Δευτέρα, Φεβρουαρίου 17

Εσύ πως τα κατάφερες και ποτέ δε κλαις ;



 Γιατί μας φέρνει δάκρυα η ομορφιά ;

      Γιατί ποτέ ένα συναίσθημα δε βιώνεται αυτούσιο, χωρίς την απειλή του τέλους, της απώλειας, της φθοράς. ( 2014, Μανταλίνα Ψωμά, 46 , ελληνίδα ζωγράφος, Βερολίνο ) .

     Γιατί μας φέρνει δάκρυα η ομορφιά ; Γιατί μας φέρνει δάκρυα μια αγκαλιά ; Γιατί μας φέρνει δάκρυα μια συγγνώμη ; Γιατί ένα ολάνθιστο ευχαριστώ ; Τι είναι αυτό που σπάζουν ;  

     Τα κορυφαία μας συναισθήματα πάντα λανθάνουν.  Καμουφλαρισμένα για το φόβο της συνάντησης με τα ξένα μάτια, για το φόβο της κριτικής μιας αυθεντίας, καμουφλαρισμένα για να μην υποπέσουν στην αντίληψη της λογικής μας. Πάντως καμουφλαρισμένα.

     Ο μόνος που εκφράζει κατευθείαν τα κορυφαία του συναισθήματα είναι ένας μπέμπης. Ή ένας λεύτερος ενήλικος. Αλλά ας μη το παρατραβώ. Ας συμφωνήσουμε στον μπέμπη.

     Έτσι λοιπόν πορεύεται η καθημερινότητά μας, η αλληλεπίδρασή μας με αυτούς που  η συνάντησή μας θέλουμε να είναι ουσιαστική, η τριβή μας με αυτούς που συγκροτούν τις εγγύς μας συλλογικότητες, έτσι πορεύεται, ως ανάπηρη και άδικα υποβαθμισμένη. Είναι περίτεχνα στημένη η τεχνική της οχύρωσης. Την εκτελούμε ασυναίσθητα πλέον. Έτσι ;  

    Δεν δακρύζουμε εμπρός στους άλλους. Θαυμάζουμε πράγματα αγέρωχοι, χωρίς να επιτρέψουμε στο κέλυφός μας να υποχωρήσει, για να φανεί η θνητότητα, ο φόβος, η αγωνία, συναισθήματα τόσο αυτονόητα που θα μας έκαναν όλους μια αγκαλιά. Κέλυφος σωτήριο βγαλμένο μόλις από την κατάψυξη των αισθημάτων μας, θώρακας και ασπίδα μαζί για να περάσουν από πάνω μας οι καταστάσεις χωρίς να μας μετασχηματίσουν.  

    Ευλογώ αυτούς που κλαίνε. Ευλογώ και ζηλεύω. Δε τους το λέω ότι ζηλεύω, όμως !!! Τι ειρωνεία. Δε τους το λέω γιατί η έκφραση σε ζηλεύω εγείρει άμεση αντίδραση, έτσι ; Θα γυρίσουν και θα με ρωτήσουν : 
                 Εσύ πως τα κατάφερες και ποτέ δε κλαις ; 

Και ένα σχόλιο που το βρήκα συγκλονιστικά εύστοχο :
"μην κλαις, οι αντρες δεν κλαινε"
η μεγαλυτερη καταδικη του ανδρικου φυλου, ξεκιναει απο τα γενοφασκια του. Θα το ελεγες και γενοκτονια. Μην κλαις, μην θυμωνεις, μη γινεις θυμα, μη δειξεις αδυναμια, ετσι μονο θα επιβιωσεις. Κι ετσι σκοτωνεσαι μια και καλη.
Πρεπει να αγαπησεις παρα πολυ τον Ανδρα, για να μπορεσεις να διαρρηξεις αυτον το θωρακα της μαυρης διαπαιδαγωγησης:

"Τη σκέψη σας που νείρεται
πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας
σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές
σ’ ένα ντιβάνι λιγδιασμένο,
εγώ θα την τσιγκλάω
επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου.
Φαρμακερός κι αγροίκος πάντα
ως να χορτάσω χλευασμό.
Εγώ δεν έχω ουδέ μιαν άσπρη τρίχα στην ψυχή μου
κι ουδέ σταγόνα γεροντίστικης ευγένειας.
Με την τραχιά κραυγή μου κεραυνώνοντας τον κόσμο,
ωραίος τραβάω, τραβάω
εικοσιδυό χρονώ λεβέντης.
Εσείς οι αβροί!…
Επάνω στα βιολιά ξαπλώνετε τον έρωτα.
Επάνω στα ταμπούρλα ο άξεστος τον έρωτα ξαπλώνει.
Όμως εσείς,
θα το μπορούσατε ποτέ καθώς εγώ,
τον εαυτό σας να γυρίσετε τα μέσα του όξω,
έτσι που να γενείτε ολάκεροι ένα στόμα;
Ελάτε να σας δασκαλέψω,
εσάς τη μπατιστένια απ’ το σαλόνι,
εσάς την άψογο υπάλληλο της κοινωνίας των αγγέλων
κι εσάς που ξεφυλλίζετε ήρεμα-ήρεμα τα χείλη σας
σα μια μαγείρισσα που ξεφυλλίζει τις σελίδες του οδηγού μαγειρικής.
Θέλετε
θα ‘μαι ακέραιος, όλο κρέας λυσσασμένος
-κι αλλάζοντας απόχρωση σαν ουρανός-
θέλετε-
θα ‘μαι η άχραντη ευγένεια
-όχι άντρας πια, μα σύγνεφο με παντελόνια



(Από την ποιητική συλλογή "Σύννεφο με παντελόνια" του Vladimir Mayakovsky

1 σχόλιο:

  1. "μην κλαις, οι αντρες δεν κλαινε"
    η μεγαλυτερη καταδικη του ανδρικου φυλου, ξεκιναει απο τα γενοφασκια του. Θα το ελεγες και γενοκτονια. Μην κλαις, μην θυμωνεις, μη γινεις θυμα, μη δειξεις αδυναμια, ετσι μονο θα επιβιωσεις. Κι ετσι σκοτωνεσαι μια και καλη.
    Πρεπει να αγαπησεις παρα πολυ τον Ανδρα, για να μπορεσεις να διαρρηξεις αυτον το θωρακα της μαυρης διαπαιδαγωγησης:

    "Τη σκέψη σας που νείρεται
    πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας
    σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές
    σ’ ένα ντιβάνι λιγδιασμένο,
    εγώ θα την τσιγκλάω
    επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου.
    Φαρμακερός κι αγροίκος πάντα
    ως να χορτάσω χλευασμό.
    Εγώ δεν έχω ουδέ μιαν άσπρη τρίχα στην ψυχή μου
    κι ουδέ σταγόνα γεροντίστικης ευγένειας.
    Με την τραχιά κραυγή μου κεραυνώνοντας τον κόσμο,
    ωραίος τραβάω, τραβάω
    εικοσιδυό χρονώ λεβέντης.
    Εσείς οι αβροί!…
    Επάνω στα βιολιά ξαπλώνετε τον έρωτα.
    Επάνω στα ταμπούρλα ο άξεστος τον έρωτα ξαπλώνει.
    Όμως εσείς,
    θα το μπορούσατε ποτέ καθώς εγώ,
    τον εαυτό σας να γυρίσετε τα μέσα του όξω,
    έτσι που να γενείτε ολάκεροι ένα στόμα;
    Ελάτε να σας δασκαλέψω,
    εσάς τη μπατιστένια απ’ το σαλόνι,
    εσάς την άψογο υπάλληλο της κοινωνίας των αγγέλων
    κι εσάς που ξεφυλλίζετε ήρεμα-ήρεμα τα χείλη σας
    σα μια μαγείρισσα που ξεφυλλίζει τις σελίδες του οδηγού μαγειρικής.
    Θέλετε
    θα ‘μαι ακέραιος, όλο κρέας λυσσασμένος
    -κι αλλάζοντας απόχρωση σαν ουρανός-
    θέλετε-
    θα ‘μαι η άχραντη ευγένεια
    -όχι άντρας πια, μα σύγνεφο με παντελόνια



    (Από την ποιητική συλλογή "Σύννεφο με παντελόνια" του Vladimir Mayakovsky

    ΑπάντησηΔιαγραφή

εντυπώσεις ;