Τετάρτη, Μαρτίου 25

το μπονσάϊ

   Έχω ένα υπέροχο μπονσάϊ δίπλα μου, ανάμεσα στο γραφείο που τώρα γράφω και στο παράθυρο που με χωρίζει από την υπόλοιπη πόλη κι μια λωρίδα ουρανό. Ερωτευτήκαμε με την πρώτη ματιά. Φαίνεται ότι δεν είναι στα καλύτερά του τούτες τις μέρες. Χάνει αρκετά από τα ηλικιωμένα φυλλαράκια του, βρίσκω το πρωί στο πάτωμα δυο τρία κιτρινισμένα, τα μαζεύω με τρυφερότητα και τα ακουμπάω σε μια μεγάλη γλάστρα στο μπαλκόνι, όπου θα γίνουν σιγά σιγά μέρος της αναγέννησης μιας ελιάς. Μετά το καμαρώνω. Εξάλλου...τι μου ζητάει ;

   Έχω μια υπέροχη χώρα γύρω μου, ανάμεσα στο σπίτι που τώρα "με προστατεύει" και στα σύνορα που την χωρίζουν από τον υπόλοιπο κόσμο κι έναν κοινό ουρανό. Ερωτευτήκαμε με την πρώτη ματιά. Φαίνεται ότι δεν είναι στα καλύτερά της τούτες τις μέρες. Χάνει αρκετά από τα ηλικιωμένα φυλλαράκια της, ανακοινώνονται κάθε μέρα ότι έχασαν τη μάχη δυό τρία, κιτρινισμένα, οι γιατροί τα μαζεύουν με τρυφερότητα και τα ακουμπούν στη μεγάλη γη, όπου θα γίνουν σιγά σιγά μέρος της αναγέννησης μιας ελιάς. Η χώρα θα θρέψει όλες τις ελιές για πάρτη μου. Εγώ μετά θα την καμαρώνω. Εξάλλου, τι μου ζητάει ; 

   Φροντίζω το μπονσάϊ μου κάθε πρωί. Του μιλώ για να του δείξω ότι είμαι εδώ. Ψεκάζω με φρέσκο νερό τον χώρο γύρω από τα κλαδάκια του κι εκείνο συγκρατεί όση υγρασία θέλει για να ανταποκριθεί στην ξηρασία του θερμαινόμενου χώρου μου. Μου ανταποδίδει την αγάπη αντέχοντας ! Στις άκρες από κάθε μικροσκοπικό κλαδάκι διακρίνω φύτρες ελπίδας. Κοιτάζω το κλαδάκι προς τα κάτω και θυμάμαι... Όλα τα πανέμορφα φύλλα του τα γέννησε και τα έθρεψε υπομονετικά, μέχρι να γίνουν ρωμαλέα καταπράσινα ζουμερά πλασματάκια. Δεν το έκανε από υστεροβουλία. Έβαλε το ένστικτο, την αγάπη και περίσσεμα από βιταμίνες που άκοπα παρήγαγε κάθε βράδυ ολονυχτίς, αγωνιώντας, την ώρα που τα βλαστάρια του ακόμη κοιμόντουσαν. Ανέμελα... Τι τους ζητούσε ; 

   Τηλεφωνώ στους  γονείς μου κάθε πρωί. Τους μιλώ για να τους δείξω ότι είμαι εδώ. Τους ρωτώ αν έχουν αρκετά εφόδια και φροντίδα κι εκείνοι συγκρατούν από αυτήν την επαφή όση γλύκα χρειάζονται για να ανταποκριθούν στο τρομακτικά ξηρό περιβάλλον αυτών των ...τραγικών ειδήσεων. Μου ανταποδίδουν την αγάπη αντέχοντας. Στις άκρες από τις καλημέρες τους, διακρίνω φύτρες της αγάπης. Θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια.  Δε με ανέθρεψαν με υστεροβουλία... Όλα τα ρωμαλέα πλάσματα που τώρα ξεσηκώνουμε τις γειτονιές, μας γέννησε και μας έθρεψε η αστείρευτη αγάπη που μας έδωσαν οι γονείς μας. Εμείς τώρα προσευχόμαστε να είναι καλά... Τι μας ζητάνε ;  

    Έχω ένα πανέμορφο μπονσάϊ δίπλα μου. Δεν μπορώ να περιγράψω αυτά που μου χαρίζει η παρέα τούτου του δέντρου μινιόν, που οι ρίζες του είναι τόσο πολύπλοκες, σαν της πιο αιωνόβιας ελιάς, και πάλι, τόσο μικρές που ίσια ίσια μπορείς να τις διακρίνεις. Δεν έχει την τρανή σκιά για να ξαπλώσεις από κάτω αμέριμνος, δεν είναι πλάτανος , αλλά με κάποιο τρόπο μου μεταδίδει τα σωστά μηνύματα. Μου ψιθυρίζει ότι η ομορφιά δεν είναι στο τεράστιο. Μου επισημαίνει ότι δεν είμαστε ούτε εκείνο ούτε εγώ πανίσχυροι, άφθαρτοι, με γειώνει από τις ύβρεις και τα υπερφίαλα σχέδια και με αποδίδει στην καθημερινότητά μου έχοντας φροντίσει να έχω τις σωστές διαστάσεις... Υπάρχει το σύμπαν, ο πλανήτης, ο Αμαζόνιος, το πλατάνι και το μπονσάϊ μου. Υπάρχει και ο κόκκος από το χώμα κάτω από τη ρίζα του.

   Έχω έναν υπέροχο τόπο γύρω μου. Δεν μπορώ να περιγράψω αυτά που μου χαρίζει η παρουσία τούτου του τόπου που οι ρίζες του είναι πολύπλοκες σαν της αιωνόβιας ελιάς και πάλι, τόσο βαθειές που ίσια που μπορείς να τις υποψιαστείς ! Δεν έχει την τρανή ασφάλεια για να ξαπλώσεις από κάτω αμέριμνος, δεν είναι made in Germany ή Γηραιά Αλβιόνα, αλλά με κάποιο τρόπο μου μεταδίδει τα σωστά μηνύματα. Μου ψιθυρίζει ότι  η ευτυχία δεν είναι στο τεράστιο. Μου επισημαίνει ότι δεν είμαστε ούτε ο τόπος αλλά ούτε κι εγώ πανίσχυροι, άφθαρτοι, με γειώνει από τις ύβρεις και τα υπερφίαλα συλλογικά οράματα και με αποδίδει στη βιοπάλη μου έχοντας φροντίσει να έχω τις σωστές διαστάσεις... Υπάρχει το σύμπαν, ο πλανήτης, ο Αμαζόνιος, τα ιμπεριαλιστικά υπερ-κράτη και ο τόπος μου. Υπάρχει και ο κόκκος της γης κάτω από κάθε πατημασιά μου.

   Δεν νομίζω ότι το μπονσάϊ μου θα πεθάνει πριν από μένα.. έτσι που βλέπω τις ρίζες του, το θεωρώ σίγουρο ότι μπορεί να μεταδώσει τη σοφία του σε πολλές ακόμη γενιές. Φυσικά, εάν το ξεχάσω ολοσχερώς, στην τρέλα των καθημερινών μου επιδιώξεων, μπορεί να ξεραθεί.  Θέλει λίγη φροντίδα...Τι μου ζητάει ;

   Δε νομίζω ότι η χώρα μου θα πεθάνει πριν από μένα.. έτσι που βλέπω τις ρίζες της, το θεωρώ σίγουρο ότι μπορεί να μεταδώσει τη σοφία της σε πολλές ακόμη γενιές. Φυσικά, εάν την παρατήσω στη τύχη της στην τρέλα των καθημερινών μου επιδιώξεων, μπορεί να γίνει ξερότοπος. Θέλει λίγη φροντίδα... Τι μου ζητάει ;

  Ένα πράγμα μου ζητάει, και το μπονσάϊ μου και ο πατέρας μου και η μάνα μου και αυτός  ο ευλογημένος ο τόπος, η Ελλάδα. Όταν βγω από αυτό το σπίτι και , σαν αφιονισμένος , ξαναριχτώ στην κατανάλωση του επίπλαστου, να θυμάμαι ποιος με γέννησε, σε ποιόν τόπο με απόθεσε και με τι ευλογημένες συνθήκες με εφοδίασε για να ανδρωθώ. Να ποτίζω τις ρίζες του με κοινωνικό έργο, να ενδιαφέρομαι να μαθαίνω αν είναι καλά και να λειτουργώ στις διαστάσεις μου. Ούτε μικροσκοπικός, ούτε πενταπλάσιος.  Υπάρχει το σύμπαν, υπάρχει ο πλανήτης, υπάρχει ο Αμαζόνιος, υπάρχει μια ελιά, υπάρχω εγώ, δέκα φορές μικρότερος από μια ελιά, και υπάρχει και ο κόκκος του χώματος που θα με δροσίσει όταν με αποθέσουν χάμω , πίσω στη γης.    

     Απλά μου φαίνονται τώρα αυτά, δε ξέρω αύριο μεθαύριο... δηλαδή... πόσο θα μου κόβει !

Τετάρτη, Μαρτίου 4

ήταν ένα μικρό "καράβι", η Ελλάς



    ...το νταβαντούρι ξεκίνησε 7.20 το πρωί, μετά την αλλαγή της βάρδιας. Έκανε γιουρούσι ο Ντάνης ο χαρμάνης στην καμπίνα του Αρσένη και του έσκισε τη μπλούζα του Βιερίνια. Είχαν έλθει τα χαμπάρια για την τιμωρία χάδι στο Δικέφαλο του βορρά, λύσσαξε ο άλλος που περίμενε υποβιβασμό και φούμα φούμα όλη νύχτα βγήκε να ξεχαρμανιάσει. Μέχρι να βγεί ο μάγειρας με τη μαχαίρα για να βάλει μια τάξη, το μπουλούκι των χαμουτζήδων είχε κάνει το κατάστρωμα γης μαδιάμ. Στο τιμόνι δεν ήταν κανείς. Καράβι που στο τιμόνι δεν είναι κανείς, δυό τα ενδεχόμενα, ή δεμένο είναι ή για φούντο.
    Ο καβγάς γενικεύτηκε στο πι και φι. Ήταν που ήτανε οι περισσότεροι μπινέδες, τους βγήκε και το μπούχτισμα από το δύσκολο δεκαήμερο και δεν ήθελε πολύ. Σαν έβγαλε από το αμπάρι την κεφάλα ο καπετάνιος... του 'ρθε νταμπλάς.
    Τουμπεκί όλοι... φώναξε. Δεν είμαστε εδώ για τσάρκα. Οι τζαναμπέτηδες θα τη βγάλουνε δεμένοι στο μεσιανό. Θα σας την ανάψω στα αχαμνά μέχρι να πείτε μάνα. Έχω ένα καράβι να διαφεντέψω, δε θα μου το γαμήσετε για τη μπάλλα.
    Από πάνω τους ξέσπαγε και η μπόρα. Μήπως έδωσε και κανένας σημασία ; Ο πρώτος κοίταγε κατάματα τον καπετάνιο και μετρούσανε τα κόζια. Ο Ντάνης είχε ένα μάτι πάνθηρα, έτοιμος να χιμήξει, το άλλο του το μάτι το κρύβανε τα ιδρωμένα τσουλούφια. Με τρόπο, ο πρώτος έγνεψε στον καπετάνιο τέσσερα δάχτυλα. Τόσους σουγιάδες μέτρησε σε χούφτες. Ο καπετάνιος κατάλαβε αμέσως σε ποιανών τα χέρια.
   Το ένα μπουλούκι μετρούσε τη τρέλα του, το άλλο, της εξουσίας, την ψυχραιμία. Αυτή είναι η δουλειά σου στο κατάστρωμα, άμα είσαι αλάνι, το καράβι ολάκερο και να μην ανοίξει μύτη. Σκοτείνιαζε ο μολυβένιος από πάνω και ακούστηκε μια βροντή. Κανονικά άμα ουρλιάξει ο καιρός όλοι σωπάζουν αλλά τα αίματα ήτανε βραστά.
   - Ντάνη μέσα τώρα, οι δυό μας, είπε ο καπετάνιος κι έβαλε το χέρι στο ζωνάρι.
      - Δε με χαλαλίζω για πάρτη σας, αποκρίθηκε ο άλλος, άμα κατεβώ θα μου ετοιμάσουνε χουνέρι. Εδώ θα τη βγάλω, με το σουγιά ανοιχτό. Από τα μάτια του έβγαιναν φλόγες , ούτε το νερό που άρχισε να πέφτει με το τσουβάλι δεν τις ξεθύμαινε.
    Τότες έγινε το μοιραίο. Ο Αρσένης έγνεψε στον Παναγή και χιμήξανε στον γαύρο. Έφαγε μια μαχαιριά ο Παναγής, ούτε που χαμπάριασε, έσφιξε σαν τανάλια το λαιμό του χασικλή κι ο Αρσένης του μάγκωσε το χέρι. Ο πρώτος όρμησε στον κολλητό του Περαιώτη που 'χε τραβήξει ένα μπαλντά και τον κράδαινε πέρα δώθε. Τα τρία χανούμια δέρνανε χωρίς λόγο έναν βάζελο που του 'χανε μαζεμένα. Το σκαρί έτριξε προειδοποίηση. Τίποτες. Έγυρε. Πάλι τίποτες. Στο τιμόνι κανείς. Από την πρύμνη φάνηκε το κεφάλι του πρώτου που σαλτάρισε μέσα. Σε λίγα δεύτερα, από οκτώ άτομα πάνω στη μαούνα πλακώνονταν δεκαοχτώ. Οι καλαφαταίοι που είχανε και το βαρύ το χέρι δέρνανε τους πάντες έτσι για προπόνηση. Ο καπετάνιος τα είχε εγκαταλείψει όλα κι είχε πηδήξει όξω ! Κάτι είχε στο νού του.
   Κράτησε πέντε, έξι λεπτά και πολύ σου λέω. Κοκκίνησε το κατάστρωμα στις πιτσιλιές. Βογκούσανε χάμω στα βρεμένα σανίδια οι μάγκες τράγκες άλλοι από τις μαχαιριές, οι νταήδες, κι άλλοι , οι χέστηδες, επειδή είχανε φάει ένα σκαμπίλι. Τα χανούμια μπουκέτωναν ακόμα τον βάζελο όταν ακούστηκε ο μεγάλος τριγμός...
   Είναι μη τα πάρει ο καπετάνιος στο κρανίο. Είχε ξατακάρει τη μαούνα μοναχός του από αριστερά και το κήτος έγειρε στον αρσανά και ξάπλωσε ολάκερο. Τους άδειασε όλους στους μουσαμάδες όπως πετάει ο μάγερας τα μύδια στο σαχανάκι. Είχαμε και λέμε :
   Ένα μήνα πίσω η επισκευή. Οχτώ απολύσεις από τον πλοιοχτήτη. Στο μπουντρούμι οι γαύροι και οι γύφτοι. Τα χανούμια τέλος από τη θάλασσα, σοβατζήδες στην Αγιά Σοφιά. Και να φυλάνε τα χέρια του Μελισσανίδη δε λες ; Ο Βάζελος , μες τη μελανιά να αλλάζει ομάδα.  Ο καπετάνιος πίσω στην Άνδρο να ασχολείται με τις ισχνές ελιές και τα πρόβατα. Και ο πρώτος που το 'παιξε ρουφιάνος, επι κεφαλής στην επισκευή.
   Τέτοιο χουνέρι σε δεμένο καράβι , γράφτηκε στην ιστορία. Ούτε στην Ελλάδα του 2020. Που την ζώνανε τα φίδια κι όλα. Ούτε τότες τέτοια γλέντια. Γι αυτό σας λέω...
   Έχουνε ταβάνι και οι λαοί.