Κυριακή, Νοεμβρίου 9

Για …πάρτυ μου

                                           Βρέχει, λες και θα Τον πληρώσουν με το λίτρο. Κοιμάμαι.
Έναν ύπνο ανήσυχο, αλλά αυτό δεν είναι είδηση όταν μιλάμε για την πάρτη μου... Η νύχτα μου κόβεται πάντα σε δυό φέτες. Μια της αποφόρτισης και μια της ήμερης ξαγρύπνιας. Πολύ νύχτα, απόψε όμως,ένα σκοτάδι πίσσα. Ανακάθομαι στο κρεβάτι. Έξω γλυκός Νοέμβρης. Μέσα εγώ βρίσκω τη ζέστη ασυγχώρητη. Τραβάω λοιπόν τη μπαλκονόπορτα να μισανοίξει. Μετά, κατεβάζω λίγο τα στόρια. Στις γρίλλιες σειρές από μικρά μάτια. Φρέσκο οξυγόνο και βρεγμένη γη ορμάνε μέσα. Ξαπλώνω. Ο τοίχος απέναντι απ' τα μάτια μου γίνεται οθόνη. Αρχίζουν να διέρχονται θαμπές, αδύναμες δέσμες φωτός. Ακολουθούνται από τον ήχο που κάνουν ρόδες σε μουσκεμένη άσφαλτο. Υγρή διέλευση οχημάτων κατ’ εξακολούθηση. Δε με χαλάει. Με ενοχλεί όμως που οι δέσμες είναι θαμπές. Ερευνώ το σκοτάδι για πηγές απόσπασης. Βρίσκω. Όχι , όχι, θέλω να πω, εντοπίζω. Πετάω μια ζακέτα πάνω στο λαμπάκι του laptop που αναβοσβήνει. Οι δέσμες ελαφρώς δυναμώνουν. Σηκώνομαι και βάζω την μια μου κάλτσα πάνω στο ρολόϊ του γραφείου. Τα ζωηρά πράσινα νούμερα με τις ώρες και τα λεπτά γίνονται κι αυτά καπνός.
      Οι δέσμες τώρα κυριαρχούν στο μουσαμά. Είναι σε πρώτο πλάνο. Ασθενικές αλλά ολοκληρωμένες διελεύσεις διαφόρων τόνων ημίλευκου φωτός που τις συνοδεύει ο υγρός ήχος. Με μαγεύουν. Κάθομαι όση ώρα θέλω και τις απολαμβάνω. Εξάλλου είναι δυό τα ξημερώματα. Κανένας δεν εξαρτάται από την επαγρύπνησή μου, τούτη τη φορά. Είναι για το κέφι μου…
      Τα τελευταία χρόνια, καθώς αναπόφευκτα ωριμάζω, το κάνω αυτό και με ανθρώπους. Εντοπίζω μια ευκαιρία, όχι, όχι, θέλω να πω βρίσκω μια ευκαιρία, να τους αφιερώσω έναν παρθένο καμβά. Εκεί απλώνουν την επιρροή τους, νομίζοντας αυτοί ότι δεν θα έχει παρά πενιχρές επιπτώσεις μέσα στο πολύχρωμό μου γίγνεσθαι. Αλλά οι επιπτώσεις που έχει το χρώμα τους, πάνω σε ένα ταμπλώ από τίποτα, είναι φαντασμαγορικές. Εγώ το ξέρω.
    Αφουγκράζομαι τη βροχή. Μετασχηματίζει τον εαυτό της σα χαμαιλέων. Από νεροποντή που κροταλίζει πάνω στα φύλλα του φίκου, σε σιγοψιθύρισμα αγγέλων, μετά σε μισόλογα, καθώς σταγόνες στραγγίζουν στο μάρμαρο και σε λίγο πάλι νεροποντή. Ένα κοντσέρτο για υδρογόνο δύο οξυγόνο. Τα μάρμαρα έχουν την σοφία να αφιερώνουν όλη τους την ακοή σε τούτη τη μαγεία. Κι εγώ, τούτη τη φορά. Ακούω για …πάρτυ μου.
     Τα τελευταία χρόνια, καθώς αναπόφευκτα ωριμάζω, το κάνω αυτό και με ανθρώπους. Βρίσκω την καλή τους στιγμή, όχι, όχι, θέλω να πω, εντοπίζω την καλή τους στιγμή και τότε εστιάζω όλη μου την ακοή στα λόγια τους. Είναι μια γιορτή της ψυχής. Πολλές φορές με θλίβει η ποσότητα ευλογίας που αρνήθηκα στο παρελθόν, μην την προσοχή δίνοντας…
    Κλείνω τα μάτια. Και μετά χαμηλώνω την ακοή μου στο ένα. Τότε αρχίζει να συμβαίνει αυτό. Τι, ποιό ; Δεν το έχεις δοκιμάσει, ε ; Να μυρίζεις, μοναχά. Μαντεύω. Από τη βροχή ξεσηκώνονται οι καλικάντζαροι των πλασμάτων και στήνουν χορό ευωδιών. Μυρίζω το χώμα καθώς έρχεται σε οργασμό, μυρίζω τους κορμούς καθώς πάνω τους κυλάει ένας ιδρώτας ορατών τε πάντων και αοράτων ουσιών, μυρίζω την δυσφορία της ασφάλτου στην επέλαση του πρωτόγοννου, μυρίζω το χθεσινό μου δάκρυ στο μαξιλάρι, μυρίζω ακόμη και της γάτας, στη γωνιά, της κουλουριασμένης, τον πόθο για το αρσενικό. Μυρίζω επίσης τον θυμό σας, μυρίζω του παππού στο απέναντι μπαλκόνι την αγωνία, μυρίζω ρόδια καθώς τα σπόρια μες τα σπλάχνα τους διαστέλλονται, το θαύμα της γέννησης μαζί με το θαύμα της αναχώρησης.
    Τα τελευταία χρόνια, καθώς αναπόφευκτα ωριμάζω, το κάνω αυτό και με ανθρώπους. Εντοπίζω τον οργασμό τους, όχι , όχι, βρίσκω ευκαιρίες να τους προκαλέσω έναν οργασμό. Και μετά απολαμβάνω τους… Απολαμβάνω τους.
    Ανοίγω πάλι τα μάτια και δυναμώνω τα αυτιά μου. Βάζω τα δυνατά μου σε όλες μου τις αισθήσεις. Και τότε ξανασυμβαίνει. Πάρτυ αισθήσεων. Θέλω να απαλλαγώ από τα ρούχα μου. Μετά θέλω να με αγγίξουν. Μερικές φορές γυμνώνομαι και στη θάλασσα. Έτσι και τώρα. Δεν πειράζει ποιός, είναι η στιγμή να με αγγίξουν. Αν λείπει η διαλεχτή εκείνη, το διαπράττω μοναχός. Μέχρις εσχάτων. Μέχρι το άλικο ζεστό να κυλήσει πάνω στην κοιλιά μου. Μετά μυρίζω το υγρό και στο τέλος αφήνομαι ανάσκελα με ανοιχτά τα σκέλια και τα χέρια απλωμένα φτερά, να πετάξω... Να πετάξω.
    Τα τελευταία χρόνια, καθώς αναπάντεχα ωριμάζω, το κάνω αυτό και με ανθρώπους. Βρίσκω άτομα, όχι , όχι, εντοπίζω με επιμονή άτομα, που μπορούν. Μπορούν και συχνά το αποφασίζουν : να επιτρέπουν στον εαυτό τους ένα αθώο μακροβούτι στα ένστικτα.
    Μια γλυκιά νύστα με αγκαλιάζει ξανά. Είναι μαύρα σκοτάδια εξάλλου. Κλείνω πάλι τους διακόπτες. Διατηρώ και αυτό το δικαίωμα, τούτη τη φορά. Να ξανακοιμηθώ. Κανείς δεν κινδυνεύει, νομίζω, από την αδυναμία μου τούτη. Είναι μια νύχτα για …πάρτυ μου.  
   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;