Κυριακή, Νοεμβρίου 23

όταν αποδέχεσαι και ξεπερνάς

 

 


 

    Όχι θόρυβος, ούτε επιδείξεις. Μονάχα εσύ και μια σταθερή αυταπάτη ότι είσαι στο πηδάλιο. Γύρω η απέραντη δημιουργία Του καταδεικνύει το μέγεθός σου κι εσύ, κατά βάθος το ξέρεις, ότι δεν είσαι Κάτι τις, εννοώ της προκοπής. Κανένας δεν είναι- σκέφτεσαι, μα δε σε ημερεύει, Δεν ήταν εξ αρχής αυτή η συμφωνία σου, να περάσεις αχρησιμοποίητος κι ανούσιος σαν ένας κόκκος σε απέραντη αμμουδιά. Δεν είχες υπογράψει απ’ όσα ανακαλείς μια τέτοια συμφωνία. Με δεν είμαστε εδώ με τη συναίνεσή μας φτωχέ μου κι ούτε κάποτες διαβάσαμε κανα κοντράκτο. Μας έριξε ο καρπός δυό ανύποπτων και να/μαστε.

    Όχι θόρυβος, ούτε επιδείξεις. Απόλυτη γαλήνη έξω από το μυαλό σου. Μέσα όμως η οχλαγωγία οδυνηρή. Τρικυμίες εν κρανίω και έρμα , μια αγωνιώδης Σισύφεια διαδικασία για να ελαφρύνεις, πετώντας τους εισβολείς, πετώντας στη θάλασσα όλα τα “πράγματα” που δεν μπορείς να διαχειριστείς. Του κάκου - θα σε περιμένουν όταν ξεβραστείς στην ακτή γιατί το έρμα είναι υλικό του αφρού και η θάλασσα πάντα, πάντα, τα στέλνει να σε περιμένουν στα παράλια της Ιθάκης σου.

    Όχι θόρυβος, ούτε επιδείξεις. Μια λαγαρότητα τόσο ηχηρή που σε αφήνει άναυδο. Οι ακτές ξεκάθαρες σαν μαχαίρια σε άσπρο κρέας. Ο ορίζοντας τεντωμένος άψογα σα την μπάσα χορδή της νότας ΜΙ. Η βάρκα σου, το σκεύος σου, τυλιγμένο σε αμήχανη επιδερμίδα και φτιαγμένο να σημαίνει συναγερμό και στην ακίδα του μικρότερου εντόμου. Ο ήλιος τόσο αυστηρός σαν τον στρατηγό που επιθεωρεί νεοσύλλεκτα φαντάρια : σήκωσες τα μάτια, πάρε δεκαήμερη χωρίς όραση. Και ο άνεμος ; Το αφεντικό. Μα όχι.. δεν τον νιώθεις τόσο όσο να αμφισβητήσεις την μεγάλη αυταπάτη. Το πηδάλιο…

    Όχι θόρυβος, ούτε επιδείξεις. Μόνο μια λίστα από ταξίδια, ένα μολύβι κι ένα ημερολόγιο τόσο αδιάβροχο που θυμώνεις. Και γράφεις της επαύριον τις ρότες να ‘χεις ένα μπούσουλα όταν τα κύματα σκυλιάσουν. Θα ‘πρεπε λέν να είχες πάρει ένα σκαρί με ένα ιστίο, να ‘χεις κάπου να δεθείς. Μα δε σου το ‘πανε εγκαίρως, μόνο αφού ανοίχτηκες. Και στήνεις τα κουπιά σου δήθεν κάθετα και όλο τα κατεβάζεις γιατί και κείνα δυό δουλειές έχουν να κάνουνε. Κάπου να σε κρατήσουν να μη πας και κάπου να σε πάνε.

    Κι ύστερα έρχεται μια αυγή κι είναι όλα τους εκεί. Μια αγάπη. Μια πίστη. Μια ηρεμία. Μια καλοκαιριά. Μια αύρα αγέρα κι ένα μπαούλο προσευχές. Να απλώσεις να αγγίξεις ό,τι θες. Και δείχνουν τόσο ολοφάνερα που νιώθεις μάταια ξοδεμένος. Αλλά δεν είσαι. Μάταια ξοδεμένος, απλά ξοδεμένος τόσο όσο σου’ τανε γραφτό και ακριβώς όσο να το αντέξεις.

    Πως στο καλό γίνεται αυτό ;   

    Όχι θόρυβος, ούτε επιδείξεις. Μονάχα μια συμφωνία σιωπηλή, σαν τη μουσική που παίζεται μέσα μας, όταν όλα μπαίνουν στη θέση τους.

     Έτσι γίνεται :

     Όταν αποδέχεσαι και ξεπερνάς. 🌱

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

εντυπώσεις ;