Σάββατο, Αυγούστου 17

3 points of view

 


   Ο κύβος του Κιούμπρικ δεν λύνεται μονάχα με τον "ενδεδειγμένο" τρόπο. Στην πραγματικότητα είναι ακόμη μια απεικόνιση του μάταιου αγώνα που κάνουμε για να αποκαταστήσουμε κάθε παραφωνία, ως κοινότητα και ως ιδιώτες. Κανείς δε μπορεί να αντισταθεί στη χαρά να την διασαλέψει, ούτε ένα αθώο παιδί, ούτε βέβαια το σύμπαν, κι έτσι βρίσκεται πάντοτε "κάποιος" με κίνητρο που πιάνει στα χέρια του την επιτευχθείσα ομοιομορφία και με τη βουλιμία του εκδικητή ξαναδίνει στον κύβο την όψη του χάους.

  Δεν είναι η φύση του ανθρώπου. Δεν είναι κάτι αφύσικο. Είναι που η αρμονία σε ακινησία είναι ένα συμβολικό σημάδι ενός κάποιου τέλους. Από την λέξη τέλος φυσικά προέρχεται και το τελεσίδικο. 

  Ας πάρουμε ένα κινηματογραφικό εσταντανέ : Νησί, πράσινο παγκάκι με περίτεχνο μεταλλικό σκελετό, σε ένα πρανές με τη θάλασσα κάτω να λαμπυρίζει, πίσω παγκάκια λιγότερο τυχερά, επίσης κατειλλημένα, μέσα στο νερό ένα μονάχα πλάσμα και γύρω απόλυτη γαλήνη αν εξαιρέσεις την οχλαγωγία από το κέντρο της πόλης που δηλώνει παρουσία όταν η αύρα αναλαμβάνει να την ταχυδρομήσει. Απομεσήμερο, που θα πει ότι το καμίνι έχει δώσει τη θέση του στη δροσιά και το άγχος στην ελπίδα. Τούτη είναι η συνθήκη.

  the first point of view

  Στο "τυχερό" παγκάκι κάθεται ένα αγόρι κι ένα κορίτσι με τις παλάμες ενωμένες και τα δάχτυλα να σαλεύουν χαϊδευτικά. Έχουν μόλις απολαύσει ένα απεριτίφ μπροστά στη μαρίνα, με τις γάτες και τα ζουζούνια να γιορτάζουν γύρω τους. Καθώς το ουζάκι έχει ευεργετήσει το νευρικό τους σύστημα τα δυό πλάσματα έχουν "όλο τον κόσμο στα πόδια τους".  Σ αγαπώ ; όχι δεν ακούγεται τέτοια δήλωση γιατί σε τούτη την αρμονία θα ήταν άλλη μια κουταλιά ζάχαρη σε γλυκύβραστο καφέ. Ακούγεται όμως ξαφνικά μια δήλωση από το κορίτσι  - Βλέπεις αυτό το υπέρβαρο πλάσμα μονάχο κάτω στη θάλασσα ; Παίρνει αυτή τη στιγμή ό,τι του αναλογεί από μια πιθανώς στερημένη συνθήκη και είναι ακριβώς αυτό που ζηλεύω. Πρόκειται για μένα για την πεμπτουσία της φροντίδας, μια υγιής μοναχικότητα. Αυτό που ζηλεύω, αυτό που ζηλεύω... οι λέξεις βγαίνουν από το στόμα του κοριτσιού και εισβάλλουν στα αυτιά του αγοριού θρυμματίζοντας ό,τι έχει απομείνει από την αισιοδοξία του ότι προσφέροντας έρωτα θα παράγει ευγνωμοσύνη. Το αγόρι τραβάει την παλάμη του από την παλάμη του κοριτσιού. Περιμένει εαν το κορίτσι θα το αντιληφθεί και θα επιχειρήσει να αποκαταστήσει την επαφή. Τίποτε δεν συμβαίνει. Το κορίτσι απλά βυθίζεται σε σκέψεις που αφορούν την προσωπική του σφαίρα αγωνίας και το αγόρι εκείνη την ώρα αισθάνεται την κορύφωση της ματαιότητας να του κόβει την ανάσα. Σηκώνεται απότομα. Κάνει ένα βήμα, σκύβει να δει το χορτάρι, τα μυρμήγκια είναι εκεί και για μια στιγμή νιώθει μικρότερος. Ξανακάθεται και το κορίτσι είναι εκεί, κάπου, όχι ακριβώς δίπλα του. Τότε χαράσσεται μέσα του η υπογραφή μιας επερχόμενης ετημυγορίας. Εκείνη τη στιγμή χωρίς κανένας να αντιληφθεί οτιδήποτε αποφασίσει να μην συντροφευθεί ποτέ πια, ανταποκρινόμενο σε μια έλξη. Αποφασίζει να εξερευνήσει πάλι το σύμπαν, ώσπου να ανακαλύψει μια άλλη συνθήκη, με υγιή συντροφικότητα ή και χωρίς ! ..αλλά  με τούτο το κριτήριο : όσοι συμμετέχουν να μπορούν να φωλιάσουν με επίγνωση σε μια στιγμή απόλυτης ευγνωμoσύνης, ακόμα κι αν το σκηνικό είναι ολάκερο βαμμένο στην απόχρωση μιας υποψίας ότι θα όλα κρατούν ελάχιστα, δηλαδή σε ένα αδιάφορο γκρί.

   the second point of view

   Κάτω στη θάλασσα, ανάμεσα σε χρυσές δροσοσταλίδες ένα γυναικείο κορμί έχει αφεθεί ανάσκελα να το λικνίζει το κυματάκι και να το ισορροπεί η άνωση. Το κορμί, μπουκωμένο για μήνες στα άσπρα χάπια, παράγει εκτόπισμα τριών ατόμων. Η κοπέλλα ωστόσο νιώθει απόλυτη ευγνωμοσύνη ! Για ένα μονάχα λόγο. Όχι γιατί είναι μονάχη, όχι ... Η ζέστη του νερού, που αυτή την εποχή μοιάζει με τη σούπα της γιαγιάς, της χαρίζει μια ανακούφιση στο κομμάτι του κορμιού της που έχει την μεγαλύτερη ανάγκη : Πίσω στον αυχένα, από τα δυό αυτιά και το λαιμό μέχρι τις άκρες της πλάτης στο ξεκίνημα των χεριών. Κάτω από τον φλοιό του σώματος σε τούτα τα σημεία επικρατεί μια σύσπαση και μια μαρμάρινη παγωμένη σκληρότητα δίπλα στην οποία ένα νταμάρι θα θεωρούσε τον εαυτό του ένα τόπι από μετάξι που περιμένει τον ράφτη. Το κορίτσι πιάνει τότε με την άκρη του ματιού του ένα ζευγάρι που κάθεται σε ένα παγκάκι με τις παλάμες ενωμένες. Ένας πόνος διαπερνάει το μέτωπο και είναι τόσο οξύς που της χαλάει όλη την ισορροπία. Βουλιάζει νευρικά κι όταν αναδύεται είναι μπρούμητα και ξεκινάει ασυνάρτητες απλωτές. Κατεύθυνση προς τα βαθειά. Έως ότου η απόσταση και η αχλή να μετατρέψουν αυτή την επώδυνη θέα του ζευγαριού σε μια σκιά χωρίς ίχνος δήλωσης, ούτε χαράς ούτε λύπης. Μακρινή τόσο όσο.

  the third point of view 

   Στο παγκάκι που στέκει σε λιγότερο τυχερή θέση, ανάμεσα σε ξανθισμένες από τη ζέστη αγγελικούλες και με αρκετά κουτάκια fix μέσα στα χόρτα, είναι ξαπλωμένο ένα αγόρι. Έχει βάλει μαξιλάρι το βιός του ολάκερο, εικοσιοχτώ χρόνια προσπάθειας μέσα σε ένα σακίδιο με χαλασμένο φερμουάρ, ένα μαχαίρι, δυο μπλουζάκια πλυμμένα στη θάλασσα και παξιμάδια σε τσαλακωμένη σακούλα. Παρατηρεί το ζευγαράκι που είναι καθισμένο στην κοσμάρα του. Σκέφτεται ότι ούτε αυτοί μπορεί να έχουν ισορροπία αλλά αυτό περνάει σαν υπερηχητικό στον ουρανό από τις έννοιες του. Τσεκάρει τη τσάντα της κοπέλλας και δεν του φαίνεται να αξίζει τον κόπο να σηκωθεί, πόσο μάλλον να χρειαστεί μετά να τρέξει. Η φωτογραφία της αδελφής του έχει εβδομάδες τώρα λιώσει, ψάχνει κάτι άλλο με το ένα χέρι στη τσέπη και βρίσκει μισό στριφτό. Παρατηρεί για λίγο το αγόρι και το κορίτσι, όπως βλέπανε οι παπούδες του το κρατικό κανάλι στα καφενεία. Το κορίτσι είναι ελαφρώς καμπουριασμένο και κάτι της τραβάει την προσοχή κάτω στη θάλασσα. Το αγόρι είναι εμφανώς νευρικό γιατί τινάζεται και ξανακάθεται χωρίς να διαφαίνεται άξια λόγου αιτία. Όπως κυαλάρει το κορίτσι, η μασχάλη του από πίσω αφήνει εκτεθειμένο ελαφρώς το στήθος του. Είναι μια στιγμή μαγείας. Το κορίτσι σκύβει κι άλλο και του χαρίζει άθελά του μια ματιά σε εκείνο το ροζ για το οποίο τσακώνονται τα αγόρια στις αλάνες. Κάτι σαλεύει μέσα στο σκληρό του παντελόνι, όχι αρκετά σκληρό, ανήμπορο να ολοκληρώσει έστω και μια ονείρωξη της προκοπής. Αυτά είναι παλιές πολυτέλειες στη σφαίρα μιας ολάκερης λίστας ευχών. Πάνω πάνω στη λίστα είναι ένα τηλεφώνημα στην αδελφή του από ένα κλεμμένο κινητό και μια λαθραία δόση δύναμης, ώστε να σηκωθεί και κάτι να κάνει. Με την άκρη της ματιάς του πιάνει το οχυρό με μια εκκλησιά και το βάραθρο από τσιμέντο. Για το οχυρό του ούτε λόγος, εγκαταλείφθηκε από όλους άναρχα, για την εκκλησία ούτε λόγος, μια δυνατή σιχαμάρα, για το βάραθρο ναι, μια στιβαρή εκτίμηση. Πρέπει να φροντίσει όλα τα παγκάκια που διαλέγει να έχουν σε απόσταση ασφαλείας ένα βάραθρο. Το βάραθρο είναι κάτι τελεσίδικο, όχι σαν την χαρά ή την ελπίδα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;