Σάββατο, Οκτωβρίου 3

Στο παγκάκι μας, φιλιούνται άλλοι..

Πάει καιρός…


Πάει καιρός που φιλιόμασταν σε παγκάκια της Ελλάδας αγναντεύοντας μέσα στα μάτια Της δρόμους... Είχαμε απλώσει δίχτυα και κάθε λογής ευτυχόψαρα πέφτανε μέσα. Ωραία ήτανε γεμάτα τα δικά μας δίχτυα. Μα και των δίπλα… Το καλό με τα παγκάκια είναι ότι όταν τα φτιάχνουν επιμένουν να τα βάζουν πολλά στη σειρά. Τότε κανείς δεν ντρέπεται για τη χαρά του. Μεταλαμβάνουν όλοι μέσα από μια παλίρροια θετικής ενέργειας το μερτικό τους.
Θυμάστε ; Μια μεγάλη ποσότητα συλλογικής αισιοδοξίας είχε πέσει στον τόπο και ο κόσμος μάζευε. Μάζευε όπως μπορούσε. Στις χούφτες, σε γυρισμένους ποδόγυρους, σε ψάθινα καπέλα, σε τσέπες από σχολικές ποδιές, μάζευε, μάζευε μέχρι να σκάσει.
Ήτανε βλέπεις νωρίς, ακόμη.
Θυμάστε ; Θυμάστε ασφαλώς. Είχαμε μαζέψει αρκετή θετική ενέργεια για να φορτίσεις μια δεκαετία ονείρων. Μπορέσαμε..
Μετά ήρθαν οι βροχές. Έριξε πάνω μας ο Θεός χιλιάδες ριπές ζωογόνες και περίμενε να δεί τι θα φυτρώσει. Δεν είναι και πολύ εργατικός ο θεός μας. Άφησε λίγο τα πράγματα στη τύχη. Αλλά και πάλι, τον δικαιολογώ ! Αν είχε παρέμβει θα τον λέγαμε υπερπροστατευτικό. Τώρα που τα κάναμε θάλασσα αυτός φταίει;

Κάθομαι μόνος πια στο παγκάκι μας. Και δίπλα, παραπέρα κάθεται άλλος, πάλι μόνος. Και αν μπορεί πάει και δυό τρία παγκάκια παραπέρα ο επόμενος. Να μην αισθάνεται την αιδώ της αναγκαστικής συνύπαρξης. Το κόκκινο χρώμα στο ξύλο δεν είναι της συστολής είναι της απέχθειας.

Απλώσαμε γύρω ένα καταπληκτικό σε ομοιογένεια Περσικό χαλί με μοτίβα της θλίψης γεμάτο. Η νέα παλίρροια δεν είναι θαλασσί. Είναι χακί ματαιότητας και απαισιοδοξίας. Πως έτσι ;
Πως έγινε και χάσαμε το μίτο της χαράς ; Γιατί σέρνουμε τα πόδια μας προς τα σκολειά, προς τη δουλειά, προς την κάλπη ακόμη και προς τους αρραβώνες, ακόμη και προς τα πτυχία ακόμη και προς τις πολυαναμενόμενες διαφυγές μας ; Γιατί μας πιάνει δύσπνοια πάνω στα ελληνικά καραβάκια ; Εμάς ; Εμάς ;

Τώρα πρέπει αυτό να τελειώσει. Και θα τελειώσει γιατί ο κόσμος ξεπέρασε πολύ χειρότερες συγκυρίες απόγνωσης από αυτή την γιορτή της μικρότητας και της μιζέριας. Θα τελειώσει.

Την Κυριακή αυτή ας πιούμε τον καφέ μας ελληνικό. Ούτε γλυκό ούτε πικρό. Έναν διπλό μέτριο της επίγνωσης των δυνα- τοτήτων μας. Είμαστε Έλληνες του 21ου αιώνα. Δεν είμαστε οι 300 του Λεωνίδα, ούτε η νέα αρμάδα Σουηδών, ούτε οι τελευταίοι προλετάριοι ούτε οι ευλογημένοι του (χοντρού) θείου βρέφους.
Από Δευτέρα, λιγότερο συνένοχοι, ελάτε να μαζέψουμε τα δικά μας σκουπίδια από την παραλία μας. Ελάτε να βάψουμε τα παγκάκια που θα κάτσουν οι επόμενοι…. Και μετά να κάτσουμε πάνω τους ιδρωμένοι. Έχετε αρκετό καιρό να ιδρώσετε από έξαψη και ανυπομονησία, δε σας κατηγορώ, μαζί σας ζω. Μόνο, μη…
Μη τα βάψουμε μαύρα !
Θέλετε να διαλέξουμε τα χρώματα ; Εύκολο είναι καλοί μου.
Θα βάλουμε χρώματα από μπαχάρια, κανέλλες πιπέρια και δεντρολίβανα να μυρίσει ο τόπος αποδοχή και συγκατάβαση. Θα βγούμε στα μπαλκόνια μας να βάλουμε μποκαμβίλιες και λεμονιές. Θα ξαναδούμε παρέες παρέες τις Νύφες και την Πολίτικη Κουζίνα. Θα ξανασμίξουμε τις Κυριακές μας με τον Καζαντζάκη και τον Χατζηδάκη. Θα μπολιάσουμε με τις πένες μας όλα τα αξιόλογα περιοδικά που αιθεροβάμονες προσπαθούν να διαδώσουν. Θα ψηφίσουμε ναι στους ποδηλατόδρομους με τις ροδιές μας. Θα ψηφίσουμε υπέρ του ελληνικού διατροφικού ρατσισμού. Και πόσα άλλα, πόσα άλλα μένουν ακόμη να περιμένουν τα μπράτσα μας και το μυαλό μας !
Θα ερωτευτούμε μαυρομαλλούσες πεντανόστιμες κούκλες από τη Μεσόγειο, από τη Κρήτη, το Μαυροβούνιο, τη Σικελία και τη Σμύρνη. Θα τραντάξουμε το χώμα στη μέθεξη του ξινόμαυρου και τους τσιριχτούς ήχους του ζουρνά και του σαντουριού. Θα λιώσουμε τις σόλες από τα (τρέντυ) μοκασίνια μας τσαλαπατώντας τα ξερόκλαδα στη Πίνδο και τα σκαλιά στους δικούς μας ορεινούς υπέροχους ξερότοπους. Θα κλάψουμε για τα λάθη μας και θα τα αφήσουμε πίσω γιατί εμείς πάντα είχαμε μια άγνοια της παιδευτικής σκοπιμότητας αυτού που λένε συνείδηση.
Θέλετε κι άλλα ; Να σας πω ! Θα παρκάρουμε πάνω στη ράμπα των ανάπηρων για να πιούμε δίπλα τον καφέ μας, αλλά θα τιναζό- μαστε δέκα δέκα για να περάσουμε το καρότσι πάνω από τα εμπόδια. Θα κερνάμε το γεράκο ένα νερό και λίγο σταφύλλι και θα ξεχνάμε το γέρο πατέρα μας, γιατί κι αυτόν, κάποιος άλλος δικός μας θα βρεθεί να τον τρατάρει. Θα πλακώνουμε στο ξύλο τον πορτοφολά στο λεωφορείο αλλά θα βάζουμε στη τσέπη μας το πενηντάρικο που έπεσε από τη διπλανή μας. Η ράτσα μας είναι !
Και αν δε χορτάσετε Ελλάδα με όλα αυτά και άλλα τόσα είναι που η Ελλάδα δε χορταίνεται με τίποτε . Με τίποτε.

Στο παγκάκι μας, φιλιούνται άλλοι. Εμείς ούτε να κάτσουμε προφταίνουμε, ούτε να κοιταχτούμε. Πως θα φτάσουμε στο φιλί;
Κάτι δεν πρέπει να γίνει;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;