισμένοι είναι με τον ίδιο στυλιστικό εξοπλισμό στην dawning street και στη Συρία, και εμένα δε μου το βγάζεις απ’ το μυαλό ότι για όλα φταίει το χωνί. Και εμείς, οι μικροί και σκόρπιοι, ολοένα και πιο πολύ φροντίζουμε οι αντιδράσεις μας να χωρούν να περάσουν από την τρύπα. Τόσο που στο τέλος , αν τύχει και δούμε μια σκηνή συναισθηματικού παραληρήματος να φωνάξουμε το 167. ( Είναι αυτό για τους τρελούς ).

     Έκανα το τεστ. Προχθές έκανα το τέστ. Πήγα στην παραλία και έβαλα δυό χωνιά στα μάτια μου για να δω τη θάλλασσα να νυχτώνει από τις δυό τρύπες. Όταν πείστηκα ότι το έργο τελείωσε και είναι ώρα να φύγω, έβγαλα τα χωνιά και έριξα μια ματιά. Και έμεινα να κοιτάζω την ομορφιά ακόμη μια ώρα. Γιατί δεν είχε πέσει σκοτάδι, έξω απ' το χωνί. όχι ακόμη. όχι παντού. 

   Ολοένα και περισσότεροι ξαφνιάζονται όταν βρεθούν αντιμέτωποι με τη γαβάθα των αντιδράσεων ενός σύγχρονου εξπρεσιονιστή. Μερικοί μένουν άναυδοι σαν Ιάπωνες που τους χάλασε η ψηφιακή μπροστά στον Παρθενώνα. Μα δε φταίει ο Παρθενώνας. Ούτε η μπαταρία τους. Φταίει που φοβούνται να κοιτάξουν αν απέναντι το κάδρο είναι αχανές. Χρειάζονται frames. Έτσι έχουν γαλουχηθεί. ότι χωράει ένα κάδρο. ότι πρέπει για νοστιμιά. Αυτά.

Κυριακή, Απριλίου 1

the thing ( το πράμα )


   - Ντριννννννννννννν.... αλόόόό  ;
-Αντώνηηηηη
   - Πέστο.
-Ο Μήτσος αυτοκτόνησε.
   - Καλά, έρχομαι…4 λεπτά καθυστερήσεις.
-Αντώνηηηηηηηηηηηη
  - Κλείσε, ζουζού κλείσε.

    Εντάξει, να βρείς τη σαύρα σου τέντα ανάσκελα στο ενυδρείο είναι ένα θέμα, αλλά εγώ θα μείνω στο άλλο.
    Ποιος μαλέας έβγαλε τα κινητά ; Σε έχουν κλεισμένο στη μικρή περιοχή και παλεύουν τα παληκάρια ταμπούρι από το 11’ που μπήκε στη σπόντα το 1-0 και έχεις τα νεύρα τσατάλια και σε παίρνει και η Τζένη για τις μαλακίες της. Θα σε έπαιρνε αν δεν είχε το νούμερο ανάγκης ; Θα σε έπαιρνε ;
    Δηλαδή τόσες και τόσες γεννιές που έζησαν χωρίς μαραφέτια, πτώχευσαν ;

    Είμαι ο Αντώνης. Έχω θέματα. Η ομάδα δεν τη βγάζει φέτος με την ΟΥΕΦΑ, δουλεύω 4ήμερο και 6ωρο για ψίχουλα, η μάνα μου δε λέει να τα τινάξει να πάρουμε το σπίτι, έχω δανείσει στον κουμπάρο μου 300 και δε το σηκώνει, έχω και τη Τζένη. Και είμαι 58 χρονών, σε δύσκολη φάση από τα 36 που ξεκίνησε αυτό το πράμα.  Λήξτο….  Έληξε γαμώ τη πουτάνα μου… Άϊντε… άϊντε ρε λεβέντες….  Τα πήραμε και τα Γιάννενα.
Τι ; Ποιο πράμα ; Αυτό….άκου…

     Το πράμα. ( the thing )
   
    Είμαι ερωτευμένος με τη ζωή. Δε μπορώ να συγκεντρωθώ στα θέματά μου. Από τη στιγμή που ανοίγω τα μάτια μου (πράσινα με πλούσια τσίνορα) μέχρι να πέσω πάλι για ύπνο, ακόμη και στα χρωματιστά μου όνειρα, είμαι άσχημα δαγκωμένος με τη ζωή. Το πρωί τρελαίνομαι με τις μυρωδιές. Βγαίνω στο μπαλκονάκι για να απλώσω κάλτσες ( η άλλη σιχαίνεται ) και με παίρνει από κάτω προς τα πάνω η μυρουδιά της Ελλάδας που ξυπνάει, αχτίδες σα ριπές με σαρώνουν με ήλιο πόρο πόρο, μου σηκώνεται η τρίχα, among others, ρουφάω πρωί με όλο το πνεμόνι μου, κλείνω τα μάτια και ξαναρουφάω τζούρες και μαντεύω τι είναι… χαμομήλια με αύρα θαλασσινή, η μπουγάδα της Καιτούλας απέναντι με γαρδένια της κερά Γεωργίας από κάτω, τι μαλλακτικό βάζει η Kate και με πιάνει στα δέκα μέτρα η μυρωδιά της φρεσκοπλυμμένης της κυλότας δε ξέρω, έχουμε μύτη οι Έλληνες, με πιάνει η αύρα του Θερμαϊκου μπολιασμένη από τα πεύκα στο παρκάκι, με πιάνει η ευλογία που είμαι εδώ όρθιος να μυρίζω και μόλις τελειώσω το άπλωμα μπαίνω …αναπτερωμένος, ρίχνω μια ματιά στη ζουζού, ούτε να σου περάσει απ’ το μυαλό λέει, της ρίχνω μια δεύτερη με πιο..νόημα, τα ίδια σκατά στα μούτρα της, μπαίνω στο μπάνιο και πλένομαι . Παντού.
    Είμαι ερωτευμένος με τη ζωή. Ντύνομαι και βγαίνω να πάρω το Nissan και περνάει η Ευλαμπία με τα μωρά να σέρνουν τις τσάντες trailer με ένα βιβλίο και έξι σάντουιτς μέσα, και η μικρή της, μου ρίχνει,το σκατό, εκείνο το πλάγιο χαμόγελο που μόνο τα ελληνάκια ξέρουν να ρίχνουν στις 7 το πρωί, εκείνο το χαμόγελο κέρασμα γλυκού κουταλιού και ζεσταίνεται η ψυχή μου.
   Μέχρι να θυμηθώ που πάρκαρα τη κονσέρβα, λέω 5-6 καλημέρες, όλες με δύναμη και με ανάλογη ανταπόκριση, καλημέρες που πιάνουν τόπο, γιατί τις λέμε με επίγνωση ότι κάθε τι που θα επιχειρήσουμε σήμερα θα περάσει από εκατό κύματα, ότι η απάντηση σε κάθε υπηρεσία που θα μπούμε θα είναι κατ’ αρχήν ΔΕΝ, ότι θα οδηγάμε στη κόψη του ξυραφιού για καραμπόλα μέχρι να ολοκληρώσουμε την ειδική σπίτι-δουλειά, ότι τα χρήματα δεν θα είναι στο ΑΤΜ στην απίθανη περίπτωση που το ΑΤΜ δουλέψει, ότι οι εφημερίδα μας θα αργήσει λόγω κάποιας απεργίας, ότι τα πρώτα 3 τηλέφωνα θα είναι απίθανες επιπλοκές στα θέματά μας, οι καλημέρες στην Ελλάδα πιάνουν τόπο και για αυτό τις ρουφάμε μέχρι ρανίδας, ευλογία σημαντικότερη από την ευλογία Του σε μια χώρα που ζουν άλλοι, όχι πάντως ο επιούσιος λαός Του.
    Στη δουλειά, αχ, στη δουλειά που με διάλεξε να κάνω, είμαστε ένα τσούρμο συνομώτες. Οι ματιές με νόημα πάνε και έρχονται, οι Έλληνες δεν δουλεύουν με σκυμμένο το κεφάλι, τίποτες δεν κάνουν οι Έλληνες με σκυμμένο το κεφάλι καριόληδες, να το θυμάστε, ούτε δάνεια αποπληρώνουν με σκυμμένο το κεφάλι , τα αποπληρώνουν αρκεί να μπορούν να κοιτούν ψηλά. Γιατί στην χώρα μου, εκτός από θάλασσα έχει και ψηλά βουνά, να καταφύγεις, σαν από όλα φύγεις. Παρεσύρθην, με το μπαρδόν, οι ματιές πάνε κι έρχονται… εκείνες οι ματιές με μυστικούς διαλόγους…. Ματάρες μου εσείς…. Τι θέλει πάλι ο καριόλης, ο boss, … τσέκαρε τη Μαίρη, σταυροπόδι, … σήκωσέ το εσύ… πάμε έξω για δήθεν προμήθειες… έχεις να πεις τίποτε Σκουλήκι για χθες στη Τούμπα…. Με πεθαίνει η χαρτούρα… αυτές οι ματιές που αμελούν ή φοβούνται να διασταυρώσουν οι ξένοι στα γραφεία τους γιατί πιστεύουν ότι δεν τις δικαιούνται, ότι είναι εξωσυμβατικές, ασυγχώρητες, too Greek to dare, αυτές (2G2D)…Είμαι ερωτευμένος και με αυτή τη ζωή.
     Το μεσημέρι αίφνης οι μυρωδιές και το φως είναι αλλιώτικα, παντού, για τις μεν μυρωδιές παίζει ότι έχουν περάσει οι σκουπιδιάρες, αλλά για το φως… αχ το μεσημεριανό αμείλικτο φως Της… η Ελλάδα σε αναγκάζει να κοιτάξεις μέσα τους. Μέσα στα πράγματα, μέσα στην ομορφιά τους και την μοιραία τους σχέση με την ιδιοσυγκρασία σου,  φες ατος˙ ο γάρ οδασι σκότος, μηδέ χειμώναν ατέρμονον αντέχουσι, το αμείλικτο φως της είναι για τους αμύητους μόνον, αμείλικτο. Όχι για εμάς. Για εμάς τους ντόπιους είναι το καύσιμο και ο επιούσιος. Μέσα του φτιάχνονται αιωρήματα που είναι να τα πιείς στο ποτήρι. Ρωμαλέες ιδέες στήνονται στο λεπτό, κάτι θα βρεθεί για να τα αρπάξουμε με τρόπο, θα πιέσουμε ελαφριά τον εαυτό μας, τώρα δε σηκώνει αστεία, ελάτε λίγο να τα βρούμε, αλήθειες λέγονται μεταξύ φίλων σε μικρά πηγαδάκια, εξομολογήσεις απίστευτες κάτω από αυτό το φως, απλώνονται τα λάθη όλων στο σχοινί να στεγνώσουν, έξω, τα βλέπουν όλοι γιατί δεν υπάρχουν εδώ φωταγωγοί,  η ζωή σου κι η ζωή μου ένα κουβάρι, αδέλφια, παππούδες, κουμπάροι θα πέσουμε πάνω στο θέμα και θα το λύσουμε μαζί. Ανταριασμένα όνειρα, υπερφίαλες υποσχέσεις και ανόητοι, αν τους δεις βορειοευρωπαϊκά,  παλιμπαιδισμοί σπρώχνουν τα πράγματα παρακάτω, ενώ αυτές….οι αγορές θα στοιχημάτιζαν ότι πρόκειται για το τέλος, η Ελλάδα σε αναγκάζει να το πας ακόμη ένα βήμα πάνω στο τεντωμένο σχοινί τραγουδώντας Νιόνιο και οι χοροί κρατούν γιατί είναι κληρονομημένοι από χορευταράδες. Γιατί κάτω από τέτοιο φως η ιεράρχηση αλλάζει… άνθρωπος, ηθικόν, σπιτικό, φίλοι, φράγκα, ελεύθερος χρόνος, σπατάλη, παραγωγή… με αυτή τη σειρά, ναι. Είμαι ερωτευμένος με τη ζωή.
      Και ο ήλιος κατεβαίνει εκεί που θα τελειώσει άλλη μια μέρα, ακριβώς στο σωστό ύψος για να γίνουν οι σκιές μας τόσο μακριές που συναντιούνται με των προηγούμενων και φτιάχνουν παρέες αυτοπτών και φευγάτων για να τον δουν να ζωγραφίζει δειλινά. Δεν παλεύεται αυτό στη Θεσσαλονίκη. Σε μερεύει, σε κάνει να θες να τσιρίξεις μέχρι τη Νορβηγία να ακουστεί… Είμαι Έλληνας και είμαι ερωτευμένος με τη ζωή. Τη ζωή Μου.

     Είμαι ο Αντώνης και πάσχω από αυτό το πράμα.