Σάββατο, Αυγούστου 26

δε θέλει τρόπο, θέλει κόπο


   Η ταχύτητα έφερε την βιασύνη, η βιασύνη την τραχύτητα, η τραχύτητα έφερε τη χυδαιότητα και η χυδαιότητα τον αποτροπιασμό και την (απο)μόνωση. Αν είναι να θυμίζει κρεοπωλείο ο έρωτας, ας μένει. Δυστυχώς το μότο των καιρών ότι «δε θέλει κόπο αλλά τρόπο» μεταδόθηκε σαν ιός, από τα τεχνοκρατικά ζητήματα σε όλες μας τις εκφάνσεις. Στον τρόπο που εκδηλώνουμε το ενδιαφέρον μας προς το αντίθετο φύλλο, στον τρόπο που προσεγγίζουμε την τέχνη, στον τρόπο που προετοιμάζουμε το δείπνο μας, στον τρόπο που καταναλώνουμε ένα παλιό κρασί.
   Μετά πέφτουμε απ’ τα σύννεφα γιατί δεν κάνουν παραδοσιακό νταλαβέρι τα νέα παιδιά... Επειδή, πως να το πω, θέλει κόπο. Τίποτε που να απαιτεί κόπο δεν φαντάζει
δελεαστικό σήμερα, ούτε για τα νέα παιδιά ούτε για τα "κάπως μεγαλύτερα". 

   Η επιτυχία μετριέται με αριθμητή το μέγεθος και παρανομαστή το χρόνο.

   Μια σπουδαία γυναίκα, όπως κι αν αντιλαμβάνεται κανείς την σπουδαιότητα ενός ιδιαίτερου θηλυκού, θέλει αφοσίωση για να την αλώσεις και μικρές μπουκιές όταν ευλογηθείς να την καταναλώσεις. Δεν είναι μεζεδάκι της μπουκιάς.
    Το ίδιο, υποψιάζομαι ότι ισχύει και για άλλους στόχους θηλυκού γένους, όπως η φήμη, η καταξίωση, η ευτυχία, η ευρωστία, η υγεία και η κουλτούρα, σε εντελώς τυχαία σειρά…
   -Ξέρεις την στάση κεμπάπ ; με ρωτάει γελώντας ένας πλακατζής… -Της λες σκύψε, και ΜΠΑΑΑΑΠ.

    Προσπαθώ να θυμηθώ πως ξεκίνησαν όλα, γι αυτό έψαξα και παραθέτω το νεανικό μπανιστήρι, εχμ συγγνώμη, την λαθρεπόπτευσιν του μεγάλου δάσκαλου, μη νομίσουν μερικοί ότι οι παλιές γενιές ήταν χαζές κι αθώες...   Δεν ήταν αθώες, αντιθέτως, έδιναν μεγάλη σημασία στη διαδικασία, την τεχνογνωσία της πονηριάς !  
    Ιδού : 


  "  Δέν πρχεν λλη αἵρεσις, εμή νά περιμένω. Θά κράτουν τήν ναπνοήν μου. κόρη κείνη δέν θά πώπτευε τήν παρουσίαν μου. Ἄλλως μην ν συνειδήσει θος. ντοσούτ σον θος καί ν μην, περιέργεια δέν μο λειπε. Καί νερριχήθην πάλιν σιγά-σιγά πρός τά πάνω καί ες τήν κορυφήν το βράχου, καλυπτόμενος πισθεν τν θάμνων· κυψα νά δω τήν κολυμβσαν νεάνιδα. τον πόλαυσις, νειρον, θαμα. Εχεν πομακρυνθ ς πέντε ργυιάς πό τό ντρον, καί πλεε, κ' βλεπε τώρα πρός νατολάς, στρέφουσα τά ντα πρός τό μέρος μου. βλεπα τήν μαυράν καί μως χρυσίζουσαν μυδρς κόμην της, τόν τράχηλόν της τόν εγραμμον, τάς λευκάς ς γάλα μοπλάτας, τούς βραχίονας τούς τορνευτούς,λα συγχεόμενα, μελιχρά καί νειρώδη ες τό φέγγος τς σελήνης. Διέβλεπα τήν σφύν της τήν ελύγιστον, τά σχία της, τάς κνήμας, τούς πόδας της, μεταξύ σκις καί φωτός, βαπτιζόμενα ες τό κμα. μάντευα τό στέρνον της, τούς κόλπουςτης, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχομένους λας τς αρας τάς ριπάς καί τς θαλάσσης τό θεον ρωμα. τον πνοή, νδαλμα φάνταστον, νειρον πιπλέον ες τό κμα· το νηρηίς, νύμφη, σειρήν, πλέουσα, ς πλέει νας μαγική, νας τν νείρων... Οτε μο λθε τότε δέα τι, ν πάτουν πάνω ες τόν βράχον, ρθιος κυρτός, μέ σκοπόν νά φύγω, τον σχεδόν βέβαιον, τι νέα δέν θά μ' βλεπε, καί θά μποροσα ν' ποχωρήσω ν τάξει. κείνη βλεπε πρός νατολάς, γώ ερισκόμην πρός δυσμάς πισθέν της. Οτε σκιά μου δέν θά τήν τάραττεν. Ατη, πειδή σελήνη τον ες τ' νατολικά, θά πιπτε πρός τό δυτικόν μέρος, πισθεν το βράχου μου, κ' ντεθεν το ντρου. Εχα μείνει χάσκων, ν κστάσει, καί δέν σκεπτόμην πλέον τά πίγεια.
     Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;