Σάββατο, Ιουλίου 20

το κίνημα


     Κατέβασες στο δρόμο τα γυαλισμένα σου όπλα και ενώθηκες με το κύμα. Ήτανε όλοι με σπινθηροβόλα βλέμματα. Συντάσσατε τις προκηρύξεις σας και τις κολλούσατε στα τζάμια με τις λίγδες. Ήταν φανερό ότι φεύγατε για κάπου. Δε σας εχωρούσε ο τόπος. Φανήκανε και οι μέντορες, Είχανε ταπεινή προσέγγιση. Σας κολλήσανε μια κονκάρδα που έγραφε "το κίνημα".
      Γεννήσατε ένα καραβάνι. Ποιος να σταθεί στο δρόμο σας. Σύντροφοι ενωμένοι με σφιγμένες γροθιές. Ο ενθουσιασμός περίσσεψε. Και άρχισε να θέλει την τροφή του. Τρώει ο ενθουσιασμός...
     Οι μέντορες του ρίξανε φαΐ , αυτό κάνουνε οι μέντορες. Το κοιτούσατε και το εγκρίνατε. Το φαί λέω...Ήτανε ασφαλώς βρώσιμο. Ήταν ιδέες με τρυφερούς βλαστούς και ήτανε κρέας από ζώα που βλάπτανε την τροφική αλυσίδα. Όλα καλά.
     Ο ενθουσιασμός έφαγε κι άνοιξε η όρεξή του. Το καραβάνι βύζαινε τα μαστάρια του και τον αποκάμωσε. Ο ενθουσιασμός ζητούσε ολοένα και περισσότερο φαΐ. Και το καραβάνι ζητούσε όλο και πιο εύρωστο ενθουσιασμό.
    Οι μέντορες του βρήκανε και του ρίξανε. Φαΐ λέγω. Ήτανε σχετικώς βρώσιμο. Ήτανε σκέψεις με προοπτικές, λαχανικά μαζί με τις ρίζες, και ήτανε κρέας από ζώα που στο φινάλε μπορούσανε να αναπαραχθούν. Το κοιτάξατε και το εγκρίνατε. Με φευγαλέες αναγούλες..
    Το καραβάνι βύζαινε όμως τον ενθουσιασμό με βουλιμία. Κι εκείνος, ο ενθουσιασμός που έτρεφε και συγκολλούσε τις διαφορετικότητες,  έδειχνε σημάδια κόπωσης. Ζήτησε φαΐ με άμεση θρεπτική αξία. Οι μέντορες άρχισαν να του ρίχνουνε κλαδιά από καρποφόρα αλλά άγουρα φυτά και κρέας από ζώα που κινδύνευαν με αφανισμό. Το κοιτάξατε και πάλι το εγκρίνατε. Δεν ήτανε ξεκάθαρο αν όλα ήτανε εντάξει. Πεινούσατε όμως. Φάγατε με κλειστή τη μύτη.
   Πέρασε μια τετραετία. Το καραβάνι δύσκολα κρατιότανε και τότε οι μέντορες σάλπισαν την τελική επίθεση. Η αλήθεια ήτανε ότι ο εχθρός δεν φαινόταν απέναντι, αλλά έτσι όλοι έπαψαν να γκρινιάζουνε ότι τους πονούσανε τα πόδια και το "στράτευμα" συσπειρώθηκε. Εκείνες τις στιγμές οι μέντορες ταϊζανε τον ενθουσιασμό με ό,τι βρίσκανε διαθέσιμο. 'Η αυτοί ή εμείς. Εσείς κοιτάξατε την τροφή και είχε μέσα ανθρώπινα μέλη, υπολήψεις, παραδόσεις, ιστορία, σα μια κακομαγειρεμένη από προχθές κακαβιά ...αλλά επειδή μύριζε ένα γύρω μπαρούτι η μπόχα καλύφθηκε και φάγατε. Αέρααααα
   Δεν έγινε πόλεμος. Δεν έγινε μάχη. Οι μέντορες ξαφνικά εξαφανίστηκαν και το καραβάνι έμεινε να κοιτάζει απέναντι μια πλαγιά γεμάτη βάτα χωρίς οχτρούς. Και ο ενθουσιασμός, χορτάτος πήγε (ένα) περίπατο. Σκόρπιοι πήρατε να γυρίζετε στα σπίτια σας. Όταν μετά από ημέρες πλησιάσατε στις εστίες το μάτι σας πήρε εκείνους που ξεκινούσανε για τη μάχη. Άλλο χρώμα λάβαρα. Μεγάλο πάλι το καραβάνι. Ήταν σπινθηροβόλα όλα τους τα βλέματα, πες εσύ λιγότερο σπινθιροβόλα από τα δικά σας.
   Σιγά σιγά οι μέντορες που σας διαχειρίστηκαν άρχισαν να καλούν στο δρόμο που είχε πλέον τη δική του ιστορία. Εσείς τους κοιτούσατε από τα παράθυρα. Δεν υπήρχε συγκολλητική ουσία.
   Κοίταξες ένα γέρο στα σκαλιά του απέναντι χαμόσπιτου. Θυήθηκες ότι την ημέρα που κατέβηκες εκείνος σε κοίταξε με συγκατάβαση. Σχεδόν κατρακύλησες τη σκάλα και έτρεξες να τον πιάσεις από το γιακά.
- Εσύ σηκώνεσαι ποτές από εδώ ; του είπες...
   - Εγώ δε σηκώνομαι πλέον. απάντησε.
-Και ποιά θεωρείς ότι είναι η ευθύνη σου ;
   - Η ευθύνη μου αρχίζει τώρα...
- Τι εννοείς ;
   - Οι απόστρατοι έρχονται και με βρίσκουν. Κατά βάθος θέλουν έναν αληθινό πόλεμο. Και εγώ τους τον δίνω.
- Δε μου φαίνεσαι για μέντορας !
   - Όχι, όχι, δεν είμαι μέντορας. Οι μέντορες πληρώνονται καλά, εγώ είμαι λιτοδίαιτος.
- Και τι τρως ;
   - Μου φτάνουν τα αποφάγια του ενθουσιασμού σας.
-Δώσε μου έναν αληθινό πόλεμο, είπες τότε με επιτακτικό τόνο.
   - Τράβα σπίτι σου και ξαναγίνε κανονικός άνθρωπος. Ζήτησε μερικές συγγνώμες, φρόντισε μερικούς τραυματίες, αναλογίσου τι τροφή έφαγες και μη τη ξαναφάς. Και θάψε αρκετό από το μένος.
-Δεν έχω μένος ...
    - Όλοι έχουμε μένος. Μοναχά, πως να στο πω, δε ξέρουμε από τι γεννήθηκε. Εαν νομίζεις ότι δεν έχεις μένος είσαι ακόμα στο μηδέν.
-Και οι μέντορες ; Ούτε εκείνοι ξέρουν ; Το μένος τους κι από που γεννήθηκε.
    - Εκείνοι ξέρουν. Κι ούτε που έχουν ! Ξέρουν απλώς... Όχι από τι γεννήθηκε, του καθενός μας το μένος, αλλά τι να το κάμουν. Πως να το χρησιμοποιήσουν επ' ωφελεία των. Κατάλαβες ;

Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος. Και αυτό είναι η κορυφαία πολιτική μάχη. Να μπορείς να αποφύγεις τη βαρβαρότητα αυτής της εποχής. Να μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος με τρυφερότητα. Με το δικό σου βλέμμα. Χρ. Μίσσιος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;