Κυριακή, Οκτωβρίου 29

η αναμαλιασμένη γιαγιά ( μονόλογος )



( Μισοκάθεται στην άκρη της πολυθρόνας εμπρός στο καθρέφτη που έχει γεμίσει σημάδια του καιρού )
  -  Ιδού η Ελίζα, κυρίες και κύριοι. Μια ξεπατωμένη λολή γιαγιά που θα σας φορέσει τα γυαλιά. Δεν είμαι «τρόφιμος» του λόγου μου, θα το δείτε, δε μπαίνω σε σειρά, τα φώτα μου δε κλείνουνε στο ακριβώς. Kλείνουνε και δέκα, και εικοσιτρία, μη σας πω και παρά πέντε…     

    ( Κοιτάζει μοχθηρά τον νέο κανονισμό για τρόφιμους του γηροκομείου… τον τρίτο που της άφηναν στο δωμάτιο, οι πρώτοι δυό είχανε εξαφανιστεί, στο δωμάτιο της καινούργιας τρελόγριας οι κανονισμοί εξαφανίζονται και μετά εκείνη διαμαρτύρεται ότι τους ξαφρίζουν… )

   - Η Ελίζα κυρίες και κύριοι, (κοιτάζεται στον καθρέφτη ), είναι κι από μέσα όπως είναι από έξω. Παραφουσκωμένα τα μαγουλάκια, παραφουσκωμένες και οι φαντασιώσεις της, κόκκινο του άγουρου κερασιού το κραγιόνι της, κόκκινο του άγουρου και η περδικούλα της, που το λέει… Ατημέλητα τα ξασμένα αγριωπά μαλλιά της, μαλλιά μιας ευχαριστημένης τρελής που τα επέλεξε μια δοκιμασμένη λογικιά επειδή της ταιριάζουν. Οι πλάτες της ; Σκληρές κι από έξω, σκληρές κι από μέσα σαν κεραμικά ψημένα στους 1000, η Ελίζα αγάπες μου δεν πονάει απ’ έξω όταν δε πονάει από μέσα . 
      ( Καθαρίζει με βάναυσες κινήσεις την μουτζουρωμένη μύτη της από το ρουζ με ένα κομμάτι βαμβάκι ντεμακιγιάζ )
    - Η Ελίζα κυρίες και κύριοι... Μάτια που θα θα σας τρυπάνε, όταν κι αν έχετε κάτιτις να πείτε... , ματόκλαδα με ροζ σκιές, ματοτσίνορα πάντοτε ανασηκωμένα, κι άλλα πράματα πάντοτε ανασηκωμένα, θου Κύριε φυλακί το στόματί μου.  
     ( Πιάνει ένα άλλο βαμβάκι και τα μάτια της πέφτουνε στα χέρια της )
    - Τα νύχια της Ελίζας, δε θα γίνουνε ποτές περιποιημένα νυχάκια, δε θα τη δείτε να τα φτιάχνει με τις ώρες αγάπες μου, γιατί η Ελίζα τα χέρια τα είχε πάντα για να πιάνει γερά τα πράματα, και τότες και τώρα, και την κότα, και τον άντρα και το απ’ αυτό του άντρα, το ακατανόμαστο θού Κύριε. Με τα χέρια της υποδέχτηκε την κόρη της , με τα χέρια της την έστειλε πίσω…Η Ελίζα δεν έγινε κατά τύχη γλύπτρια, μια η Ελίζα και μια η chryssa # οι δυο τρελόγριες, που έπιαναν από μικρές με τα χέρια εκείνα που τα κοριτσάκια δεν είναι πρέπον να πιάνουν, πέστε εσείς τις σαλαμ ΑΝΤΡΕΣ.

   ( Τα μάτια της περνάνε από το κόκκινο κραγιόνι στη κομόντα, σε μια ασημένια κορνίζα: Προφίλ η κόρη της που την πήρε η αρρώστια, κρύο πράμα να αποχαιρετάει μια μάνα το σπλάχνο, ας όψεται η επάρατος, αυτή η καργιόλα που ποτές δε κράτησε τάξη σειρά και ιεραρχίες… )

   - Θα έλθεις τώρα εσύ, τσιτσί ποπό, η νέα διευθύντρια συνάμενη κουνάμενη να μας πεις να τηρούνται οι ιεραρχίες, θα πει το μωρό στην Ελίζα να τηρούνται οι ιεραρχίες… θα σου πω εγώ που να τις βάλεις τις ιεραρχίες…θου Κύριε, πολύ σε απασχολώ σήμερα...

    ( Βλέπει το ρολόϊ, βγάζει την ροδακινί ρόμπα, χώνει τις ομορφιές και τις ραγάδες της στα κρύα σεντόνια, ανατριχιάζει όπως τότε που της έχωναν ένα κρύο χέρι στη κυλότα, τω καιρω Εκείνω… Πριν κλείσει το φως, στο παρα πέντε, στο παρά πέντε η Ελίζα προκάνει να δει τρία αντικείμενα που της ανάβουν τα αίματα… Τα χάπια στο τραπεζάκι, τις εξετάσεις στο ντουβάρι και στη γωνιά, στο πάτωμα μια πάπια. )
   - Καληνύχτα αγαπούλες μου.  Κοιμηθείτε βαθειά. Αύριο θα πέσει ένα βοτσαλάκι στη λίμνη σας, απ' εκείνα που δε σταματούν να χοροπηδούν...
    ( Το σβήνει )  

  

 # Αναφορά στη ζωγράφο & γλύπτρια Χρύσα ( CHRYSSA ) που άφησε την Ελλάδα κι έκανε καριέρα από το ’57 και έπειτα στην Αμερική https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A7%CF%81%CF%8D%CF%83%CE%B1_(%CE%B3%CE%BB%CF%8D%CF%80%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;