Κυριακή, Φεβρουαρίου 10

μπορώ να έχω λίγο, χύμα ;

Άκου...τώρα να με αγγίξεις, χωρίς να με λιώσεις , να μπορέσω να πάρω από το άγγιγμά σου όσο ποθώ, γιατί ποθώ, αυτό να λέγεται. Να πάρω όσο χρειάζομαι ,να με κρατήσει στη ζωή, μετά πάλι να το πεθυμήσω και δε θα αργήσω να σου ξαναζητήσω, αν με καταλαβαίνεις... Να με ιδρώσεις, χωρίς να με αφυδατώσεις, να καταφέρω να ξοδέψω όλες τις θερμίδες του έρωτά μου και πάλι να αποτραβηχτώ να θερμιδογεννήσω, για σένα θα είναι πάλι, αν με καταλαβαίνεις...πως έγινες έτσι ; Μια Λάμια ; Μια παχύσαρκη των αισθημάτων ; 
Μια τόσο ανασφαλής και τόσο κατηγορηματική στο ίδιο σώμα ;
hypermarket του έρωτα, γαμώτο, γαμώτο, γαμώτο.
Αφού πάντα μικρομάγαζα είμασταν. Γιατί καταργήσαμε, πέσμου, το χύμα ; Τι μας ενοχλούσε, ήθελε τόση φροντίδα ; Και πιάσαμε και κάναμε συσκευασίες να στέκονται στα ράφια και να μην εξέχουν. Όλες. Οι ανάγκες και οι επιδιώξεις συσκευασίες, οι επιβεβαιώσεις και οι ανασφάλειες συσκευασίες. Δωδεκάδες, σφραγισμένες, ανοίγεις, καταναλώνεις με βουλιμία, πετάς να μη μυρίσουν και τούμπαλλιν. Τι ολέθριος ο συναισθηματικός υπερκαταναλωτισμός. Πως γίνεται και τα μικραίνει όλα; Και τις χαρές, και τις λύπες.
Ίδιες. Όλες . Τετράγωνες. Όλες. Ψηλές. Όλες. Ρηχές. Και όλες χωρίς ψεγάδι ! 
Γυαλιστερές και με εντυπωσιακή ονομασία... αντί φιλί , έκρηξη... αντί δάκρυ, τσουνάμι, αντί ρίγος, σεισμός, αντί ματιά, πανδαισία
Και τώρα, όταν θέλω να σου δώσω μισό φιλί, ένα τέταρτο από δάκρυ μια ματιά και ένα άγγιγμα για καλημέρα, νιώθω ότι έχω τόσο ταπεινά κι ανάξια να σου δώσω, που σκέφτομαι να τα φυλάξω, να γεμίσω μια συσκευασία, για την ημέρα που δε θάρθει.
ΠΟΤΕ...
Θέλω να σε πενθήσω αλλά κάπως αλλιώς, ας μην ταιριάξει το πένθος μου στα πρότυπα. Να σε πενθήσω ίσα με εφτάμισυ συσκευασίες και είκοσι γραμμάρια .Να σε χάσω και να χαλάσω τον κόσμο, να μη χωράνε οι κραυγές μου σε tweet αλλά δε χάθηκε ο ντουνιάς, αν επιμένεις μπορώ να σε πενθώ κιλό κιλό...αν με καταλαβαίνεις. Θέλω να σε γλεντήσω, αλλιώς, όχι ίδια με τον προηγούμενο, που σε γλέντησε εννοώ, με ευπρεπή τρόπο, οκά οκά, θέλω να ανοίξω το καπάκι σου μια μέρα και να τρώω τα μπισκότα σου έξι έξι, να σκάσω από το φαί σου, αν με καταλαβαίνεις. Θέλω να σε παρασύρω να σπάσεις τις συσκευασίες σου και να τις ρίξεις χύμα στο βάζο , να βάλουμε τα βάζα πάνω σε ένα ταπί, στα χόρτα που μυρίζουν ασυσκεύαστη δροσιά, να ανοίξουμε τα στρόγγυλλα και μαγκωμένα τους καπάκια, με προσπάθεια που θα χρειάζεται μια επαρκή ποσότητα προσδοκίας και με δύναμη που θα προϋποθέσει μια επαρκή ποσότητα πείνας και αφού μυρίσουμε τις θύμησες που θα αναπέμψουν να δοκιμάσουμε με δάχτυλο τραχύ και θράσσος τις ουσίες. 
Κι ύστερα να βιδώσουμε πάλι εκείνα τα καπάκια με δύναμη. 
Ίσως να μην τα φτάσουμε ποτές μέχρι τον πάτο.
Ίσως τα τελευταίο δάχτυλο κάτου κάτου να γίνει ανάξιο του ονείρου.
Αλλά θα έχουμε φάει τόσες φορές, ακριβώς όσο χρειάζονταν η ψυχή μας, ούτε λίγο ούτε πολύ αν με καταλαβαίνεις.
Όσο θέμε αγάπη μου, όσο θέμε.
Και τι θα έχει γίνει.... θα το δεις, χωρίς καλά καλά να καταλάβουμε....
Θα χουμε ζήσει χύμα !
Θα 'χουμε ζήσει χύμα μωρό μου. 
Λίγο είναι ;


2 σχόλια:

  1. Γεύση μπακάλικου γειτονιάς, το γλυκό στο πάνω ράφι, μαγκωμένα καπάκια, η προσδοκία που γλυκαίνει πιότερο από τη χόρταση. Όταν το "χύμα" χύνεται, παρασέρνει τη συσκευασία, το μισό δάκρυ συγκινεί, ο λυγμός αγριεύει...
    Καλώς ήρθες, μας έλειψες...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Συμπυκνωμένο, παθιασμένο, με μια ακατέργαστη ειλικρίνεια και βάθος Περικλή! Εξυπνος συσχετισμός συναισθηματικού και προιοντικού χύμα! Αυτο που έχω να πω: γράψε !!!! Το κατά δικό σου βιβλίο. Και να καταθέσω άποψη για το περιεχόμενο του κειμένου σου; Πονάει το χύμα και δεν υπάρχει γιατρικό. Ειναι καιρός για επιβάρυνση; Κατα τα αλλα θα το ήθελα πολύ να αγοράζω και να πουλάς χύμα και ας μου κόστιζε ακριβά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

εντυπώσεις ;