Τετάρτη, Οκτωβρίου 14

το σκαρί



     Είχε καλό τέλος ο Μήτρακας, ήταν τυχερό κουμάσι. Ένα απόγεμα πήγε ο γιός του να τον μαζέψει από τον καφενέ, ήτανε με το ουίσκι μισό και όλοι νόμιζαν ότι λαγοκοιμάται. Αυτός είχε κόψει εισιτήριο. Τον σκουντούσανε δέκα λεπτά, τόσο ήρεμος έδειχνε, λένε ότι δεν είχε χάσει το χρώμα στα μάγουλα. Και τι τσιμπημένα μάγουλα ήταν αυτά, τις έβαζε τις μικρούλες και τον τσιμπούσανε όλη την ώρα τάχατες να καταλάβει ότι ήταν όντως με τέτοιο γκομενάκι στα γόνατα, το ‘χε ο Μήτρακας, με το μουνί το ‘χε., Είχε πηδήξει τη μισή Θεσσαλονίκη. Μεταχειρισμένες δηλαδή, ως επί το πλείστον, αλλά αυτές δεν είναι που κρυφονειρεύονται οι θεοφοβούμενοι ; Αυτός δεν άφηνε ευκαιρία, άσε που έσπρωχνε χρήμα στη νύχτα, πολύ. Και πού περίσσευε τόσα για να σπρώχνει ; Με το γνωστό τρόπο της πιάτσας… κουκούλες ! Πλήρωνε μονάχα όταν ήτανε να σε χώσει βαθύτερα. Έδινε δέκα εκεί που χρώσταγε διακόσια.  Και αν άφησε κουκούλες, όπου πέρασε, κουκούλες γερές, όχι αστεία, μόνο στη λαχαναγορά για το κάτω μαγαζί είχε να πληρώνει ένα τρένο φράγκα. Εμένα στα γεννέθλιά μου με θυμούνται όλοι... καμάρωνε... κι εύχονται να μην αναχωρήσω.  Τον έδειραν μερικές φορές, άντεχε η πλάτη του, μετά όταν σταμάτησε να αντέχει έπιασε και τάισε τον Μήτσο το Μπαλντάκα και διαδώσανε ότι έγιναν κουμπάροι… Αυτό ήτανε… Ούτε τηλέφωνο δεν τον επήρανε από εκεί και πέρα.

  Τώρα εγώ όλα αυτά τα λέω γιατί το τέλος του ζηλεύω, έτσι θέλω να με πάρουνε από εδώ οι διαόλοι, να με αφήσουνε να παραγγείλω το τελευταίο ποτήρι και πριν λιώσει ο πάγος από το οινόπνεμα να έχω φύγει κουλαρεμένιος. Δεν είμαι εγώ για νοσοκομεία και σειρήνες, ούτε στου γείτονα την πεθερά δε μπορώ να τα βλέπω, όϊ στην πλάτη μου, άσε την περιουσία που θέλει μια αποκατάσταση που τάχατες δήθεν θα σε επιστρέψει πίσω, πούτσες, παρατηράω αυτούς που την σκαπουλάρουνε και καλά από το Χάρο με χίλια αργύρια σε φακέλους και κωλότσεπες των γλυκερών με τις λερωμένες άσπρες ρόμπες, και τι καταλαβαίνουνε ;  Περιφέρουν ένα κουφάρι κι όλοι τους λυπούνται και υπολογίζουνε πόσα ακόμη λεφτά μπορούν να τσακίσουν ίσα για να μη σηκωθούν να φύγουν στην ώρα που αποφάσισε το κισμέτ τους. Όχι ο Θεός. Το κισμέτ. Ο Θεός φτιάχνει. Δε χαλάει ο θεός. Φτιάχνει. Κι άμα το σκαρί το πας καλά, αντέχει. Άμα το γκρεμοτσακίζεις, καλύτερα να μη παρακαλάς μετά Θεούς και δαίμονες να σου χαρίσουν μέρες περιφερόμενη παρθένα στα αυτιά, αφού όση ζωή ήθελες γλέντησες και μέρα δε φύλαξες για τα περαιτέρω. Να φύγεις να πας εκεί… αλλού. Το κισμέτ. Το κισμέτ που μονάχος χάραξες να το ακούσεις. Ναι.

     Εγώ το σκαρί καλά το πήγα. Όχι, ντόμπρα λόγια τώρα. Έτσι ήταν το μυαλό μου από κατασκευή, πίστευα στην άρτια προετοιμασία του μέλλοντος χρόνου μου, κάλιο ωραία και καρτέρει παρά κάψε το τεφτέρι. Και ετοίμαζα, και ετοίμαζα, παρτίδες σκάκι ήτανε η ζωή μου όλη, να στρώνω τα ανοίγματα και να περιμένω να τη βρώ στα αδύναμα την μεγάλη καργιόλα, τη ζωή, να της κάνω το πρώτο ρουά, γιατί έτσι μου αξίζει. Το σκαρί μου και τα μάτια μου. Έτσι κατάντησα εδώ. Που εδώ ; Μη βιάζεσαι. Μη βιάζεσαι, ξέρω ότι έτσι τρέχεις μέρα νύχτα με ένα μυαλό κουδούνι από εισερχόμενα, αλλά τώρα κάθησες και πήρες στα χέρια σου βιβλίο. Ξέρεις τι είναι ένα βιβλίο ; Ένα μπουκάλι με ένα μήνυμα που έχει ταξιδέψει αφρόνερα μίλια και καραμίλια και μετά επέλεξε να ξεβραστεί στα πόδια σου. Και εσύ βιάζεσαι ;
    Στην αρχή …. Αλλά πότε είναι η αρχή τώρα για αυτά που έχουν κάποια σημασία, στην αρχή συμβαίνουν πράματα και θάματα που τα παίρνεις αψήφιστα. Έτσι και με μένανε.  Αψήφιστα έπαιρνα σαν ένα μικρό σφουγγάρι που λένε τους μικιούς οι ηλικιωμένοι, ρουφούσα το μάθημά μου χωρίς φιλτράρισμα. Ποιος έχει φίλτρα οχτώ χρονώ ; Μοναχά ο καμένος από τη μοίρα, ο Παλαιστίνιος, ο Σύριος, ο Ζαϊρινός ο πιτσιρικάς έχει φίλτρα, εμείς οι άβγαλτοι περνάμε μια παιδική ηλικία σκέτη καταστροφή. Ανύποπτοι σηκώνουμε τα φτερά για να δούμε πως δουλεύουν. . . Κι εγώ ανύποπτος. Κατηχητικά, πιγκ πόγκ, το καλοκαίρι κατασκήνωση της Μητροπόλεως, το Πάσχα νηστεία και εξομολόγηση, στις θείες σεβασμό και στη γιαγιά θελήματα,  πάνε να φέρεις το ταψί απ' τον φούρνο και μη χαζεύεις στο δρόμο, πρόσεχε... πρόσεχε... πολλά πρόσεχε... κι έγινα προσεχτικός ! Μεγάλη φάκα αυτή, να γίνεις προσεχτικός λέω... μεγάλη φάκα και θα δεις που οδηγεί μετά. Όλα με τη σειρά τους θα τα πούμε...

    συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;