Κυριακή, Οκτωβρίου 31

Δύο - Ένα


       Είδα τον πρώτο μου άστεγο. Όχι, όχι γενικώς, εννοώ ότι είδα τον πρώτο μου άστεγο στα δικά μου σκαλιά. Με τους μπόγους του και τα μισοφαγωμένα του και μια κουβερτούλα σιχαμερή, μούρλια ήτανε. Έσπρωξα με τρόπο τη κουβέρτα του και μπήκα σπίτι για να πάρω το Μιχάλη τηλέφωνο. Έσκασε !
      Ο Μιχάλης, που συναγωνιζόμαστε, δεν έχει σκοντάψει σε τέτοιο άτομο ακόμα. Νικάω ένα μηδέν. Αυτός βασικά ακόμη δε το παραδέχεται. Όχι ο άστεγος καλέ, για το Μιχάλη λέω. Ποτέ δε θέλει να μένει πίσω. Κάτι θα σκαρφιστεί. Αλλά τον γάνιασα και γω ! Του είπα ότι έσκυψα και τον κοίταζα αν αναπνέει και πως βρωμάει, από απόσταση, ντάξει, αλλά ποιος σκύβει πάνω σ’ αυτούς από κοντά ; ε ; Κι έφτασε η μπόχα μέχρι το λαρύγγι μου. Γκουχ. Συγγνώμη, κάτι μπορεί να κόλλησα κι όλα, είμαι σίγουρος ότι θα τις πληρώσω αυτές τις μαλακίες.
     Βρώμαγε διαφορετικά, όχι όπως φανταζόμουνα. Αυτοί ρε βρωμάνε αλλιώς. Όχι απλυσιά, όχι τσίκνα και ιδρωτίλα, όχι μπαγιάτικο φαί, ούτε ποδαρίλα. Εγώ τις ξέρω όλες αυτές τις μυρωδιές από τα παιδιά μου που σπουδάζουν. Αυτός βρώμαγε σα σκυλί. Μήπως τα σκυλιά δεν βρωμάνε σκυλίλα αλλά αστεγίλα ; Μήπως ; Μπαααααα..
    Θέλω να πω, κάποιοι από εσάς έχετε πλύνει σκυλιά με ειδικά σαμπουάν που δε πειράζουν τα αυτιά. Αφού τα πλύνεις ; Βρωμάνε πάλι ; Ή μοσχοβολάνε ; Γιατί μπορεί να καταρρίπτεται εύκολα αυτός ο μύθος για τη σκυλίλα κι είναι απόλαυση να καταρρίπτεις μύθους εσύ, ένας μικροαστός στα καλά καθούμενα.
     Φαντάζομαι την έκφρασή του τώρα, καλά ε ; Να τον έχεις τον άστεγο κάτω από το ντούζ και να τον τρίβεις με το σφουγγάρι με τις σκληρές πρόκες. Θα βούλωνε η τρύπα μας στο πι και φι. Και βουλωμένες τρύπες και αυτιά δε παίρνουν από επιδιόρθωση. Με κεζάπι μονάχα. Ποιο είναι το κεζάπι για τα αυτιά ;
     Τώρα θα βρεί μια ευκαιρία να με ξεπεράσει ο Μιχάλης γιατί έφυγα για τριήμερο στη Κρήτη. Να ξεφύγω λίγο από το σπίτι. Μέσα σε τέσσερις τοίχους κλεισμένος όλο το χρόνο, σπίτι μαγαζί μαγαζί σπίτι, γαμώτο, δεν έχω δικαίωμα να ξεφύγω κι εγώ ; Τριγυρνώ στους δρόμους του νησιού και παίρνω αέρα καθαρό. Τον ίδιο που εκπνέουν οι άστεγοι, ε ; αλλά φιλτράρεται θαρρώ μέχρι να περάσει σα εμάς τους άλλους. Και κει που τα έχω όλα κανονισμένα, ξενώνα, νοικιάρικο αμάξι, σινιέ κολώνιες και ένα laptop για να ακούω launge μουσική από Βερολινέζικο σταθμό, έρχεται ο θρίαμβος. Δύο μηδέν ! Θα τον ξεσκίσω φέτος το Μιχάλη ρε πούστη μου. Τι βλέπω ;
     Απέναντί μου στον ξενώνα για τις διακοπές ξέρετε τι ήτανε ; Ξέρετε ; Ένα ερείπιο διόροφο με καμιά δεκαπενταριά πρόσφυγες δε ξέρω και γω από πού, δε ξέρω γιατί πρόσφυγες χαρούμενους πρώτη φορά είδα. Ο ένας πετούσε μαξιλάρες από το παραθύρι του ορόφου με το ξεχαρβαλωμένο παντζούρι και οι άλλοι κάτου τις γράπωναν και τις στοίβαζαν σε ένα εξίσου ερείπιο φορτηγάκι. Και φώναζαν και γέλαγαν με τη ψυχή τους και σκέπαζαν και τη launge μουσική και το βηχαλάκι μου και ότι και να σκεφτόμουν κακό, γιατί , ντάξει, μου χάλασαν τη ξεκούραση, αλλά αφού γέλαγαν τι να τους πεις ; Τι γελάτε ρε δύστυχοι; Τι γελάτε ρε αποβράσματα ; Συζήτηση θα ανοίξεις τώρα με τους Παλαιστίνιους μέσα από το παράθυρο του small luxary hotel σου ;  Αδράνησα…
     Και τότε με παίρνει ο Μιχάλης με ένα ύφος θριάμβου, αν μπορώ να ακούσω κάτι όπως το ύφος θριάμβου από το Ericson Smartphone μου και τι μου λέει ; ότι με νικάει δύο μηδέν ο ανυποψίαστος !!!
     Τι είδες ρε ..ανυποψίαστε ; του λέω με υπονοούμενο.
     Είδα κάτι ρε φίλε που εσύ θα κάνεις αιώνες να δεις !
Μαλάκα είδα Αλβανό εργοδηγό να τα ψέλνει σε Έλληνες εργάτες και οι αχαΐρευτοι καθόντουσαν και σκύβαν το κεφάλι. Μιλάμε τους έριχνε μπινελίκια το άτομο… Δύο μηδέν, και λίγα σου βάζω.
Έλληνες ρακένδυτοι, με τρύπες στα πανταλόνια και σοβάδες στο μαλλί, όχι σαν αυτούς που βάζει ο Λάκης στους μήτσους για να έχει αληθοφάνεια ο λαϊκισμός του, σοβάδες φρέσκους που μυρίζουν ασβεστίλα. Και ο Αλβανός, καπελάκι, handsfree, γυαλί για να μη κάνει ρυτίδες στο μάτι και κρατούσε notebook ρε μαλ..
     Έμεινα λίγο άφωνος με ένα πικρό χαμόγελο και εκεί που πάω να τον εκμηδενίσω μένω από μπαταρία. Τρέχω στο laptop να του τα γράψω και μένω από ευρυζωνική. Μένω ανήμπορος μόνος και με έντονες σκέψεις. Αυτό. Αυτό ήταν το χειρότερο ρε πούστη μου.
    Είναι θέμα τώρα Αλβανός αφεντικό σε Έλληνα ; Για δύο μηδέν ;
    Πρέπει να τον πάρω τώρα τηλέφωνο για να του τα πω για τους χαρούμενους Παλαιστίνιους. Θα μου δανείσετε το κινητό σας ; Τι, αρχίσατε όλοι σας οικονομίες ρε πούστη μου ; Καλάάάά….
    
       

Σάββατο, Οκτωβρίου 2

ευχαριστώ Μαέστρο που τα ταίριαξες έτσι...

 Χάος μέσα. Έτσι το αποτιμώ, τι να πω, ποιός να το διαψεύσει εξάλλου εστιάζοντας έξω από τη δική του περιοχή ;
 Μπαούλα με χυμένες έξω κουβέρτες, κάδοι με άπλυτα όλων των κατηγοριών, ανοικτόχρωμα και τετελεσμένα ανάκατα, αδυναμία να απευθυνθώ σε κάποια λογική, αν υπάρχει, αν,
κι εκεί που σηκώνω τα χέρια να καταθέσω αγανάκτηση 
  με καλημερίζουν ξαφνικά όλα με τη σωστή σειρά, όλα όμως !
 κυλάνε ξαφνικά οι λέξεις, διαπερνούν τα καλώδιά μου οι σωστές ειδήσεις, φτάνουν εκεί που πρέπει, και σα ξανατεντώσω τα δάκτυλα και πιάσω να παίζω το πρωϊνό,
τα πλήκτρα σε διαδοχές υποχωρούν οικειοθελώς στα αγγίγματα, χωρίς να δυσφορούν
  είναι σημαντικό κάτι να μη δυσφορεί στις μέρες μας.
  Εισρέει θετική ενέργεια και φτιάχνει μαγικές ανάσες
     ποσότητες μικρές μα κρίσιμης σημασίας, επαρκείς.
Το καταλαβαίνω ότι δε θα κρατήσει. και αρπάζω τη συγκυρία
η αρμονία απέχει από το χάος μια σπιθαμή, λιγότερο ακόμη,
 μα καθώς επέρχεται, τακτοποιεί με το μοναδικό της τρόπο τις εκκρεμότητες
διπλώνει τις ενστάσεις και τις αποθέτει στα συρτάρια με κομψότητα
για να μπορείς να τις ανασύρεις επιλέγοντας, όχι αρπάζοντας,
επιλέγοντας με ποιά θα συνταξιδέψεις σήμερα.
Και κάθε μέρα φέρνει μαζί της τη δική της θηλυκότητα και με διαμορφώνει
   με μετατρέπει από αγρίμι σε κάτι άλλο, ό,τι κι αν είναι, όχι πιά αγρίμι, όχι πια.. 
..τι ευλογία είναι αυτή ;