Τρίτη, Φεβρουαρίου 19

τα δεσμά της

Μια ερωτευμένη γυναίκα είναι μια δεσμώτης. Ο αφέντης της δεν είναι ο εραστής της. Ούτε ο φόβος της για το αύριο. Ούτε καν οι διαστροφές της. Ο αφέντης της ερωτευμένης γυναίκας είναι το παρελθόν της. Μια ερωτευμένη γυναίκα σπάνια καταφέρνει να σπάσει το κάδρο που της έχουν περίτεχνα κατασκευάσει όλοι οι προηγούμενοι, ενίοτε συμπεριλαμβανομένων και εραστών.

ο περιορισμός

Την κοίταξε εκεί στο δωμάτιο με τις φωτεινές γωνιές και το μυαλό του άρχισε να δουλεύει στην επόμενη ταχύτητα. Έπρεπε να της βγάλει από τα πόδια τούτα τα πράσινα, προς το λαχανί παπούτσια. Έπρεπε να της βγάλει από το μυαλό τις σκοτεινές γωνιές. Της εξήγησε ότι καθ' όλη τη διάρκεια της απαγωγής της θα απαγορευόταν να φοράει κυλότα. Μετά κοίταξε γύρω του για χρήσιμα αντικείμενα. Καθώς εκείνη έψαχνε τα υπόλοιπα ρούχα της εκείνος έστριψε με μαεστρία ένα σιρίτι που κρατούσε το πιό άχαρο ριντό της περιοχής και το μετέτρεψε σε μια δήθεν άθραυστη αλυσίδα.
 - Πρώτα θα σου περάσω αυτό στα χέρια. Είπε.
 - Μετά θα σε ντύσω. Εγώ θα σε ντύνω από εδώ και στο εξής.
    Εκείνη έριξε στο πλάϊ το κεφάλι και πήρε μια στάση Παναγιάς. Της άρεζε πάντα τούτος ο παραλληρισμός, όχι εξαιτίας της αθωότητας που υπενίσσονταν αλλά εξαιτίας του ντόρου που πίστευε ότι θα προκαλέσει στον κόσμο ο ένας ο γιός της.
      Εκείνος δεν είχε ιδέα για τούτες τις συνάψεις του μυαλού της, την παρατηρούσε έτσι γυμνή με τα δεσμά της και φοβήθηκε μην του κρυώσει. Πήρε λοιπόν τα ρούχα της και έπιασε να τα φιλάει και μετά να της τα φοράει. Πρώτα της έβαλε το φανελλάκι , εκείνη δε φορούσε ποτέ στηθόδεσμο, είχε απαλλαγεί κατά προτεραιότητα από τα πιό αθώα δεσμά της. Του ζήτησε να της βγάλει την αλυσίδα των καρπών της καθώς την εμπόδιζε να ντυθεί. Εκείνος της είπε....
      - Τούτα τα δεσμά στους καρπούς σου είναι ιδιαίτερα, δεν σου απαγορεύουν να ανοίξεις τα χέρια.
      Εκείνη κατάλαβε αμέσως τι εννοούσε. Ίσιωσε το ρούχο στο κορμί της.
      Εκείνος έκανε δυό βήματα πίσω και την άφησε εκεί, σε απροστάτευτη θέα, βορρά στα μάτια του για λίγα δεύτερα μόνο με το φανελλάκι της. Ένα απλό λευκό αντρικό φανελλάκι Μινέρβα. Στο λευκό βαμβακερό διαγράφονταν ερεθισμένες οι  επιθυμίες της. Ήθελε να είναι αθώα σαν βαμβακερό λευκό και διεστραμένη σα τιράντα. Αυτό δεν μπορούσε ποτέ να το καταλάβει κανείς, αυτό, ότι μια γυναίκα θέλει, στα πέρατα της διαστροφικής της συμπεριφοράς να έχει έναν μανδύα αθωότητας. Θέλει να επιστρέφει στο σπίτι και να πλαγιάζει δίπλα στα παιδιά της απόλυτα σίγουρη. Απόλυτα σίγουρη ότι έκανε τα πάντα για να τους παρέχει μια συναισθηματικά και διανοητικά ισορροπημένη μητέρα. Μια ερωτευμένη γυναίκα δεν είναι ελεύθερη.
      Εκείνος πήρε τώρα στα χέρια του το σλιπάκι της. Το κρατούσε σαν να προσπαθεί να μη χαλάσει το κολλάρισμα από ένα σεμέν, το κρατούσε έτσι ώστε πάνω του να μην αφήνει διανοητικά αποτυπώματα. Δεν τον ένοιαζαν ποτέ τα γυναικεία εσώρουχα. Είχε εμμονή με τα γυναικεία εσώψυχα. Βεβαιώθηκε ότι εκείνη τον κοίταζε στα μάτια, είδε τις σκούρες κόρες των δικών του να βάφουν το θόλο των ματιών της και ακριβώς τη στιγμή που εκείνη πήγε να ανοιγοκλείσει τα βλέφαρα αυτός με μια κίνηση βίαια και σίγουρη, σα χρόνια προβαρισμένη, έσκισε το μικρό ρούχο σε δυό λωρίδες.
    Αστραπιαία τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. Έξαψη διαγράφηκε αμήχανα στα χείλη της που μισάνοιξαν χωρίς να έχουν πρόθεση να ψελίσουν λόγους. Το μυαλό της τώρα κουδούνιζε εμβατήρια πολεμικά, τα κρατούσε μέσα της αβέβαιη για την έκβαση. Δεν ήθελε να προκαταβάλλει τίποτε.Αισθανόταν δεσμώτης σε καλά χέρια. Τούτη τη φορά. 
    Η δική του σκέψη ήταν δυό τέρμινα μετά. Έφερε ένα γύρω και την πλησίασε από την πλάτη της. Μόλις βεβαιώθηκε ότι δεν τον παρακολουθεί της ζήτησε να κλείσει απαλά τα μάτια. Ύστερα ακούμπησε τα χέρια του στις γάμπες της. Τράβηξε ένα ένα τα πράσινα, προς το λαχανί παπούτσια και άφησε τις πατούσες της ελεύθερες.
    Εκείνη αισθάνθηκε όλη την ελευθερία που αισθάνεσαι όταν ξεντύνεσαι από μια ημέρα στο κέντρο της πόλης. Δεν ήξερε ποιά θα είναι η τύχη της. Για πρώτη φορά όμως έκανε μια απόπειρα να την πάρει στα χέρια της. Έσκυψε στο κρεβάτι και τον άφησε να εξαυλωθεί από τη θέα της γυναικείας της μορφολογίας. Άνοιξε απαλά τα πόδια της και χαμήλωσε τη μέση της μέχρι που βεβαιώθηκε ότι οι γλουτοί της και το αιδείο της ήταν εξίσου διαθέσιμα στα σκούρα του μάτια. Έμεινε έτσι για λίγα δεύτερα και ένοιωσε την ανάσα του να πλησιάζει. Έτρεμε κάτι μέσα στο στήθος της, εκείνο το φτερούγισμα κοκτέϊλ φόβου και έξαψης.
   Εκείνος τότε την φίλησε τόσο απαλά, σαν να φιλάει συντετριμένος ένα εικόνισμα μετά από τη στερνή προσευχή. Τα χείλη του άγγιξαν τόσο ανεπαίσθητα τα χείλη της, εκείνα τα χείλη της ηδονής ανάμεσα στα πόδια της, τα χείλη του μουνιού της, που το ερέθισμα πέρασε σαν νερό που κυλάει από τη ραχοκοκαλιά εκατοστό εκατοστό και φτάνει πίσω στον αυχένα πασχίζοντας να στείλει στο μυαλό μια στάλα δροσιάς. Μια στάλα κάψας κύλησε από τη σχισμή της στο στόμα του. Την γεύτηκε. Ξάπλωσε στο πάτωμα και άρχισε να συσπάται όλο το κορμί του. Κι έτσι ανάσκελα, ντυμένος και εκτεθειμένος μαζί γέμισε καυτό σπέρμα το παντελόνι του μέχρι που μύρισε γύρω ηδονή.
   Eκείνε τράβηξε με ήρεμο σίγουρο τρόπο την υφασμάτινη αλυσίδα από τους καρπούς της και την πέρασε στο λαιμό της σα περιδέραιο, γύρισε και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη, σήκωσε τα χέρια σαν δέηση στο Θεό της και τα καμάρωσε χωρίς δεσμά. Ήταν όμορφη. Κανείς δε θα την έβλεπε ποτέ τόσο όμορφη, όσο τα μάτια της εκείνη τη στιγμή σε εκίνον τον παλαιωμένο καθρέφτη του δωματίου με τις φωτεινές γωνιές.
    Μια ερωτευμένη γυναίκα σπάνια καταφέρνει να σπάσει το κάδρο που της έχουν περίτεχνα κατασκευάσει όλοι οι προηγούμενοι, ενίοτε συμπεριλαμβανομένων και εραστών. Μια ερωτευμένη γυναίκα προσεύχεται να καταφέρει να σπάσει τα δεσμά της. Εκείνη τώρα είχε αυτή την υπέροχα δυνατή ψευδαίσθηση. Γύρισε και κοίταξε τις πατούσες της χωρίς τα πράσινα, προς το λαχανί παπούτσια. Και άφησε τον εαυτό της να λυθεί σε ένα γοερό λυτρωτικό ζεστό σα μητρικό γάλα κλάμα.
   
      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;