Παρασκευή, Ιουλίου 11

ναι αδερφέ, γαμιέται ...

       
           Αρετσού. Δειλινό. Ένας απέραντος ουρανός έργο Ντελακρουά με  δανεική την παλέτα του Ρέμπραντ και στο βάθος , άλλη μια γη των ονείρων μας. Μαύρα περιγράματα από ιδανικά δέντρα. Σιγή. Τζιτζίκι κάθεται για λίγο κοντά. Μετά πάλι ησυχία... Ήχος τράτας που επιστρέφει, ο ήχος της τράτας ευχαριστημένων από το μεροκάματο ανθρώπων. Οι γεμάτες τράτες ηχούν πιό μελωδικά, έλεγε ο ψαροΗλίας στην Ποτίδαια. Σούσουρα από κουτσομπόλικα χελιδόνια που τα μαζεύουν για ύπνο. Στο έδαφος μια ατελείωτη μετανάστευση τερμιτών. Σπλάχνα της γης, τα ίδια για εκείνους και εμένα, αναπνέουν ζέστη και πόθο για γαλήνη. Η νύχτα έρχεται με αυτοπεποίθηση.
    Μαγεία χώνεται μέσα μου από όλες τις μεριές. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη. Τα μάτια μου δακρύζουν  από τον μπάτη και από τις θύμισες. Το παγκάκι κάτω από τα σκέλια μου έχει να πει. Δικά μου κι αλλονώνε κατορθώματα, καρδιές Νικόλες και Ελένες χαραγμένες με σουγιάδες, μαύρα στίγματα από ξεχασμένες κάφτρες, σπίρτα σβησμένα κάτω από κορμιά αναμμένα, διψασμένο ξύλο γεμάτο χαρακιές, ανάγκη για τσιγάρο.
    Στρίβω χαρτάκι. Τα δάχτυλα σταθερά. Τα μάτια στον ορίζοντα. Μετρώ τη ρότα της τράτας με το αχνό στίγμα που πλαταίνει πίσω της, γραμμές στο νερό, παράλογες αποχρώσεις του γκρί με αστραφτελιές χρυσίζουσες πυγολαμπίδες. Είμαι σε ένα παράλληλο σύμπαν. Ανάβω. Τραβάω μια ρουφηξιά μέχρι να τσούξει το μέσα μου. Κλείνω τα μάτια. Για μια στιγμή βλέπω τη νεράϊδά μου να κολυμπάει γυμνή στο ρουμπινί νερό. Μετά θαρρώ πως ακούω τον παφλασμό από τα μακριά πόδια της που αναδύονται και καταδύονται σαν τη μαγεία που νιώθω φορές φορές για τούτη εδώ την παραλία.
    Ένας ήχος ξεκινάει από μακριά. Κι εγώ ανύποπτος είμαι όλος αυτιά. Πως να μην είμαι ; Ένας ήχος διασχίζει τώρα για μένα το σύμπαν, βαίνει αυξανόμενος, διασχίζει τις λίγες εκατοντάδες μέτρα και ορμάει μέσα στο κεφάλι μου σαν αντάρτης που αιμοραγεί :
    - Κεράσια από τη Βέροια, πατάτες, ροδάκινα, δύο κιλά τέσσερα ευρώ, καρπούζια με το μαχαίρι, όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω. Ο Βίκτωρας, το καλό παιδί. Πάρε κυρία...
    Ένας δεύτερος ήχος καταφθάνει, σα να μπαίνει κι άλλος αντάρτης, νύχτα στο σπίτι από το πίσω παράθυρο, εκείνο που από κάτω κοιμάται το μωρό :
    -  Αλομίνια, κάσες, αυτοκίνητα, πλεντήρια, κουζίνες χαλασμένες μαζεύω, ομορφίνω το περιβάλλον, αυτοκίνητα παλιά και καινούργια, μηχανήματα, υπόγεια καθαρίζω...
    Ένας τρίτος ήχος, ένα παρατεταμένο κορνάρισμα, μπουκάρει σα σειρήνα που αναγγέλει βομβαρδισμό. Λυσσασμένο κλάξον με έναν ελαφρό βήχα από τη δυσφορία, κάθε τι που είναι φτιαγμένο για διαφορετική χρήση, αρνείται τον βιασμό.
   -  Τιριταρα, τιριταρα, τιριτάρα, τιριτάρα.
   Ένας τέταρτος ήχος, πιό άμεσος, τραχιά φωνή που απευθύνεται κατά πάνω μου, ρωτάει:
   - Αδερφέ ;  ένα τουότα δεύτερη σειρά εσύ 'σαι ;
    Κάνω νεύμα προς τα πάνω.... αρνητικό.
   - Γαμιέται όμως ... μου κάνει αόριστα.
    Κάνω νεύμα θετικό, προς τα κάτω.  Οι τερμίτες τρέχουν να κρυφτούν.Πατάω το τσιγάρο κάτω να θαφτεί.
    - Ναι αδερφέ, γαμιέται...
   

1 σχόλιο:

  1. Χρώματα, ζωή, στιγμές, ρέζους αρνητικόν. Παλέτα συγγραφική δια χειρός Περικλή. Και το "γαμώτο" τη χάρη του έχει. Ζωή είναι. Μου άρεσε η πτώση, από τα χρώματα στην σκληρή άσφαλτο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

εντυπώσεις ;