Σάββατο, Απριλίου 8

Όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει αλαινντεμποτονάρια.




   Χθες το πρωί ξύπνησα ορεξάτος. Έστυψα τα καρότα και τα ακτινίδια στον αποχυμωτή, φόρεσα το καρπουζί πουλόβερ μου και έπιασα τη νέα παραλία από το μέγαρο προς τον λευκό πύργο. Το μπλοκάκι μου σήμερα θα πάρει φωτιά σκέφτηκα, ξεμουδιάζοντας τα δάχτυλά μου με ένα καλό στρέτσιγκ. Με λένε Αλαίν και είμαι γερμανοελβετοβρετανοεβραίος. Δε πήγανε χαμένα ούτε τα φράγκα του μπαμπά ούτε τα έγκλειστα στα ιδρύματα της Οξφόρδης χρόνια. Έχω έξι πτυχία.... Άτσαααα… 
    Που λές.... 
   Το πρώτο ζευγάρι που συνάντησα ήταν μια ηλικιωμένη με ένα νεαρό τεριέ. Του μιλούσε διαρκώς κι εκείνο γύριζε και την κοίταζε προσπαθώντας να καταλάβει κάθε φορά εάν ήταν έτοιμη να του πετάξει την επόμενη λιχουδιά. Χαμογέλασα και κάθισα στο ίδιο παγκάκι. Έγραψα στο μπλοκάκι μου :
    « Κυρία Τεριέδου, είναι αμφίβολο αν σας καταλαβαίνει όταν του λέτε ότι έχει πιαστεί ο αυχένας σας. Προφανώς κάνετε μια ανώριμη μεταβίβαση εδώ, επειδή ο μπαμπάς σας ήταν ορθοπεδικός και μπουχτισμένος από παθήσεις, δεν μπόρεσε ως παιδί να σας πάρει ποτέ σοβαρά που ξυπνούσατε συνεχώς με ένα στραβολαίμιασμα . Ούτε φυσικά να σας αγοράσει ένα πιο μαλακό μαξιλάρι. Εσείς τώρα, κουβαλώντας αυτό το παράπονο, κρατάτε στη τσέπη λιχουδιές και εξηγείτε στο κακόμοιρο σκυλάκι κάθε σας πιάσιμο στο σβέρκο,με τη βεβαιότητα ότι εκείνο σας κοιτάζει στα μάτια. Και οι δύο ξέρουμε ότι το σκυλί περιμένει το μπισκοτάκι. Πρέπει να δείτε τη ζωή πιο ώριμα. Εγώ θα ξέθαβα τον πατέρα μου, θα τον έστηνα σε μια κρεμάστρα όπως οι ορθοπεδικοί κρεμάνε ένα σκελετό για εποπτικούς λόγους και θα τον υποχρέωνα να ακούει ακριβώς ό,τι στραβό μου συμβαίνει, όλη τη μέρα, μη σας πω και όλη τη νύχτα. Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που εξελίξαμε οι άνθρωποι για να μην κυλήσουμε στην μνησικακία. Όσο για το ζώο. Λυτρώστε το, βάλτε ένα σακί λιχουδιές σε ένα κουβά, αφήστε το να πάθει γαστρορραγία. Θα σταματήσει αυτό το γάνιασμα να σας ζητάει όλη μέρα κι άλλο. Για κάθε πρόβλημα υπάρχει μια ρεαλιστική λύση»
     Έσπρωξα το χαρτάκι μου στη τσέπη της μαύρης τρεσκότ της γιαγιάς και ένα βάρος έφυγε από πάνω μου. Μισώ να βλέπω τους ανθρώπους να διαιωνίζουν άκαρπες προσδοκίες ενώ υπάρχουν τετράγωνες κρυσταλλωδώς καθαρές λύσεις για πάτα κιούτα ίαση των ζητημάτων που τους ταλανίζουν. 

    Το δεύτερο ζευγάρι που συνάντησα ήταν ένας ζωντοχήρος που κρατούσε μια πιτριρίκα αγκαλιά και μετρούσανε τα πανιά από τα optimist του ιστιοπλοϊκού μέσα στο γαλάζιο. Είχανε εκείνη την παιδαριώδη ηλίθια έκφραση επειδή ο ήλιος έπαιζε με τα σύννεφα και είχε ζωγραφίσει τα νερά σε λωρίδες μαύρου και γαλάζιου.
  « Συμπαθεστάτη πιτσιρίκα, της έγραψα, ο σαρραντάρης έχει στήσει την τέλεια μηχανή εξαπάτησης. Έχει χτυπηθεί για έξι μήνες στα γυμναστήρια για να παραλλάξει το κρεμασμένο στομάχι του και μόλις σε βάλει στο λούκι, θα γίνει ένας χοντρομπαλλάς που θα πίνει μπύρες όλο το απόγευμα βρίζοντας τον Ολυμπιακό. Εσύ, που εντωμεταξύ θα κουβαλάς στη κοιλιά σου έναν σπόρο αναπαραγωγής των χοντρομπαλλάδων που ζουν για τον ΠΑΟΚ, δε θα τολμήσεις να τον αφήσεις για να μη σε πρήξει η μάνα σου που θα μεγαλώσεις ένα μούλικο μόνη σου. Έτσι, τα ρουθούνια σου θα εθιστούν σιγά σιγά στη μυρωδιά της μασχάλης του και της κάλτσας του που ζέχνει και των λερωμένων κινέζικων σπορτέξ του και είναι ίσως η τελευταία σου ευκαιρία να μυρίσεις θάλασσα κι αλμύρα. Σήκω και φύγε τρέχοντας. Αυτό που ζεις, είναι η υποχθόνια β’ φάση του σχεδίου ενός απελπισμένου πονηρού φαλλοκράτη να φορτώσει τις αγγαρείες του σε μια ανύποπτη ηλίθια γυναίκα. Εσύ εξελίσσεις απλώς μια απώθηση επειδή η μάνα σου έμεινε μπακούρα από αναποφασιστικότητα ή δειλία. Άκουσέ με κορίτσι μου... Την Τρίτη φάση, καλύτερα να τη γλυτώσεις. Για κάθε πρόβλημα υπάρχει μια ρεαλιστική λύση»
    Έσπρωξα το σημείωμα στο σακίδιο της πλάτης της νεαράς.

   Το τρίτο ζευγάρι που συνάντησα ήταν μια κοπέλλα με άσχημο γενικώς κορμί και πρόσωπο γεμάτο ουλές. Έσπρωχνε με δήθεν καλή διάθεση το αγόρι της που ήτανε καθηλωμένο σε αναπηρικό αμαξίδιο. Γελούσανε με κόπο με κάτι αστεία που είμαι σίγουρος ότι τα λένε κάθε μέρα. Τους λυπήθηκα. Κάθισα στις πλάκες και βιαστικά έγραψα.
   « Νεαρέ μου, δε φτάνει η ατυχία σου, έχεις χτίσει και έναν πύργο στην άμμο. Η κοπέλα σου αυτή τη στιγμή αισθάνεται ότι κανένας άλλος δε θα μπορούσε να την βγάλει από τη μιζέρια της αγαμίας της.  Είμαι σίγουρος ότι υπερβάλλεις στο κρεβάτι για να καλύψεις την κακοφορμία των κάτω άκρων σου. Αυτό γενικώς τώρα μπορεί να λειτουργεί. Αλλά δεν είναι έρωτας. Είναι ένας μηχανισμός βολικός σε δυό αδιάθετες ιδιοσυγκρασίες που μόλις αισθανθούν πληρότητα θα τον εγκαταλήψουν για κάτι ανώτερο. Η κοπέλα θα βρεί τρόπο να διορθώσει τις ουλές της και θα χτυπήσει ένα καλύτερο στόχο. Κι εσύ θα ανακαλύψεις από τις μικρές της αντιδράσεις ότι δε την καλύπτεις απόλυτα παρ’ όλη την υπερπροσπάθεια. Η ζωή είναι μια άδικη σκύλα. Είναι καλύτερα να προσλάβεις μια Βουλγάρα που θα σου παίρνει πίπες για δέκα ευρώ τη μέρα. Θα γιατρευτείτε και εσύ και η σταβοκάνα. Δε μπορεί να στήσει ένας αρτιμελής ένα γάμο με έναν καθηλωμένο. Θα είναι σε λάθος βάση. Αυτό θα το έβλεπε και ένα παιδί, πόσο μάλλον εγώ που το έχω σπουδαγμένο. Πρόκειται για την γνωστή στην επιστήμη προβολή μιας ιδεώδους εικόνας από τον κινηματογράφο στην καθημερινότητα. Διώξτηνε πριν σε πληγώσει. Για κάθε πρόβλημα υπάρχει μια πρακτική λύση»
    Έσπρωξα το σημείωμα στη τσέπη του αμαξίδιου με τα νερά. 

    Άφτασα μέχρι τις ομπρέλλες και πήρα την διαδρομή προς τα πίσω. Αργά. Ξανασυνάντησα τα τρία ζευγάρια. Άκουσα τρεις φράσεις που με ξενέρωσαν λιγάκι.Εντάξει, ίσως έβγαλα κανά δυό βιαστικά συμπεράσματα. Αλλά υπήρξα χρήσιμος πιστεύω, αν και όχι 100%. Άκουσα λοιπόν να λένε τα παρακάτω :
     Τον νεαρό στο καρότσι να λέει στην αδελφή του, πρέπει να πιέσουμε και τη μαμά να κάνει αυτή τη βόλτα μαζί μας απόψε.Έχει καθαρό ορίζοντα.
     Τον σαραντάρη να λέει στην κόρη του , μη σκας, θα βρείς εκατό καλύτερους από το τσογλάνι, κι εξάλλου, είναι καλύτερα να μετράς τα πανιά με το μπαμπά καμιά φορά στις τόσες.
    Και την ηλικιωμένη να σπρώχνει το τεριέ στο χόρτο, λέγοντας, πήγαινε τώρα να στριμώξεις την ασπρούλα κι άμα την πιάσεις γκόμενα θα σου μαγειρέψω κότσι να καρδαμώσεις.
     Μου πέρασε κάποια στιγμή από το μυαλό, μήπως έχω καμιά μικρή διαστροφή που χώνω σημειώματα αυτογνωσίας σε κάθε τυχόντα άσχετο, μετά σκέφτηκα ότι η μάνα μου δε θα με παράταγε έξι χρονών αν κάποιος ψυχολόγος την παρακολουθούσε πριν τα γαμήσει όλα, και αναθάρρησα. Δυό στο μήνα να πετύχω να τους ανοίξω τα μάτια, θα είναι καλό ποσοστό. Οι υπόλοιποι, ας πετάξουν απλώς τα χαρτάκια.  Και γύρισα σπίτι μου, πλήρης. Είναι καλό να ζεις με τα λεφτά του μπαμπά. Ο οποίος έχει τύψεις που σε μεγάλωσε με συνομίληκή σου μητριά. Έχεις χρόνο να βοηθάς και τον κόσμο. Το μότο μου, αξάλλου δεν είναι και κανένα του ποδαριού... είναι βασισμένο σε αδιαμφισβήτητα λαμπρές σπουδές.
    Για κάθε λύση, υπάρχει ένα πρόβλημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;