Δευτέρα, Ιουλίου 26

Μερικά τραίνα δεν πάνε πουθενά...




Μερικά τραίνα δεν πάνε πουθενά…

Κάθονται εκεί και περιμένουν. Πάνω σε ράγες που δεν τους προκαλούν κανένα ενδιαφέρον. Μερικά τραίνα έχουν απόλυτη επίγνωση του προορισμού. Έτσι νομίζουν. Έχουν φτάσει χωρίς αποτέλεσμα χιλιάδες φορές. Απομυθοποίησαν το ταξίδι. Και τώρα πιστεύουν ότι όλοι οι προορισμοί είναι σικέ.
Στις ράγες, μπροστά και πίσω τους υπάρχει μοναχά η προσπάθεια της φύσης να σβήσει την ιστορία. Τα σίδερα γίνονται καφέ σα και το χώμα καθώς γερνούν. Τα ξύλα από κάτω τους σκεβρώνουν και μαυρίζουνε και χώνονται στη γή. Φυτρώνουνε παρείσακτοι ανάμεσα στις πέτρες και όλοι, μα όλοι ένα γύρω πασχίζουν να ξεχάσουν ότι υπήρξε εποχή που ορέγονταν να φύγουνε για κάπου.
Περνούν μπουρίνια μερικές φορές και αέρηδες μεγάλοι. Τα δέντρα σκύβουν να γλυτώσουν και αν είσαι τραίνο ακλόνητο μπορεί να γελαστείς, απ’ την ταχύτητα που βλέπεις να πετούν φύλλα και αέρας προς τα πίσω. Μπορεί να γελαστείς ότι ξεκίνησες και πας, αν δε κοιτάξεις κάτου.
Μα η γης είναι το σημείο αναφοράς. Έτσι ήταν παλιά, έτσι είναι τώρα και έτσι θα’ ναι κι αύριο. Αν πατάς την ίδια γη, εκεί που βρέθηκες και σίγουρα θα καταλήξεις, κανένας άνεμος δε ξεγελά εν τέλει το μυαλό σου ότι φεύγεις.
Το καλό με αυτά τα τραίνα, τα κουφάρια, είναι ότι δεν ενοχλούν την μακαριότητα κανενός. Στην εξαιρετικά δυσάρεστη θέση να αποχαιρετήσεις κάποιον που φεύγει δε θα μπείς. Ούτε θα κάθεσαι ποτές να περιμένεις να ‘ρθουν. Είναι μεγάλη υπόθεση να μη πετάς τα χρόνια προσδοκώντας. Λένε..
Το κακό με αυτά τα τραίνα, τα κουφάρια, είναι ότι αν για κάποιο αστείο λόγο αποφασίσεις να τα κάμεις λίγο παραπέρα χάθηκες. Δεν το κουνάνε απ’ εκεί με τίποτε. Είναι γεμάτα με βαρίδια, βεβαιότητες που έχουνε συλλέξει από παλιά, γεμάτα με ιστορίες που έχουν ειπωθεί και έχουν ριζώσει. Φοβού τους προορισμούς και δώρα φέροντες.
Κάποιες φορές, οι άνθρωποι οι καινούργιοι προτιμούν να ξαναστρώσουν ράγες από δίπλα. Αφήνουν τα κουφάρια στη βολή τους και άλλα, νέα τραίνα προσκαλούν για να περάσουν.
Αμέσως, αμέσως τότε καταφθάνει η φήμη του ερχομού. Κατεβαίνουν μπάρες, σταματούν την κίνηση την άσκοπη και όλοι προσδοκούν σιγοβρίζοντας τη τύχη τους. Κανείς δεν αντέχει να βλέπει ακίνητος άλλους να περνούν. Μηχανεύεται τρόπους για να μην το υποστεί. Φυσάει καπνό τσιγάρου και δημιουργεί παραπέτασμα. Του κάκου. Το τέρας περνάει και σείεται η γης. Ποτές απαρατήρητο. Κι εσύ μακαρίζεις εκείνους που είναι μέσα. Γιατί έχουν προτεραιότητα τώρα αυτοί, εφόσον αποφάσισαν ταξίδι. Εκείνοι σε κοιτούν λυπημένοι. Πως γίνεται ; Αφού αυτοί φεύγουν ; Πως γίνεται να μη χαίρονται ούτε αυτοί ;
Γίνεται λένε, γίνεται. Πρέπει να είναι βαριά η απόφαση. Όταν φεύγεις κάτι αφήνεις πάντα πίσω. Οι βαλίτσες μικρές. Kαι οι αποσκευές μυριάδες…
Έτσι είναι η ζωή. Ανυπόφορα γλυκιά γι’ αυτούς που μένουν, γλυκύτατα ανυπόφορη γι’ αυτούς που φεύγουν. Και συ συνεχίζεις να γυρεύεις παγκάκι να κοντοσταθείς και να την απολαύσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;