Παρασκευή, Ιουνίου 13

O Άρτι, αφιχθείς στον κύκλο των σακάτηδων



    Ο  Άρτι μπήκε για κρίκερ στο bistrot των σακάτηδων. Κατευθύνθηκε προς τη μπάρα με αδιάφορο ύφος. Εκείνοι κάρφωσαν όλοι τα μάτια τους πάνω του. Σα να μπήκε λόρδος σε καλύβα.

      Όταν εκείνος παράγγειλε μπόρεσε να τους τσεκάρει με την περιφερειακή του όραση. Είχε πέσει μια βουβαμάρα.  Ηλεκτρισμένα βλέμματα εξέταζαν τον αρτιμελή τύπο πατόκορφα. Ιδιαίτερα τη στιγμή που κατάφερε να ξυθεί στη πλάτη ενώ με το δεύτερο χέρι ρουφούσε τον αφρό της μπύρας του απολαυστικά, εκείνη τη στιγμή κάποιοι από τους τύπους με το ένα χέρι κοκκίνισαν ολάκεροι από θυμό. Του Τούρκου του Bartender του Ισμαήλ οι παύσεις στη βαβούρα του προκαλούσαν νεύρα. Τον έκαναν Τούρκο. Φοβόταν ότι η καταιγίδα μπορεί να ξεσπάσει στα τραπέζια και τις καρέκλες του. Έτσι φώναξε για αντιπερισπασμό :
   -  Σφηνάκια για όλους !

    Έγινε σούσουρο. Όλοι αναδιατάχτηκαν σαν να ξύπνησαν από ύπνο αιώνων. Μερικές πατερίτσες γλίστρισαν στο πάτωμα. Στα πηγαδάκια ξέσπασαν πάλι συζητήσεις. Σχολίαζαν την εξέλιξη της Τούρκικης μενταλιτέ δια μέσου των γεννεών. Μετά και πάλι έπιασαν να τσεκάρουν τον νέο με κλεφτές ματιές. Αλλά φαίνονταν ότι θα τον ανεχθούν. Παρ' όλο που η επιδεξιότητα ήταν επικυρηγμένη.

     Μια κοπέλα στο ακριανό τραπεζάκι, η επόπτρια δίπλα στην έξοδο κινδύνου,  δεν άφησε στιγμή από τα μάτια της τον Άρτι. Με το κουλό της το χέρι τύλιξε μαλακά στο χαρτάκι την δόση του. Μικρή, μετρημένη, αποτελεσματική. Αναισθητικό. Μετά σηκώθηκε και περπάτησε προς το ουρητήριο σκοντάφτοντας τάχα στο διπλανό του σκαμπώ. Μέχρι να γυρίσει να δει ο δικός μας ποιος αδέξιος σκόνταψε, η σκόνη διαλυόταν στο ποτήρι του.
     Καθώς οι γουλιές κυλούσαν σα μαχαίρια στη καρωτίδα η όρασή του έχασε την αψάδα της. Νόμισε πως τους είδε να σηκώνονται και να τον περικυκλώνουν. Το κεφάλι του βούιζε. Οι σακάτηδες # έκαναν διαβουλεύσεις. Τελικά έχασε τις αισθήσεις του. 
     Τον βρήκαν το πρωί σε ένα έρημο στάδιο πίσω από το μπαρ.Είχε τρία δάχτυλα λιγότερα και το ένα μάτι του ήταν βγαλμένο. Όταν τον σήκωσαν μετά βίας μπορούσε να κάνει δυό βήματα, το ένα πόδι του ήταν για πέταμα. Πέρασε δυό μήνες στο σακατοκομείο και άλλον έναν στο άσυλο υπαλληλικής προσαρμογής. Μετά τον δέχτηκαν στο ελληνικό δημόσιο.


# η υπερβολή στα κείμενα είναι εργαλείο εστίασης. Σακάτης κατονομάζεται ο δήθεν ανήμπορος.  
   

1 σχόλιο:

  1. ...Το άτομο είχε πρόβλημα! Στην βασική, αλλά και στην περιφερειακή του όραση. έβλεπε τον κόσμο με πατερίτσες! Σακάτηδες, όλους! Φθονερούς σακάτηδες που θέλαν να τον παρασύρουν στον άρρωστο κόσμο τους. Εκείνος όμως δε θα τους έκανε το χατήρι. Θα έμενε ξεχωριστός! Βαφτίζοντας κάθε διαφορετικό, σακάτη!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

εντυπώσεις ;