Κυριακή, Απριλίου 1

the thing ( το πράμα )


   - Ντριννννννννννννν.... αλόόόό  ;
-Αντώνηηηηη
   - Πέστο.
-Ο Μήτσος αυτοκτόνησε.
   - Καλά, έρχομαι…4 λεπτά καθυστερήσεις.
-Αντώνηηηηηηηηηηηη
  - Κλείσε, ζουζού κλείσε.

    Εντάξει, να βρείς τη σαύρα σου τέντα ανάσκελα στο ενυδρείο είναι ένα θέμα, αλλά εγώ θα μείνω στο άλλο.
    Ποιος μαλέας έβγαλε τα κινητά ; Σε έχουν κλεισμένο στη μικρή περιοχή και παλεύουν τα παληκάρια ταμπούρι από το 11’ που μπήκε στη σπόντα το 1-0 και έχεις τα νεύρα τσατάλια και σε παίρνει και η Τζένη για τις μαλακίες της. Θα σε έπαιρνε αν δεν είχε το νούμερο ανάγκης ; Θα σε έπαιρνε ;
    Δηλαδή τόσες και τόσες γεννιές που έζησαν χωρίς μαραφέτια, πτώχευσαν ;

    Είμαι ο Αντώνης. Έχω θέματα. Η ομάδα δεν τη βγάζει φέτος με την ΟΥΕΦΑ, δουλεύω 4ήμερο και 6ωρο για ψίχουλα, η μάνα μου δε λέει να τα τινάξει να πάρουμε το σπίτι, έχω δανείσει στον κουμπάρο μου 300 και δε το σηκώνει, έχω και τη Τζένη. Και είμαι 58 χρονών, σε δύσκολη φάση από τα 36 που ξεκίνησε αυτό το πράμα.  Λήξτο….  Έληξε γαμώ τη πουτάνα μου… Άϊντε… άϊντε ρε λεβέντες….  Τα πήραμε και τα Γιάννενα.
Τι ; Ποιο πράμα ; Αυτό….άκου…

     Το πράμα. ( the thing )
   
    Είμαι ερωτευμένος με τη ζωή. Δε μπορώ να συγκεντρωθώ στα θέματά μου. Από τη στιγμή που ανοίγω τα μάτια μου (πράσινα με πλούσια τσίνορα) μέχρι να πέσω πάλι για ύπνο, ακόμη και στα χρωματιστά μου όνειρα, είμαι άσχημα δαγκωμένος με τη ζωή. Το πρωί τρελαίνομαι με τις μυρωδιές. Βγαίνω στο μπαλκονάκι για να απλώσω κάλτσες ( η άλλη σιχαίνεται ) και με παίρνει από κάτω προς τα πάνω η μυρουδιά της Ελλάδας που ξυπνάει, αχτίδες σα ριπές με σαρώνουν με ήλιο πόρο πόρο, μου σηκώνεται η τρίχα, among others, ρουφάω πρωί με όλο το πνεμόνι μου, κλείνω τα μάτια και ξαναρουφάω τζούρες και μαντεύω τι είναι… χαμομήλια με αύρα θαλασσινή, η μπουγάδα της Καιτούλας απέναντι με γαρδένια της κερά Γεωργίας από κάτω, τι μαλλακτικό βάζει η Kate και με πιάνει στα δέκα μέτρα η μυρωδιά της φρεσκοπλυμμένης της κυλότας δε ξέρω, έχουμε μύτη οι Έλληνες, με πιάνει η αύρα του Θερμαϊκου μπολιασμένη από τα πεύκα στο παρκάκι, με πιάνει η ευλογία που είμαι εδώ όρθιος να μυρίζω και μόλις τελειώσω το άπλωμα μπαίνω …αναπτερωμένος, ρίχνω μια ματιά στη ζουζού, ούτε να σου περάσει απ’ το μυαλό λέει, της ρίχνω μια δεύτερη με πιο..νόημα, τα ίδια σκατά στα μούτρα της, μπαίνω στο μπάνιο και πλένομαι . Παντού.
    Είμαι ερωτευμένος με τη ζωή. Ντύνομαι και βγαίνω να πάρω το Nissan και περνάει η Ευλαμπία με τα μωρά να σέρνουν τις τσάντες trailer με ένα βιβλίο και έξι σάντουιτς μέσα, και η μικρή της, μου ρίχνει,το σκατό, εκείνο το πλάγιο χαμόγελο που μόνο τα ελληνάκια ξέρουν να ρίχνουν στις 7 το πρωί, εκείνο το χαμόγελο κέρασμα γλυκού κουταλιού και ζεσταίνεται η ψυχή μου.
   Μέχρι να θυμηθώ που πάρκαρα τη κονσέρβα, λέω 5-6 καλημέρες, όλες με δύναμη και με ανάλογη ανταπόκριση, καλημέρες που πιάνουν τόπο, γιατί τις λέμε με επίγνωση ότι κάθε τι που θα επιχειρήσουμε σήμερα θα περάσει από εκατό κύματα, ότι η απάντηση σε κάθε υπηρεσία που θα μπούμε θα είναι κατ’ αρχήν ΔΕΝ, ότι θα οδηγάμε στη κόψη του ξυραφιού για καραμπόλα μέχρι να ολοκληρώσουμε την ειδική σπίτι-δουλειά, ότι τα χρήματα δεν θα είναι στο ΑΤΜ στην απίθανη περίπτωση που το ΑΤΜ δουλέψει, ότι οι εφημερίδα μας θα αργήσει λόγω κάποιας απεργίας, ότι τα πρώτα 3 τηλέφωνα θα είναι απίθανες επιπλοκές στα θέματά μας, οι καλημέρες στην Ελλάδα πιάνουν τόπο και για αυτό τις ρουφάμε μέχρι ρανίδας, ευλογία σημαντικότερη από την ευλογία Του σε μια χώρα που ζουν άλλοι, όχι πάντως ο επιούσιος λαός Του.
    Στη δουλειά, αχ, στη δουλειά που με διάλεξε να κάνω, είμαστε ένα τσούρμο συνομώτες. Οι ματιές με νόημα πάνε και έρχονται, οι Έλληνες δεν δουλεύουν με σκυμμένο το κεφάλι, τίποτες δεν κάνουν οι Έλληνες με σκυμμένο το κεφάλι καριόληδες, να το θυμάστε, ούτε δάνεια αποπληρώνουν με σκυμμένο το κεφάλι , τα αποπληρώνουν αρκεί να μπορούν να κοιτούν ψηλά. Γιατί στην χώρα μου, εκτός από θάλασσα έχει και ψηλά βουνά, να καταφύγεις, σαν από όλα φύγεις. Παρεσύρθην, με το μπαρδόν, οι ματιές πάνε κι έρχονται… εκείνες οι ματιές με μυστικούς διαλόγους…. Ματάρες μου εσείς…. Τι θέλει πάλι ο καριόλης, ο boss, … τσέκαρε τη Μαίρη, σταυροπόδι, … σήκωσέ το εσύ… πάμε έξω για δήθεν προμήθειες… έχεις να πεις τίποτε Σκουλήκι για χθες στη Τούμπα…. Με πεθαίνει η χαρτούρα… αυτές οι ματιές που αμελούν ή φοβούνται να διασταυρώσουν οι ξένοι στα γραφεία τους γιατί πιστεύουν ότι δεν τις δικαιούνται, ότι είναι εξωσυμβατικές, ασυγχώρητες, too Greek to dare, αυτές (2G2D)…Είμαι ερωτευμένος και με αυτή τη ζωή.
     Το μεσημέρι αίφνης οι μυρωδιές και το φως είναι αλλιώτικα, παντού, για τις μεν μυρωδιές παίζει ότι έχουν περάσει οι σκουπιδιάρες, αλλά για το φως… αχ το μεσημεριανό αμείλικτο φως Της… η Ελλάδα σε αναγκάζει να κοιτάξεις μέσα τους. Μέσα στα πράγματα, μέσα στην ομορφιά τους και την μοιραία τους σχέση με την ιδιοσυγκρασία σου,  φες ατος˙ ο γάρ οδασι σκότος, μηδέ χειμώναν ατέρμονον αντέχουσι, το αμείλικτο φως της είναι για τους αμύητους μόνον, αμείλικτο. Όχι για εμάς. Για εμάς τους ντόπιους είναι το καύσιμο και ο επιούσιος. Μέσα του φτιάχνονται αιωρήματα που είναι να τα πιείς στο ποτήρι. Ρωμαλέες ιδέες στήνονται στο λεπτό, κάτι θα βρεθεί για να τα αρπάξουμε με τρόπο, θα πιέσουμε ελαφριά τον εαυτό μας, τώρα δε σηκώνει αστεία, ελάτε λίγο να τα βρούμε, αλήθειες λέγονται μεταξύ φίλων σε μικρά πηγαδάκια, εξομολογήσεις απίστευτες κάτω από αυτό το φως, απλώνονται τα λάθη όλων στο σχοινί να στεγνώσουν, έξω, τα βλέπουν όλοι γιατί δεν υπάρχουν εδώ φωταγωγοί,  η ζωή σου κι η ζωή μου ένα κουβάρι, αδέλφια, παππούδες, κουμπάροι θα πέσουμε πάνω στο θέμα και θα το λύσουμε μαζί. Ανταριασμένα όνειρα, υπερφίαλες υποσχέσεις και ανόητοι, αν τους δεις βορειοευρωπαϊκά,  παλιμπαιδισμοί σπρώχνουν τα πράγματα παρακάτω, ενώ αυτές….οι αγορές θα στοιχημάτιζαν ότι πρόκειται για το τέλος, η Ελλάδα σε αναγκάζει να το πας ακόμη ένα βήμα πάνω στο τεντωμένο σχοινί τραγουδώντας Νιόνιο και οι χοροί κρατούν γιατί είναι κληρονομημένοι από χορευταράδες. Γιατί κάτω από τέτοιο φως η ιεράρχηση αλλάζει… άνθρωπος, ηθικόν, σπιτικό, φίλοι, φράγκα, ελεύθερος χρόνος, σπατάλη, παραγωγή… με αυτή τη σειρά, ναι. Είμαι ερωτευμένος με τη ζωή.
      Και ο ήλιος κατεβαίνει εκεί που θα τελειώσει άλλη μια μέρα, ακριβώς στο σωστό ύψος για να γίνουν οι σκιές μας τόσο μακριές που συναντιούνται με των προηγούμενων και φτιάχνουν παρέες αυτοπτών και φευγάτων για να τον δουν να ζωγραφίζει δειλινά. Δεν παλεύεται αυτό στη Θεσσαλονίκη. Σε μερεύει, σε κάνει να θες να τσιρίξεις μέχρι τη Νορβηγία να ακουστεί… Είμαι Έλληνας και είμαι ερωτευμένος με τη ζωή. Τη ζωή Μου.

     Είμαι ο Αντώνης και πάσχω από αυτό το πράμα.
 

2 σχόλια:

  1. Νομίζω ότι αυτό το παραληρηματικό κείμενο αγγίζει όλους που οι κεραίες μας σαλεύουν σ αυτόν τον τόπο και πιάνουν τα πιό λεπτά κύματα και το τρέμολο κάθε ηλιάτικης αχτίδας του. Ναί εδώ ΑΥΤΟ το παθαίνουμε όλοι. Και είναι, ποιός ξέρει, το κλίμα, τα γονίδια, ή τρέλλα του δυνατού μας ήλιου, και της Ασπροθαλασσίτικης φουσκοθαλασσιάς που ηζωή έχει άλλο βάρος, και άλλο έρωτα.
    Πιστεύω ότι αυτό το κείμενο είναι από τα καλύτερα που έγραψες, μάλλον που χάραξες με γραφίδα την ψυχή σου και βρήκε ανταπόκριση στην δική μας.
    ΤHANKS φιλαράκι.
    Φιλιά.
    Βάντα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευλογημένες να είναι! Για τούτες τις Κυριακές λέω που οι ψυχές στάζουν φως και οι ματιές δραπετεύουν από τα διλήμματα. Ευλογημένος και τούτος ο τόπος, σαν δραπετεύει από τους ανθρώπους του. Η δαμασκηνιά στην αυλή είναι ένα πελώριο ροζ μανιτάρι. Θέλει να σκεπάσει τρυφερά, το παραλήρημα των τελευταίων ρομαντικών. Σας διαβάζω και χαμογελάω. Η ίδια ορμή μας παίρνει από το χέρι. Γραφίδες και τινάγματα μιας πατρίδας που δε θέλει να τελειώσει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

εντυπώσεις ;