Κυριακή, Δεκεμβρίου 13

Μείνε στη γλύκα των πραγμάτων...


Κοντεύει η παραμονή της πρωτοχρονιάς ! Κι εμείς πάντα δίνουμε βαρύτητα σ’ αυτό το βράδυ. Στις 12 παρά πέντε πάντα οπλίζουμε τη σκέψη μας με ένα απόσταγμα υποσχέσεων προς τον εαυτό μας και παραινέσεων προς το ημιθανές ηθικό μας. Το εμπλουτίζουμε σαν coctail με φυλλαράκια ανακληθέντων ονείρων και με ελίτσες καθυστερημένων επαναστάσεων. Θέλουμε να τα αναγγείλουμε εγκαίρως ως δέσμευση στο καθρέπτη. Εγκαίρως και δυνατά… Ma κάτι γίνεται μετά, ε;
Μετά, στις 12 παρά ένα, αποπροσανατολιζόμαστε από το χυμώδες ντεκολτέ της παρουσιάστριας καθώς, για κάποιο λόγο, αδυνατούμε να κλείσουμε έτος χωρίς την συνοδεία ενός τηλεοπτικού αχταρμά. Ακόμη και αν έχουμε την πιο ευλογημένα διαλεγμένη ομήγυρη στο σαλόνι μας, στις απόπειρες επικοινωνίας μας θα είναι τραμπουκιστί συνοδός το τάδε τσάνελ. 4, 3, 2, 1 και…
Πάει ο παλιός ο χρόνοοοοοοος, ας γιορτάσουμε παιδιάαααααάά, και του χωρισμού ο πόνος (λέμε τώρα) , ας κοιμάται στη καρδιάάάάά. Καλή χρονιά !!!
-Και του χρόνου, και του χρόνου.
-Κοίτα τι φοράει η καργιόλα η Πέγκυ, θεϊκό ;;;;;;
- Έλα μωρό να σε φιλήσω, άντε και…. Και.. ματς !
- Εσένα σε φίλησα ; Δε πειράζει σε ξαναφιλάω.
- Παιδιά, που έχει άλλη σαμπάνια ;
- Ωωωωωωωω, κομματάρα….Να χαρώ να χαρώ το μωρό !
…………………
Εκείνο το βράδυ, το ξέρουμε οτι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να συγκεντρωθούμε και να εκφωνήσουμε μια ευχή της προκοπής. Είναι τέτοιος ο υποβόσκων πανηγυρισμός που πάλι φέτος τη βγάλαμε καθαρή, τέτοια η άγρια χαρά που δεν υπάρχει λογαριασμός με περσινή ημερομηνία καρφιτσωμένος στην είσοδο, που ορμάμε στα λυτρωτικά ποτά σαν σκυλιά στο πιατάκι τους με τις κροκέτες. Πιέστε κουμπάκια, ξεχάστε, αποφύγετε τις βαθιές σκέψεις και ξεραθείτε στον ύπνο όσο πιο βαριά μπορείτε γιατί είναι κακό να σε βρεί η χρονιά σκεπτικό. Όλοι συντελούμε στην ελαφρότητα.
Και ύστερα, ο κόσμος διαλύεται, το τοπίο ησυχάζει.
Γίνεται η τελευταία προσπάθεια να μην αφήσουμε το σπίτι βομβαρδισμένο, υπάρχει ευεξία και κούραση, μια δοκιμασμένη συνταγή για να αποσυρθείς στην αγκαλιά του Μορφέα. Μόνο νωρίς το πρωϊ, μια διαίσθηση ότι κάτι αφήσαμε ημιτελές μας σκουντάει από τον υπέροχο χαλαρωτικό χωρίς αντίστροφη μέτρηση ύπνο της νέας αργίας, μας τσιγκλάει με εικόνες ανάμεσα στο όνειρο και την αλήθεια και σιγοψιθυρίζει ανομολόγητα όνειρα που θα θέλαμε να ξημερώσουν και να δουν το φως…
Και τότε στριφογυρνάμε στο στρώμα μαζί με τις ευχές και τις μνήμες, σε ένα στρόβιλο μισό του κορμιού μισό του μυαλού, που και τα δυό υπαγορεύουν…


ΣΣΣσσστ.
Τι ωραία που στήσαμε τα ξύλα. Πούντα είναι. Τόσο καιρό είχα να δω τα χνώτα μου κάτασπρα. Γαμώτο είναι ώρα. Ανάψτε τη τη ρημάδα, παγώσαμε.. Αυτά τα κάτω δε θα πάρουν. Είναι υγρά. Τάκη πιάσε τα τσιγάρα μου. Ρε μαλάκα, αυτό είναι το νέκταρ που θα’φερνες ; Με ξύδια θα τη βγάλουμε πάλι μάγκες…
ΣΣΣΣΣσσσσσς….. χμμμ
Δε μου λες ; Τι θέλεις να σου πάρω ; Θέλω να σου κάνω ένα δώρο τώρα, καιρό ψήνομαι να σε ξαναδώ να ξετυλίγεις σαν παιδί τα χαρτιά ενός πακέτου. Έτσι, να ξεσκίζεις το περιτύλιγμα με ‘κείνο το χαμόγελο που δε χρειάζεται λέξεις, μόνο να κάθομαι απέναντι και να σε καμαρώνω αστέρι μου.
Μμμμμ.
Μη με κουνάτε απ’ εδώ. Παφλάζει η θάλασσα στο σκαρί από κάτω και μου βρέχει τα πόδια ο αφρός. Νικόλα πιάσε όση Ελλάδα μπορείς στις χούφτες σου. Θα τη χρειαστείς. Αγγελικούλα μου άπλωσε κάτω το κορμί σου, κλείσε τα μάτια και άκου. Άκου να σου μιλάει η σοφία της και η αιωνιότητά της, την ίδια θάλασσα διασχίσανε χιλιάδες, κι όλοι ανυπομονούσαν κάπου να φτάσουν κόρη μου. Είναι ωραίο να ανυπομονείς.
Έλα μμμμμμου, έλα
μωρό μου, κάτσε να σου λύσω τα μαλλιά να χυθούνε χάμω οι λυγμοί της γλύκας σου και να τρυγήσω ξανά το νόστιμο δέρμα της πλάτης σου…. Κάτσε να ταιριάξω τα πόδια μου ανάμεσα στα δικά σου, κοίτα με πόση αγάπη προσαρμόζεται το κορμί μου στο σχήμα σου σαν με καλείς, σα με θέλεις μέσα από τη ψυχή σου. Με ξανασχηματίζεις γυναίκα ολάκερη από κάποιον θεό απίστευτα δημιουργημένη, από σάρκα και φωτιά !
Ααααμαν ποιά. Κοντεύουμε ! Δυό στροφές ακόμα.
Αφήστε τώρα τα σχόλια. Εγώ αναλαμβάνω. Σήμερα είμαι ο οδηγός σας στη δική μας μικρή ζούγκλα. Μη γελάτε ρε Κρούσια ή Νεπάλ από πάνω στο Google earth τα ίδια φαινόντουσαν . Ποιος αποτιμάει ένα βουνό ; Ποιός συγκρίνει δρόμους από χώμα ; Υπάρχει περίπτωση να μην οδηγούν πουθενά ; Υπάρχει περίπτωση να τους χάραξαν άσκοπα ; Κάθε φορά γκρινιάζετε, ώσπου να ξεπροβάλλει από κάτω η λίμνη, η καταχνιά, η μυρωδιά του σάπιου χόρτου και ένα κόκκινο δέντρο μέσα στα κιτρινισμένα. Και τότε σωπαίνετε όλοι με κατάνυξη.
Γκκκκ….τι στο καλό ;
Παιδιά κάποιος να βοηθήσει. Το παιδί δεν τη βγάζει. Είναι δυό βδομάδες στα χαρτόνια. Ξύλιασε. Έχει να φάει από δε ξέρω πότε. Θα τον πάρεις εσύ μαλακά παραμέσα. Τηλεφωνήστε για ασθενοφόρο. Έλα παιδαρά να σε τραβήξω λίγο, σιγά. Τι θες εκτός από τσιγάρο ; Άσε τη μαγκιά. Τα σκάτωσες. Τώρα φάε αυτό κι όλα θα τα δούμε, ένα ένα. Φάε μη μου μείνεις από αδυναμία. Έχεις κάποιον κολλητό να τηλεφωνήσουμε ; Τι έχει το πόδι σου ; Ήρεμα, μάγκα μου, ήρεμα. Ήρεμα, είσαι σε καλά χέρια, είμαι γιατρός. Ήρεμα. Έτσι μπράβο…
Σσσσσς, έλα, σιγά σιγά, έλα έλα !
Σσσσσσσσσς… κοιμάται. Τώρα ξερογλύφεται. Λες να είναι κατουρημένη ; Κοίτα ; Δεν είναι λακάκι αυτό στο πηγούνι της ; Θα τη φάω ολόκληρη κανά βράδυ. Αυτή είναι η καλύτερή μου ώρα. Και σου μοιάζει ! Επίτηδες σε ξυπνάω πριν την ώρα σου, να έρχεσαι μαζί μου και να βλέπεις τι φτιάξαμε… Τι φτιάξαμε αγόρι μου…
Χρρρρρρ..
Μη με ξυπνάς. Πρώτη νύχτα κοιμάμαι τόσο αδιάκοπα, βαθειά, λυτρωτικά. Από τότε που γύρισες άρχισε να κλείνει η πληγή. Νόμισα πως δε θα τα καταφέρω. Ήταν ένα διαλυμένο κορμί από τη μέση και κάτω. Πονούσα σε κάθε ανάσα. Δεν είχα το κουράγιο να ξεκινήσω ξανά να συναρμολογούμαι. Τι καταστροφή. Και μπήκες, και με κοίταξες με εκείνα τα μάτια όλο πίστη. Μ’ ανέστησες. Μπορώ να περάσω κι αυτή και την επόμενη πρόκληση. Γιατί έχω να περιμένω κάτι γι’ αύριο. Άσε με τώρα. Να κοιμηθώ. Κάτσε εδώ να με κρατάς, από το χέρι.
ΣΣσσσσς….
Ξημερώνει. Το ευχόσουν να ξημερώσει απόψε; Είναι ωραίο να εύχεσαι να ξημερώσει για να προλάβεις να κάνεις πράγματα. Να προλάβεις να κάνεις ξανά, με την ίδια φλόγα, πράγματα κοινότυπα, που θα έλθουν και θα ξαναέλθουν, αύριο, φέτος, του χρόνου, του παραχρόνου, με την ίδια γλύκα που έχουν όταν τα ζεις. Όταν τα ζεις και δεν τα αποδιώχνεις. Υπαγορεύει η ψυχή μας…

Μείνε κοντά στην γλύκα των πραγμάτων και φέτος. Μείνε κοντά στη γλύκα. Και ψέλισσέ το στο καθρέφτη. Εκείνη την ώρα, στις δώδεκα, αυτή να είναι η ευχή. Τι λέτε ;

4 σχόλια:

  1. Πόσες αλήθειες χώρεσαν σε ένα μόνο κείμενο....Πόσες ευχές κρύβονται σε μια μόνο ευχή: ας μείνουμε στη γλύκα των πραγμάτων...Κι ας προσθέσουμε λίγη ακόμα ζάχαρη και μέλι-πάντα υπάρχει χώρος, όταν πρόκειται για πράγματα κι ανθρώπους που αγαπάς...

    Να'σαι καλά Περικλή, και να ακουστεί η ευχή σου παντού: πάνω από όλα στις καρδιές μας!
    Φιλικά,
    Αγγελική...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αλήθεια , χρειαζόμαστε τόσο μιά ένεση ηθικού που θα τη φέρει η θετική ματιά στα πράγματα... Είναι τόσο κρίμα οι Έλληνες να έχουν ξυνά μούτρα Βορειοευρωπαίων .
    Πολύ σ' ευχαριστώ για το σχόλιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Η ΓΛΥΚΑ ΠΑΝΤΟΥ ΝΑ ΜΑΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΣΣΕΙ ... ΣΤΗ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ , ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ ΜΑΣ , ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ, ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ. ΜΙΑ ΓΛΥΚΙΑ ΖΩΗ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ.
    ΜΑΚΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Mε άγγιξε η τόσο ρεαλιστική απόδοση του σκηνικού της Παραμονής Πρωτοχρονιάς. Πόσο εύκολα θυσιάζουμε την σπάνια ευκαιρία επαφής με τα δικά μας πρόσωπα, για να δούμε κάτι απρόσωπο ψυχρό και τόσο ίδιο στην TV. Κάνουμε σπίτια όμορφα και δεν τα χαιρόμαστε τέτοιες στιγμές με φίλους. Τα στολίζουμε και τελικά αποκαμωμένοι από την προετοιμασία και αγανακτισμένοι από τις δαπάνες, έχοντας στιβάξει στο πρόγραμμά μας επαφές με όλους όσους όλο τον υπόλοιπο χρόνο δεν βλέπουμε, "διεκπεραιώνουμε" τις γιορτές, υποσυνείδητα περιμένοντας να γυρίσουμε στην μοναξιά της καθημερινότητάς μας.
    Μαρία

    ΑπάντησηΔιαγραφή

εντυπώσεις ;