Κυριακή, Αυγούστου 5

ακούς ; όχι ; πως να ακούσεις


  Τα πλήκτρα είναι άσπρα εκτός από μερικά που είναι μαύρα. Είναι όλα κρύα. Εκείνο που τα κάνει ξεχωριστά είναι το αποτέλεσμά τους σαν πιεσθούν. Τα άσπρα βγάζουν μπλέ ήχους και τα μαύρα κόκκινους. Κατάλαβες ; Όχι ; Που να καταλάβεις…

  Καθώς ξεπροβοδίζω αυτές τις λέξεις μετρώ την επίδραση που θα ‘χουν πάνω σου από το βάρος τους, το βάρος που φεύγει από πάνω μου. Σαν και τις νότες οι λέξεις. Και η ανάγνωσή σου, η ακρόασή σου, μια συγκομιδή. Εγώ το δέντρο και συ ο διαβάτης. Υπόδικος και πρωταγωνιστής μια πείνα. Πεινάς απόψε ; όχι ; Που να πεινάσεις…

  Παραπατώ με τα χέρια. Είναι αφύσικο που πρέπει όλο αυτό να περάσει από τα ακροδάχτυλα. Οι νότες για να ακουστούν και οι λέξεις για να σταλούν. Θα έπρεπε να μεταδίδονται με τα μάτια. Έτσι και μπορούσαν να μεταδοθούν με τα μάτια θα γλυτώναμε τόνους σφαλμάτων. Τα παραπατήματα δεν γίνονται λόγω οινοπνεύματος. Είναι που παίζουμε ακόμη το ίδιο παιχνίδι. Σπασμένο τηλέφωνο. Ακούς ; Όχι ; Που να ακούσεις…

   Είσαι μέσα. Τώρα είσαι μέσα και με βλέπεις. Εγώ στην ουσία δεν είμαι τώρα μέσα. Όταν ήμουν εγώ εσύ ήσουνα έξω. Αν χρειαστείς μια διευκρίνιση μπορείς να ρωτήσεις. Αρκεί να μην περιμένεις απάντηση. Όταν θα λάβεις απάντηση οι υποθέσεις θα έχουν κάνει τριπλή ζημιά από την ουσία. Στην ουσία δεν είμαστε μέσα. Διαδικτυωνόμαστε αλλά δεν ενωνόμαστε, έτσι δεν είναι ; Με νιώθεις ; Όχι ; Που να με νιώσεις…

  Εγώ λοιπόν λέω να τα κλείσουμε αυτά τα μάτια. Τα μάτια δεν έπρεπε να είναι τετράγωνα. Έπρεπε να παραμείνουν οβάλ, σχιστά, με βλέφαρα και χρώματα. Όλα τα μάτια έπρεπε να είναι μπλέ. Εκτός από μερικά που έπρεπε να είναι καστανοπράσινα. Όλα έπρεπε να είναι ζεστά. Εκείνο που τα κάνει ξεχωριστά έπρεπε να είναι ακόμη το αποτέλεσμά τους σαν διασταυρωθούν. Αυτό πως καταφέραμε και το χάσαμε ; Με καταλαβαίνεις ; Ναι. Πώς να μη με καταλάβεις. Έχεις καρφωμένα τα μάτια σου σε ένα τετράγωνο λευκό και εκείνα κρυώνουν. Πώς να μην κρυώνουν. Ε ; Μάτια μου ; Πώς να μην κρυώνουν ;

    Τώρα έχουν οι περισσότεροι κλείσει τα μάτια. Άλλοι για πάντα και άλλοι για να ετοιμαστούν για αύριο. Εσύ είσαι κάπου μακριά. Άλλα όχι και τόσο μακριά ; Ε; Πώς να το πεις μακριά αυτό ; Αφού σχεδόν με θέλεις. Υπάρχει σκοτάδι γενικώς αλλά αν κοιτάξεις δεν είναι σκοτάδι τελικώς. Στέλνω νότες από ένα σακατεμένο παράθυρο και οι νότες φέρνουν αχτίδες ώχρας μέχρι το παντζούρι σου. Κλείνεις τα παντζούρια σου νωρίς ; Ε… πώς να μην τα κλείνεις.

    Άνοιξε. Κοίτα κάτω. Όχι εκεί. Πιο αριστερά. Βλέπεις που είναι η πηγή του ήχου ; Ακούς την ώχρα που σκαρφαλώνει ; Έχεις πείνα ; Έχω αγωνία. Έχεις αγωνία ; Έχω δίψα να σε καλμάρω, μωρό μου. Αν δεν έχεις κοιμηθεί, πάρε ένα σφυρί και σπάσε το παντζούρι σου. Και μετά σκύψε. Για να ακούσεις ή για να πέσεις. Ότι και να επιλέξεις κερδισμένη θα βγείς. Πώς να μη βγείς ;  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;